Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Κατέβασε ταχύτητες η ελληνική μεταποίηση τον Ιούλιο, αυξημένα κόστη

Συνεχίστηκε η ανάπτυξη αλλά με τον βραδύτερο ρυθμό στο έτος, με τον δείκτη PMI να υποχωρεί στο 53,2. Εξασθενεί η ζήτηση, «βαρίδι» τα υψηλά κόστη που μετακυλίονται στους πελάτες.

Κατέβασε ταχύτητες η ελληνική μεταποίηση τον Ιούλιο, αυξημένα κόστη

Ο ελληνικός τομέας μεταποίησης εξακολούθησε να αναπτύσσεται κατά τη διάρκεια του Ιουλίου, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της έρευνας PMI® από την S&P Global.

Η ανάκαμψη της υγείας του τομέα υποστηρίχθηκε από περαιτέρω άνοδο της παραγωγής και των νέων παραγγελιών. Εντούτοις, οι ρυθμοί αύξησης επιβραδύνθηκαν λόγω των αναφορών για ασθενέστερες συνθήκες ζήτησης. Κατ’ αναλογία με τη λιγότερο έντονη αύξηση των νέων πωλήσεων, οι εταιρείες ανέφεραν ασθενέστερο ρυθμό αύξησης της απασχόλησης και τα χαμηλότερα επίπεδα αισιοδοξίας σχετικά με τις προοπτικές από τον Σεπτέμβριο του 2023.

Παρ’ όλα αυτά, οι περαιτέρω διαταραχές στην αλυσίδα εφοδιασμού οδήγησαν σε μεγαλύτερες αγορές εισροών και σε αύξηση των αποθεμάτων αγορών, καθώς οι εταιρείες προσπάθησαν να καλύψουν τις καθυστερήσεις στις παραδόσεις.

Εν τω μεταξύ, το κόστος εισροών αυξήθηκε με σημαντικό και επιταχυνόμενο ρυθμό, λόγω του υψηλότερου κόστους μεταφορών. Οι εταιρείες εξακολούθησαν να μετακυλίουν το υψηλότερο κόστος στους πελάτες, καθώς οι χρεώσεις εκροών αυξήθηκαν με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο του 2023.

Ο εποχικά προσαρμοσμένος Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της S&P Global για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα (Purchasing Managers’ Index™ - PMI) έκλεισε στις 53.2 μονάδες τον Ιούλιο, χαμηλότερα από τις 54.0 μονάδες του Ιουνίου, υποδεικνύοντας σταθερή ανάκαμψη των λειτουργικών συνθηκών για τους Έλληνες κατασκευαστές. Παρ’ όλα αυτά, ο ρυθμός αύξησης εξασθένησε για τέταρτο συνεχή μήνα στον
βραδύτερο που έχει καταγραφεί από τον Δεκέμβριο του 2023.

Οι νέες παραγγελίες που έλαβαν οι Έλληνες κατασκευαστές εξακολούθησαν να αυξάνονται τον Ιούλιο, επεκτείνοντας με αυτόν τον τρόπο την τρέχουσα περίοδο συνεχούς αύξησης που ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2023. Πολλά μέλη του πάνελ ανέφεραν συνεχιζόμενη άνοδο της ζήτησης από την πλευρά των πελατών, ωστόσο, ο ρυθμός αύξησης εξασθένησε στον βραδύτερο που έχει καταγραφεί μέχρι στιγμής το 2024, λόγω ορισμένων αναφορών για λιγότερο ευνοϊκές συνθήκες πωλήσεων.

Η άνοδος των νέων παραγγελιών εξαγωγών, η οποία επιταχύνθηκε στο ξεκίνημα του τρίτου τριμήνου, συνέβαλε στην αύξηση των συνολικών νέων πωλήσεων. Ανεπιβεβαίωτα στοιχεία υπέδειξαν εντονότερη ζήτηση από βασικούς συνεργάτες εξαγωγών στην Ιταλία, στο Ηνωμένο Βασίλειο και στη Γαλλία.

Παράλληλα, οι εταιρείες αύξησαν και πάλι τα επίπεδα παραγωγής τους, λόγω της περαιτέρω αύξησης των εισροών νέων παραγγελιών. Παρ’ όλα αυτά, ο ρυθμός αύξησης της παραγωγής υποχώρησε περαιτέρω από το πρόσφατο υψηλό του Μαρτίου και ήταν ο βραδύτερος που έχει καταγραφεί από τον Σεπτέμβριο του 2023.

Οι διαταραχές στην αλυσίδα εφοδιασμού συνεχίστηκαν κατά τη διάρκεια του Ιουλίου, καθώς η απόδοση των προμηθευτών επιδεινώθηκε απότομα. Οι καθυστερήσεις στις ναυτιλιακές μεταφορές οδήγησαν σε υψηλότερο κόστος μεταφορών για τους Έλληνες κατασκευαστές, το οποίο, σε συνδυασμό με τις υψηλότερες τιμές πρώτων υλών και ενέργειας, οδήγησε σε άνοδο του πληθωρισμού. Ο ρυθμός αύξησης της επιβάρυνσης κόστους ήταν ο δριμύτερος που έχει καταγραφεί από τον Νοέμβριο του 2022 και ήταν αυξημένος με βάση τα ιστορικά δεδομένα.

