Με προβλέψεις για δημοσιονομικό έλλειμμα στο 0,6% και πρωτογενές πλεόνασμα στο 2,4% του ΑΕΠ οι επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας για το 2025, όπως αποτυπώνονται στο προσχέδιο του προϋπολογισμού, μοιάζουν -και είναι ιδανικές- τουλάχιστον στο δημοσιονομικό πεδίο, αν αναλογιστεί κανείς τις προκλήσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν μεγάλες οικονομίες της ευρωζώνης όπως η Γαλλία και η Ιταλία.
Τουλάχιστον θετικές, άλλωστε, μπορούν να χαρακτηριστούν και οι προβλέψεις για ρυθμό ανάπτυξης 2,3% της ελληνικής οικονομίας το επόμενο έτος εάν συγκριθούν με τις εκτιμήσεις για οριακή επέκταση μετά από δύο χρόνια στασιμότητας που βαραίνουν την γερμανική οικονομία.
Έγινε όαση η ελληνική οικονομία; Προφανώς όχι, αλλά αρκετές συνιστώσες της έχουν τέτοια στοιχεία αν συγκριθούν με τις μεγάλες οικονομίες της ευρωζώνης. Από την άλλη πλευρά βέβαια, το βαρίδι του χρέους παραμένει αλλά σε σαφώς πτωτική τροχιά, από 153,7% του ΑΕΠ φέτος σε 133,4% του ΑΕΠ το 2028 και η ανεργία αν και προβλέπεται να σπάσει προς τα κάτω το φράγμα του 10% το επόμενο έτος (στο 9,5% εκτιμάται στο προσχέδιο από 10,5% φέτος) παραμένει υψηλή και πολλαπλάσια της ευρωζώνης.
Επιπλέον, η ακρίβεια η οποία δεν λέει να υποχωρήσει παρά την προβλεπόμενη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού (ο εναρμονισμένος από 2,8% φέτος σε 2,1% σε μέσα επίπεδα το 2025), συνεχίζει να «βασανίζει» τα νοικοκυριά, έχοντας πολιτικές επιπτώσεις και στο κυβερνητικό αφήγημα.
Σε επίπεδο παροχών, το προσχέδιο προϋπολογισμού ενσωματώνει τα μέτρα τα οποία έχει σταδιακά προαναγγείλει η κυβέρνηση και ολοκληρώθηκαν με την ομιλία του Πρωθυπουργού στη ΔΕΘ. Η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά μία ποσοστιαία μονάδα από την 1η Ιανουαρίου 2025, η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος για τους ελεύθερους επαγγελματίες, η αύξηση των συντάξεων (στο ήμισυ του αθροίσματος ανάπτυξης και πληθωρισμού το 2024), η απαλλαγή από το φόρο εισοδήματος επί των μισθωμάτων ιδιοκτητών ακινήτων που θα τα μεταφέρουν από κλειστά ή βραχυχρόνιας μίσθωσης σε μακροχρόνιες μισθώσεις αλλά και η πρόβλεψη πως από του χρόνου οι αυξήσεις στον κατώτατο μισθό θα συμπαρασύρουν ανοδικά και ανάλογα το εισαγωγικό κλιμάκιο των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων και συνακόλουθα και τα υπόλοιπα μισθολογικά κλιμάκια, είναι ορισμένες από τις βασικές παρεμβάσεις του νέου προϋπολογισμού.
Η ουσιαστική διαφοροποίηση σε σχέση με όσα γνωρίζαμε έως τώρα έρχεται στο πεδίο της δημοσιονομικής ελευθερίας για έξτρα παροχές στη διάρκεια του έτους. Μέχρι τώρα, κάθε φορά που η πορεία του προϋπολογισμού έδινε σήματα για υπέρβαση των στόχων πρωτογενούς πλεονάσματος, η εκάστοτε κυβέρνηση είχε τη διακριτική ευχέρεια να κλείσει το μάτι με έκτακτες παροχές στις κοινωνικές ομάδες εκείνες που θεωρούσε πως το είχαν μεγαλύτερη ανάγκη.
Εφεξής, οι νέοι ευρωπαϊκοί δημοσιονομικοί κανόνες, με την καθιέρωση ανώτατου ορίου αύξησης δαπανών κάθε χρονιά από το 2025 έως και το 2028, σημαίνουν πως η σημερινή και η επόμενη κυβέρνηση θα πρέπει να κινηθούν σε ένα στενό εύρος αύξησης των πρωτογενών δαπανών κατά 13,8 δισ. ευρώ στην τετραετία.
Με δεδομένες τις ανάγκες για συντάξεις, λειτουργικές δαπάνες και άμυνα, οι οποίες απορροφούν στην τετραετία σχεδόν 10 από τα 13,8 δισ. ευρώ, οι κυβερνήσεις των ετών που έπονται έως το 2028 έχουν να διαχειριστούν ένα δημοσιονομικό χώρο μικρότερο από 1 δισ. ευρώ κάθε χρόνο.
Για το 2025, όλες οι δαπάνες που χωρούν στο νέο πλαίσιο έχουν ήδη καλυφθεί και η μοναδική περίπτωση να αυξηθούν περαιτέρω είναι εάν υπάρξουν παράλληλες περικοπές από άλλες πηγές ή μόνιμα πρόσθετα έσοδα, όπως για παράδειγμα από φοροδιαφυγή, τα οποία η Κομισιόν θα εγκρίνει. Τέτοιο ενδεχόμενο δεν φαίνεται για το 2025, αλλά η κυβέρνηση στοχεύει, το προεκλογικό 2027 να έχει καταφέρει να συγκεντρώσει μόνιμα έσοδα 2,5 δισ. ευρώ από την πάταξη της φοροδιαφυγής ώστε να μπορέσει να ανοίξει εκ νέου τη βεντάλια των παροχών.
Σύμφωνα με τον ΥΠΕΘΟ Κωστή Χατζηδάκη, τα πρόσθετα έσοδα από τη φοροδιαφυγή θα χρηματοδοτήσουν νέες μόνιμες μειώσεις άμεσων φόρων.
Το προσχέδιο του προϋπολογισμού 2025 αναμένεται να κατατεθεί το μεσημέρι στη Βουλή.