Θετικά σήματα από Κομισιόν για την επένδυση στον Πρίνο

Τα αισιόδοξα «σινιάλα» από τις Βρυξέλλες και τα χρονοδιαγράμματα για market test και επενδυτική απόφαση. Το ενδιαφέρον από τις βιομηχανίες και οι χρόνοι που πιέζουν.

Θετικά σήματα από Κομισιόν για την επένδυση στον Πρίνο

Σινιάλα που δείχνουν θετική κατάληξη σε μια από τις βασικές εκκρεμότητες του project αποθήκευσης CO2 των 400 εκατ. ευρώ στον Πρίνο, το δεύτερο που «τρέχει» σε όλη τη Μεσόγειο, έρχονται από τις Βρυξέλλες.

Η ελληνική κυβέρνηση αναμένει πιθανότατα την επόμενη εβδομάδα ενημέρωση από τις κοινοτικές υπηρεσίες, σχετικά με το αίτημα για έγκριση της κρατικής ενίσχυσης στο «Prinos CO2 Storage» και το κλίμα που εισπράττουν οι εμπλεκόμενοι είναι θετικό.

Αν αυτό επιβεβαιωθεί και οι Βρυξέλλες ανάψουν σύντομα το «πράσινο φως», ανοίγει ο δρόμος για τη χρηματοδότηση του έργου, με αμέσως επόμενο βήμα το δεσμευτικό market test που θα προκηρύξει η Energean στα τέλη του έτους ή αρχές του 2025, και την υποβολή προσφορών από ενδιαφερόμενες βιομηχανίες, ελληνικές και ξένες.

Στο παραπάνω καλό σενάριο, της έγκρισης από την Επιτροπή του state aid, η Energean θα λάβει την τελική επενδυτική απόφαση μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2025 και καλώς εχόντων των πραγμάτων, εντός του 2026 η Ελλάδα θα έχει αποκτήσει το πρώτο project αποθήκευσης άνθρακα στη χώρα μας, δυναμικότητας 1 εκατ. τόνων σε πρώτη φάση, και μόλις το δεύτερο σε όλη τη Μεσόγειο.

Το άλλο και πιο προχωρημένο έργο είναι των Eni και Snam στη Ραβέννα της Ιταλίας, η πρώτη φάση του οποίου πρόκειται να μπει σε λειτουργία από φέτος, με στόχο μια δυναμικότητα 4 εκατ. τόνων μέχρι το 2030.

Τα νέα δείχνουν μια κινητικότητα στην ταχέως αναπτυσσόμενη αγορά δέσμευσης και αποθήκευσης (Carbon Capture & Storage) που εκτιμάται γύρω στα 5 δισ. δολάρια παγκοσμίως στα τέλη του 2030. Είμαστε ωστόσο ακόμη πολύ μακριά από τον στόχο να καλύψουμε τις πραγματικές ανάγκες της οικονομίας. Τα δύο projects στη Μεσόγειο έχουν μια αθροιστική δυναμικότητα που καλύπτει λιγότερο από το 10% των εκπομπών από τις βιομηχανίες των δύο χωρών, οι οποίες φθάνουν συνολικά τα 75 εκατ. τόνους.

Στα του Πρίνου, για να αποκτήσει η Ελλάδα σε δύο χρόνια από σήμερα μια έτοιμη αποθήκη CO2, θα πρέπει όχι μόνο να ξεπεραστούν οι γραφειοκρατικές εκκρεμότητες αλλά να ληφθούν αποφάσεις και από τις δύο πλευρές. Δηλαδή αντίστοιχη επενδυτική απόφαση να λάβουν και κάποιοι από τους ενδιαφερόμενους βιομηχανικούς παίκτες, οι λεγόμενοι emitters.

Οι βιομηχανίες και το ξένο ενδιαφέρον

Αν επιβεβαιωθούν τα θετικά μηνύματα από Κομισιόν, θα επιταχυνθούν και οι διαδικασίες από τις βιομηχανίες με δρομολογημένα projects δέσμευσης διοξειδίου του άνθρακα, όχι μόνο ελληνικές αλλά από την ευρύτερη γειτονιά, όπως Βουλγαρία, Κροατία και Ιταλία, με δέκα εκ των οποίων η Energean έχει υπογράψει μνημόνια κατανόησης.

Στο μέτωπο αυτό, τις εξελίξεις σε κοινοτικό επίπεδο γύρω από τον Πρίνο παρακολουθούν από κοντά και οι τρεις ελληνικές επιχειρήσεις, τα projects των οποίων έχουν ήδη λάβει χρηματοδότηση από το Ταμείο Καινοτομίας, συνολικού ύψους 600 εκατ. ευρώ, οι δύο τσιμεντοβιομηχανίες, Τιτάνας (Ifestos) και ΑΓΕΤ Ηρακλής (Olympus), καθώς και η Motor Oil (IRIS), ενώ ανάλογο αίτημα υπέβαλε πρόσφατα και η Helleniq Energy, και τότε η Ελλάδα κατατάσσεται στην 1η θέση, με πάνω από 4,5 εκατ. τόνους.