Οι εταιρείες προσπάθησαν να μετακυλίσουν το υψηλότερο κόστος στους πελάτες, καθώς οι τιμές πώλησης αυξήθηκαν με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο του 2023. Οι χρεώσεις εκροών αυξάνονται κάθε μήνα εδώ και περίπου ένα έτος, ενώ ο τελευταίος ρυθμός αύξησης ήταν αισθητά εντονότερος από τον μέσο όρο της έρευνας.

Η βραδύτερη αύξηση των νέων παραγγελιών ώθησε τις εταιρείες να μετριάσουν τον ρυθμό δημιουργίας θέσεων εργασίας τον Ιούλιο, καθώς τα επίπεδα απασχόλησης αυξήθηκαν με τον ασθενέστερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο. Ωστόσο, οι κατασκευαστές εξακολούθησαν να επισημαίνουν την πρόσληψη προσωπικού πλήρους απασχόλησης.

Τα υψηλότερα επίπεδα απασχόλησης και η συνεχιζόμενη αύξηση της παραγωγής οδήγησαν σε περαιτέρω μείωση των αδιεκπεραίωτων εργασιών τον Ιούλιο. Παρότι ο ρυθμός μείωσης εξασθένησε από τον αντίστοιχο που παρατηρήθηκε τον Ιούνιο, ήταν σε γενικές γραμμές μέτριος.

Εν τω μεταξύ, η επιχειρηματική εμπιστοσύνη επηρεάστηκε αρνητικά από τις ανησυχίες σχετικά με τις ασθενέστερες συνθήκες ζήτησης τον Ιούλιο. Σε γενικές γραμμές, οι εταιρείες διατήρησαν την αισιοδοξία τους ως προς την αύξηση της παραγωγής μέσα στο επόμενο έτος, ωστόσο τα επίπεδα θετικού κλίματος υποχώρησαν σε χαμηλό δέκα μηνών.

Τα προβλήματα στην αλυσίδα εφοδιασμού ώθησαν τους Έλληνες κατασκευαστές να αυξήσουν τις αγορές εισροών κατά τη διάρκεια του Ιουλίου, καθώς ο ρυθμός αύξησης ανήλθε στον ταχύτερο που έχει καταγραφεί από τον Απρίλιο. Οι προσπάθειες δημιουργίας αποθεμάτων ασφαλείας ήταν επιτυχείς, καθώς τα αποθέματα προμηθειών αυξήθηκαν για δεύτερη μόλις φορά από τον Φεβρουάριο του 2020. Ωστόσο, σύμφωνα με μέλη του πάνελ, τα αποθέματα ετοίμων προϊόντων μειώθηκαν περαιτέρω, καθώς σε πολλές περιπτώσεις οι πωλήσεις
πραγματοποιήθηκαν απευθείας από τα υφιστάμενα αποθέματα. 

Η Siân Jones, Επικεφαλής Οικονομολόγος της S&P Global Market Intelligence, σχολίασε:

«Ο ελληνικός τομέας μεταποίησης παρέμεινε σε ανάπτυξη στην αρχή του δεύτερου εξαμήνου, μολονότι ο ρυθμός αύξησης υποχώρησε και πάλι. Σύμφωνα με αναφορές, οι συνθήκες ζήτησης εξασθένησαν, καθώς η παραγωγή και οι νέες παραγγελίες αυξήθηκαν με ηπιότερο ρυθμό σε σύγκριση με το προηγούμενο διάστημα του έτους.

Οι καθυστερήσεις και οι διαταραχές στις ναυτιλιακές μεταφορές εξακολούθησαν να αποτελούν λόγο ανησυχίας για τις επιχειρήσεις, καθώς η απόδοση των προμηθευτών επιδεινώθηκε και το κόστος εισροών υπέστη ανοδικές πιέσεις. Παρά τις ασθενέστερες συνθήκες ζήτησης, οι εταιρείες προσπάθησαν να μετριάσουν τις επιπτώσεις των καθυστερήσεων δημιουργώντας αποθέματα ασφαλείας, καθώς οι αγορές εισροών αυξήθηκαν με έντονο ρυθμό και τα αποθέματα προμηθειών αυξήθηκαν για δεύτερη μόλις φορά από τον Φεβρουάριο του 2020.

Επιπλέον, η επιβάρυνση κόστους αυξήθηκε με τον δριμύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί σε διάστημα μεγαλύτερο του ενάμισι έτους, καθώς οι εταιρείες μετακύλισαν σε μεγάλο βαθμό τις υψηλότερες τιμές εισροών στους πελάτες. Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις μας, η αύξηση των τιμών καταναλωτή (ΔΤΚ) αναμένεται να κυμανθεί στο μέτριο επίπεδο του 2,7% το 2024».

 

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v