Η απόφαση της Αιγύπτου να συμμετάσχει μετοχικά στο έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης, πέραν της αδιαμφισβήτητης γεωπολιτικής της σημασίας, καθώς επαναβεβαιώνει τη στρατηγική σχέση Αθήνας - Καΐρου στην Αν. Μεσόγειο, βάζει την Ελλάδα πάνω σε ένα δεύτερο διάδρομο εξαγωγών πράσινης ενέργειας προς την Ευρώπη, μετά από εκείνο προς την Κύπρο και το Ισραήλ.
Εξίσου σημαντικό ότι το κάνει με όρους που ακολουθούν πλέον όλοι οι μεγάλοι ενεργειακοί όμιλοι στον κόσμο, της διάθεσης φθηνής ενέργειας επί 24ώρου βάσεως, καθώς η συντριπτική πλειονότητα των όγκων που θα παράγονται και θα εξάγονται από τις αχανείς εκτάσεις της βορειοαφρικανικής χώρας θα προέρχονται από αιολικά πάρκα.
Είναι το δεύτερο σημαντικό στοιχείο της συμφωνίας που συζητούνταν καιρό τώρα σε πολιτικό και επιχειρηματικό επίπεδο μεταξύ των δύο πλευρών και που «κλείδωσε», σύμφωνα με τις πληροφορίες του Euro2day.gr, κατά τη συνάντηση της Κυριακής ανάμεσα στον υπ. Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θ. Σκυλακάκη με τον Αιγύπτιο ομόλογό του, Dr. Mahmoud Esmat.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η αιγυπτιακή πλευρά φέρεται να μετέφερε στον Ελληνα υπουργό ότι η χώρα διαθέτει... 40.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα κατάλληλων εκτάσεων στην έρημο, καθώς και στην περιοχή του Σουέζ, υψηλού αιολικού δυναμικού και με ταχύτητες ανέμου 9, 10 και 11 μέτρα το δευτερόλεπτο.
Η έκταση ισούται με δύο φορές την Πελοπόννησο ή με το 1/3 όλης της Ελλάδας και οι επιδόσεις είναι από τις καλύτερες στον πλανήτη.
Είναι ένα θέμα που είχε τεθεί συχνά στις διμερείς επαφές και το ήθελε η ελληνική κυβέρνηση, τόσο για να μην πληγεί η εγχώρια αγορά φωτοβολταϊκών από το πολύ χαμηλό κόστος παραγωγής ηλιακής ενέργειας στην Αίγυπτο (ακόμη και στα 2 -2,5 λεπτά/ KWh, από τα φθηνότερα στον κόσμο) όσο και προκειμένου η χώρα να έχει φορτία base load σε 24ωρη βάση, δηλαδή φθηνή ενέργεια και τα βράδια, γεγονός που θα ενισχύσει προφανώς τις εξαγωγές και το trading.
Έπειτα και από απαίτηση της ελληνικής κυβέρνησης συμφωνήθηκε ότι η μερίδα του λέοντος από τα έργα ΑΠΕ συνολικής ισχύος 9,5 GW που θα αναπτυχθούν επί αιγυπτιακού εδάφους θα αφορά αιολικά. Επί των 3,5 GW δηλαδή της πράσινης ενέργειας που προβλέπεται να εξάγει η Αίγυπτος προς την Ελλάδα και από εκεί σε άλλους ευρωπαϊκούς προορισμούς, η αναλογία στο μείγμα θα είναι 75% αιολικά και μόνο 25% φωτοβολταϊκά.
Επί της ουσίας, η συμφωνία για την πράσινη ενέργεια που θα διέρχεται μέσω του Gregy είναι ένα ακόμη δείγμα της τάσης που ακολουθούν πλέον όλοι οι μεγάλοι παίκτες διεθνώς. Ενα είναι το ζητούμενο και για την ευρύτερη περιοχή μας, η κάλυψη των αναγκών όταν μετά τις 18:00-19:00 «σβήνουν» τα φωτοβολταϊκά, πουλώντας φθηνή πράσινη ενέργεια στον βαλκανικό «διάδρομο» τη νύχτα, κάνοντας το διασυνοριακό εμπόριο πολύ πιο προβλέψιμο και περιορίζοντας τον κίνδυνο, κάτι που ζήσαμε από πρώτο χέρι στη μίνι ενεργειακή κρίση του καλοκαιριού.
Αν και προφανώς το έργο έχει ακόμη πολύ δρόμο μπροστά του, το βέβαιο είναι ότι τόσο φθηνές τιμές είναι ανταγωνιστικές, συνυπολογίζοντας και τα κόστη μεταφοράς προς την Ευρώπη, και προφανώς θα δυσχεράνουν την απορρόφηση της πράσινης παραγωγής άλλων έργων ΑΠΕ στην Ελλάδα και όχι μόνο.