Τις εξελίξεις παρακολουθεί και η ελληνική ναυτιλία, που έχει εκδηλώσει ενδιαφέρον για την προμήθεια νέων εξειδικευμένων σκαφών μεταφοράς όλων αυτών των όγκων CO2 στα τελικά σημεία αποθήκευσης. Στο σενάριο που το έργο του Πρίνου φτάσει στην πλήρη του ανάπτυξη και η αποθηκευτική του δυναμικότητα ανέλθει στα 3 εκατ. τόνους CO2, τότε υπολογίζεται ότι θα απαιτούνται 73 δρομολόγια ειδικού τύπου πλοίων τον χρόνο. Το ενδιαφέρον από την ελληνική ναυτιλία για τη νέα αυτή αγορά είναι δεδομένο, όπως επιβεβαιώνουν άνθρωποι της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων (ΕΔΕΥΕΠ).

Halliburton και β' φάση

Ταυτόχρονα με τα παραπάνω «τρέχει» και η συνεργασία της Energean με την αμερικανική Halliburton, από τις μεγαλύτερες στον κόσμο εταιρείες παροχής τεχνικών υπηρεσιών και προϊόντων προς τις ενεργειακές βιομηχανίες, με αντικείμενο μελέτες που αφορούν τη δεύτερη φάση. Είναι αυτές που θα επιβεβαιώσουν κατά πόσο το project σε πλήρη ανάπτυξη μπορεί να φιλοξενήσει 3 εκατ. τόνους CO2 ετησίως.

Στα διαδικαστικά αλλά καθόλου αμελητέα, η θυγατρική της ελληνικής εταιρείας, EnEarth, που έχει πάρει πάνω της το έργο, αναμένει την άδεια αποθήκευσης για το project, ενώ τον Αύγουστο κατέθεσε και τη σχετική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων.

Σε αδρές γραμμές, αυτά είναι τα νέα γύρω από το έργο, για το οποίο το ενδιαφέρον από κλάδους όπως το τσιμέντο και η διύλιση είναι μεγάλο, όπως επίσης και το κενό όσον αφορά τα έργα αποθήκευσης άνθρακα στην περιοχή της Μεσόγειου.

Εκκρεμούν ακόμη πολλά, κυρίως σε κυβερνητικό επίπεδο. Είναι η σύναψη διμερών διακρατικών συμφωνιών για τη μεταφορά όγκων CO2 από τη μια χώρα στην άλλη, π.χ. από τη Βουλγαρία, την Ιταλία ή την Κροατία προς τον Πρίνο, ακριβώς όπως ισχύει σε άλλες χώρες, και κυρίως, ο Κανονισμός (Regulation) που θα διέπει αυτή τη νέα αγορά CO2 στην Ελλάδα. Είναι το ρυθμιστικό πλαίσιο για την αποθήκευση άνθρακα που θα πρέπει να σταλεί εντός του μηνός στην Κομισιόν και θα καθορίζει τον τρόπο λειτουργίας της αγοράς και τον μηχανισμό ενίσχυσης των emitters. Εν προκειμένων ένα σχήμα στήριξης που θα ενεργοποιείται μόνο όταν οι τιμές των ρύπων κινούνται κάτω από ένα συγκεκριμένο όριο, καθώς και όλες τις τεχνικές πτυχές.

Τεράστιες ανάγκες

Ακόμη όμως κι αν όλα πάνε κατ’ ευχήν, γίνουν τα παραπάνω στην ώρα τους, εξασφαλιστούν οι απαραίτητες χρηματοδοτήσεις από την ΕΕ, δεν υπάρξουν καθυστερήσεις και καταστεί δυνατή η αύξηση της δυναμικότητας του Πρίνου σε 3 εκατ. τόνους CO2 -επένδυση η οποία αναμένεται να φτάσει συνολικά στα 900 εκατ., με ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2028- και πάλι αυτή θα υπολείπεται των συνολικών αναγκών των emitters της χώρας, κατά 1,5 εκατ. τόνους σε ετήσια βάση. Τα έργα δέσμευσης που έχουν εξασφαλίσει ή διεκδικούν χρηματοδότηση από το Ταμείο Καινοτομίας της ΕΕ αφορούν έναν όγκο 4,5 εκατ. τόνων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.

Και αυτό θα είναι μόνο η αρχή, αν αναλογιστεί κανείς ότι η Ελλάδα εκπέμπει συνολικά τον χρόνο από βιομηχανικές δραστηριότητες γύρω στα 33 εκατ. τόνους CO2. Μόνο στην ευρύτερη περιοχή της Αττικής, οι εκπομπές CO2 ανέρχονται στα 14,7 εκατ. τόνους ετησίως (εντός μιας ακτίνας 100 χλμ.), ενώ επιπλέον 5 εκατ. προέρχονται από τις περιφέρειες της Μακεδονίας και της Θράκης.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v