Τη συστηματική στροφή στα σταθερά τιμολόγια ρεύματος καταναλωτών και επιχειρήσεων σηματοδοτούν τα στοιχεία μεγάλων παρόχων που δείχνουν μια σταθερή αυξητική τάση προτίμησης προϊόντων με «κλειδωμένες» τιμές. Τα τιμολόγια αυτά, τα οποία πλησιάζουν σήμερα τα 700.000, συνεχίζουν να αυξάνονται, ακόμη και σε μήνες με χαμηλότερα κόστη, όπως ο Νοέμβριος.
Συγκρίνοντας τη σημερινή εικόνα με τις αρχές του έτους, όταν δεν ξεπερνούσαν τα 140.000, μέσα σε δέκα μήνες τα σταθερά συμβόλαια ρεύματος έχουν σχεδόν πενταπλασιαστεί.
Η δυναμική τους, ο μόνιμος κίνδυνος διακυμάνσεων στις τιμές, το γεγονός ότι τα σταθερά τιμολόγια «παίζουν» στα ίδια πάνω - κάτω επίπεδα με τα κυμαινόμενα, μαζί με την εξοικείωση των καταναλωτών, ενισχύουν τις εκτιμήσεις στελεχών του χώρου ότι σε ένα χρόνο από σήμερα οι κλειδωμένες συμβάσεις μπορεί και να έχουν διπλασιαστεί, φτάνοντας σε επίπεδα της τάξης του 1,5 εκατομμυρίου λογαριασμών, κλείνοντας σταδιακά την ψαλίδα με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Από 35% ως 40% στα σταθερά
Σύμφωνα με εκτιμήσεις στα τέλη του 2025, επί συνόλου 4 και πλέον εκατομμυρίων νοικοκυριών, που σήμερα βρίσκονται στη συντριπτική πλειοψηφία τους στα πράσινα τιμολόγια, μόνο το 1/3 θα έχει παραμείνει σε αυτήν την κατηγορία. Ενα 30%-35% θα έχει κίτρινα τιμολόγια και το υπόλοιπο 35%- 40% θα έχει στραφεί στις σταθερές χρεώσεις, προτιμώντας να ελέγχει τα κόστη του, ακόμη κι αν χάνει τα όποια οφέλη από τις χαμηλές τιμές που εμφανίζονται κατά διαστήματα στην αγορά του ρεύματος, όπως συνέβη τις τελευταίες εβδομάδες.
Σενάρια σαν αυτά γίνονται αρκετά στην αγορά. Σταδιακά, οι ενδείξεις που έχουν στα χέρια τους οι εταιρείες είναι ότι ένας ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός καταναλωτών έχει κουραστεί κάθε μήνα να διακατέχεται από το άγχος του τι θα συμβεί με τις αυξομειώσεις στο ρεύμα, και επιλέγει να "κλειδώσει" την τιμή μέχρι και σε βάθος ενός έτους (στην περίπτωση των επιχειρήσεων συνάπτονται πλέον σταθερές συμβάσεις ακόμη και 4-5 ετών), με την ελληνική αγορά που υστερεί έναντι άλλων ευρωπαϊκών, να αρχίζει να δείχνει σημάδια ωρίμανσης.
Είμαστε πίσω μια δεκαετία
Η υστέρηση είναι απόλυτα λογική, καθώς σε άλλες χώρες, η απελευθέρωση της αγοράς ξεκίνησε μια 10ετία πριν από την Ελλάδα, το κοινό ωρίμασε γρηγορότερα και έτσι εξηγείται ότι οι άλλοι έχουν πολλαπλάσια διείσδυση στα σταθερά τιμολόγια απ' ό,τι εμείς.
Στη Γερμανία, το Βέλγιο, την Ολλανδία και σε πλειάδα χωρών της Κεντρικής Ευρώπης και του Βορρά, τον τόνο δίνουν τα σταθερά τιμολόγια ρεύματος ενός έτους και πάνω, με μερίδια αγοράς ακόμη και στο 90%. Οι τιμές δεν επηρεάζονται από τις καθημερινές διακυμάνσεις των χονδρεμπορικών τιμών στα χρηματιστήρια, παρά βασίζονται στις αντισταθμίσεις κινδύνου ("χετζάρισμα") των παρόχων. Αυτός είναι άλλωστε και ένας λόγος που οι χώρες αυτές ένοιωσαν πολύ λιγότερο την ενεργειακή κρίση του 2022, αλλά και γενικότερα δεν αισθάνονται τις διακυμάνσεις των αγορών όσο η Ελλάδα. Ο άλλος λόγος είναι ότι έχουν πολύ περισσότερες ΑΠΕ.