Ο στρατηγικός στόχος του Βορρά
Εννοείται ότι το Gregy έχει αξία στον βαθμό που βρεθεί τρόπος να ξεπεραστούν τα προβλήματα με τις φτωχές διασυνδέσεις και να διοχετευθούν προς τον βορρά όλοι αυτοί οι τεράστιοι όγκοι που θα εισάγονται από την Αίγυπτο.
Σύμφωνα με μια ανάγνωση, εφόσον το έργο ωριμάσει σχετικά γρήγορα, ολοκληρωθούν οι μελέτες (πρόκειται να ανατεθούν προσεχώς) και ο ελληνικός όμιλος πάρει την επενδυτική απόφαση το 2025, πιθανώς τα μεγάλα καταναλωτικά κέντρα του Βορρά, εν προκειμένω η Γερμανία, να αντιληφθούν ότι ο άξονας Νότου - Βορρά δεν είναι μια απλή θεωρητική προσέγγιση.
Σύμφωνα πάντα με αυτή την ανάγνωση, η ωρίμανση του Gregy ίσως επιταχύνει και μια άλλη εξέλιξη, που τρέχει παράλληλα, το καλώδιο Ελλάδας-Γερμανίας. Διότι τόσο η διασύνδεση Ελλάδας - Αιγύπτου όσο και αυτή Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ (Great Sea Ιnterconnector) αποτελούν κομμάτια ενός διηπειρωτικού ενεργειακού άξονα χιλιάδων χιλιομέτρων, με πολλές επιμέρους διασυνδέσεις, εταιρείες ειδικού σκοπού, διαφορετικούς μετόχους, αλλά έναν κοινό στρατηγικό στόχο: Τη μεταφορά φθηνής «πράσινης» ενέργειας από χώρες με πλούσιο δυναμικό προς την Κεντρική Ευρώπη.
Από γεωπολιτικής σκοπιάς, η σχέση στρατηγικής συνεργασίας με την Αίγυπτο, που είχε μέχρι τώρα εκφραστεί με διμερείς συμφωνίες με στρατιωτική συνεργασία, με τα σχήματα των Τριμερών και Πενταμερών Συνεργασιών, αλλά και με τη συγκρότηση του Φόρουμ Φυσικού Αερίου της Ανατολικής Μεσογείου (EMGF) αποκτά πλέον μια πιο απτή μορφή. Μπαίνει στο παιχνίδι ένα μεγάλης σημασίας οικονομικό και ενεργειακό έργο.
Η θέση της Τουρκίας
Ενα θέμα που επίσης αναδεικνύεται μετά τις τελευταίες εξελίξεις με τις διασυνδέσεις τόσο με την Κύπρο όσο και με την Αίγυπτο, είναι ότι σε όλα τα μεγάλα projects που δρομολογούνται στην περιοχή, η Τουρκία είναι απούσα.
Ούτε η γεωγραφία ούτε η πολιτική την έχουν βολέψει με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τη διάρρηξη, όταν ξέσπασε ο πόλεμος στη Γάζα, των σχέσεών της με το Ισραήλ που απομάκρυναν κάθε ελπίδα να αποτελέσει διαμετακομιστικό κόμβο για το ισραηλινό αέριο προς την Ευρώπη.
Έχει ενδιαφέρον η στάση που θα ακολουθήσει από εδώ και πέρα η Άγκυρα, η οποία παρότι επιδιώκει με κάθε ευκαιρία να δημιουργεί τετελεσμένα που σχετίζονται με το Τουρκολυβικό Μνημόνιο και να επιμένει ότι κανένα έργο δεν θα γίνει στην Αν. Μεσόγειο χωρίς τη συναίνεσή της, εντούτοις έχει απομείνει μόνο με την προσπάθεια να μπει στην ευρωπαϊκή αγορά με σύμμαχο τη Ρωσία και όπλο το αέριο.
Σε μια εποχή ωστόσο που οι αγωγοί βγαίνουν σταδιακά από το παιχνίδι, τη θέση τους παίρνουν οι ΑΠΕ και κάποια μεγάλα ενεργειακά αρχίζουν έστω και με δυσκολίες να προχωρούν, δεν περνά απαρατήρητο ότι η Τουρκία δεν συμμετέχει σε κανένα από τα μεγάλα σχέδια διασυνδέσεων της Ευρώπης με τη Β. Αφρική και τη Μ. Ανατολή, είτε μέσω Ισραήλ είτε μέσω Αιγύπτου.