Το «χετζάρισμα»
Στο ερώτημα πώς θα καταστεί εφικτό οι πάροχοι να καταφέρουν να «χετζάρουν» μέσα σε διάστημα ενός έτους διπλάσιες ποσότητες ηλεκτρισμού από τις σημερινές, ώστε τα σταθερά τιμολόγια από τα 700.000 να φτάσουν το 1,5 εκατομμύριο το 2025, η απάντηση που δίνουν στελέχη της αγοράς είναι με μια σταδιακή αύξηση μεριδίων. Και κυρίως, «χετζάροντας» ξεχωριστά την κάθε «φουρνιά» σταθερών συμβολαίων, ανάλογα με τη χρονική στιγμή στην οποία αυτά λήγουν.
«Σπάζοντας» τον όγκο των σταθερών συμβολαίων, ανάλογα με την ημερομηνία λήξης τους, η αντιστάθμιση κινδύνου κοστίζει λιγότερο στην εταιρεία, καθώς τα έσοδα από τα συμβόλαια που λήγουν π.χ. τον Δεκέμβρη, χρηματοδοτούν τα προγράμματα που λήγουν τον Γενάρη. Εκείνα που εκπνέουν τον Γενάρη, καλύπτουν με τα έσοδά τους τα επόμενα που λήγουν τον Φλεβάρη κ.ό.κ. Ετσι δίνεται η δυνατότητα στους παρόχους να αντιμετωπίσουν τα μεγάλα κόστη που συνεπάγεται η αντιστάθμιση κινδύνου, περιορίζοντας τα ρίσκα απέναντι στο volatility των αγορών.
Οι επίσημες ανακοινώσεις
Ο αρμόδιος υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θόδωρος Σκυλακάκης, που αναδεικνύει με κάθε ευκαιρία τη σημασία των σταθερών τιμολογίων απέναντι στις ακραίες τιμές και το πόσο πολύ έχουν θωρακίσει τους καταναλωτές άλλων χωρών, εξετάζει κάποια στιγμή, σε μεταγενέστερη φάση, να παρουσιάσει συγκεκριμένα εργαλεία, πιθανώς και κίνητρα για να διευκολύνει περαιτέρω τις μετακινήσεις σε αυτά. Το στίγμα του θα το δώσει όταν θα παρουσιάσει, τις επόμενες εβδομάδες σε συνέντευξη Τύπου, όλες τις αλλαγές στα χρωματιστά τιμολόγια που θα ισχύσουν από τον Ιανουάριο του 2025. Τότε θα ανακοινώσει και επισήμως ότι οι πάροχοι δεν θα μπορούν από το νέο χρόνο να πωλούν εξάμηνα σταθερά, τα οποία καταργεί η ευρωπαϊκή Οδηγία που προβλέπει πως τα σταθερά τιμολόγια θα πρέπει να έχουν διάρκεια τουλάχιστον 1 έτους, και την οποία πρέπει να έχει ενσωματώσει η κυβέρνηση στο εθνικό Δίκαιο μέχρι τις 17 Ιανουαρίου.
Οι εταιρείες από την άλλη πλευρά θέλουν να έχουν πελάτες σε «μπλε» τιμολόγια γιατί αυτό τις διευκολύνει στους υπολογισμούς τους. Όταν μια εταιρεία έχει έναν ικανό όγκο πελατών σε σταθερά προϊόντα, αντισταθμίζει τον κίνδυνο, κλείνοντας μεγάλες ποσότητες στις αγορές, γεγονός που της δίνει πιο σαφή ορίζοντα απ’ ό,τι το κυμαινόμενο, όπου ουδείς ξέρει αν η αγορά θα κινηθεί ανοδικά ή πτωτικά. Και από την άλλη, νέες έρευνες στην αγορά δείχνουν ότι ακόμη και σε μήνες με πτώση τιμών, όπως ο Νοέμβριος, η στροφή των καταναλωτών στα σταθερά προϊόντα δεν ανακόπτεται, παρά συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό, τόσο στα φθηνότερα 6μηνα, που θα αποσυρθούν μόλις λήξουν οι συμβάσεις με όσους είναι ήδη συμβεβλημένοι, όσο και στα ετήσια.