Τα πάντα δείχνουν ότι οι μέρες της καταναλωτικής χαλαρότητας έχουν τελειώσει, το ίδιο και η βεβαιότητα στην οποία είχαμε εθιστεί ότι κάθε μήνα θα μας έρχεται πάνω - κάτω ο ίδιο λογαριασμός, σε τιμές πέριξ των 10 σεντς / κιλοβατώρα.
Βολεμένοι στο πράσινο κυμαινόμενο τιμολόγιο σε ποσοστό 80%, οι καταναλωτές δεν έχουν ακόμη συνειδητοποιήσει ότι έχει πάψει καιρό τώρα να είναι το φθηνότερο. Και ότι θα καθίσταται όλο και λιγότερο ελκυστικό έναντι των κίτρινων και των μπλε σταθερών, όσο θα πληθαίνουν οι ενδείξεις πως επίκεινται νέες αυξήσεις στο ρεύμα, όπως δείχνουν τα τελευταία μηνύματα από τις αγορές.
Σε μηνιαία βάση, το φυσικό αέριο κινείται αυξητικά 20%, η αγορά είναι τόσο νευρική ώστε υπεραντιδρά στη παραμικρή «αρνητική» είδηση, ακόμη και αν πρόκειται για μια εβδομάδα συντήρησης σε μικρό κοίτασμα της Νορβηγίας, ενώ οι γεωπολιτικές εντάσεις στις σχέσεις Ρωσίας - Δύσης ξανά μεγαλώνουν.
Στα καθ’ ημάς, ο υδράργυρος ανεβάζει συνεχώς τη ζήτηση για ενέργεια, η μέση τιμή χονδρικής στο χρηματιστήριο κινείται στα 94 ευρώ/ MWh, επίσης 18% υψηλότερα απ' ότι τον Μάιο, ενώ η ελληνική αγορά ακολουθεί συχνά, χωρίς προφανή εξήγηση, αντίθετη πορεία από πολλές άλλες, όπως για παράδειγμα χθες.
Ακριβότεροι στην Ευρώπη
Στον πίνακα με τις τιμές χονδρικής πανευρωπαϊκά, ενώ σχεδόν παντού αυτές υποχωρούν, η Ελλάδα ήταν για το Σάββατο μακράν η ακριβότερη αγορά στην ΕΕ με τιμή 102,2 ευρώ/ MWh, και μάλιστα με αύξηση 25%. Κι αυτό παρά τη πρωταγωνιστική συμμετοχή των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα με ποσοστό άνω του 37%. Ολα αυτά, συνδυαστικά, οδηγούν μαθηματικά στο συμπέρασμα ότι οι προσεχείς λογαριασμοί θα έχουν περισσότερες και ακριβότερες κιλοβατώρες.
Σε μια πρώτη ανάλυση και με οδηγό τα προθεσμιακά συμβόλαια, τα οποία δείχνουν ότι οι τιμές στο ρεύμα θα παραμείνουν ψηλά μέχρι και τον Σεπτέμβριο, επιστρέφουν στη συζήτηση τα σταθερά τιμολόγια 6μηνης διάρκειας.
Σε αυτά, οι χρεώσεις κινούνται μεταξύ 8,8 και 9,5 λεπτά η κιλοβατώρα, αλλά έχουν υψηλότερο πάγιο. Συμφέρουν ωστόσο, υπό την έννοια ότι οι διαφορές σε σχέση με τα κυμαινόμενα κίτρινα και πράσινα είναι πολύ μικρές, πέντε - δέκα ευρώ παραπάνω το μήνα. Σε μια μέση μηνιαία κατανάλωση 400 kwh, βγαίνει μια μέση χρέωση 37 ευρώ και μαζί με το πάγιο (9,50 ευρώ) το τελικό ποσό είναι στα 47 ευρώ. Ενα κυμαινόμενο πράσινο τιμολόγιο για το ίδιο προφίλ πελάτη, συνεπάγεται σήμερα μηνιαία δαπάνη μεταξύ 50-60 ευρώ, η οποία όμως από τον Ιούλιο μπορεί να είναι μεγαλύτερη.
Η "μπλε" λύση....
Για όσους θέλουν να έχουν το κεφάλι τους ήσυχο και να μην ασχολούνται κάθε μήνα με το θέμα «τιμολόγια», τα μπλε είναι μια λύση, κι ας πληρώσουν κάτι παραπάνω, ειδικά όταν η διάρκεια των συμβολαίων αυτών δεν ξεπερνά το 6μηνο και απ' ότι φαίνεται βρισκόμαστε μπροστά σε μια ανατιμητική περίοδο.
Συμφέρει με άλλα λόγια να «κλειδωθεί» κανείς τώρα σε ένα τέτοιο προϊόν, καθώς οι πληροφορίες από την αγορά αναφέρουν ότι οι φθηνές ποσότητες που είχαν «χετζάρει» αρκετές εταιρείες τελειώνουν, άρα η επόμενη γενιά σταθερών προγραμμάτων θα κλείσει σε υψηλότερες τιμές. Τα σημερινά επίπεδα των 8 -10 σεντς η κιλοβατώρα θα πρέπει να τα ξεχάσουμε, καθώς πολύ απλά δεν θα υπάρχουν πλέον τόσο φθηνά προθεσμιακά.
....η κίτρινη και η πράσινη
Για κάποιον που δεν επιθυμεί να «κλειδωθεί» σε ένα συμβόλαιο για έξι μήνες, παρά θέλει να ξέρει τι θα πληρώνει από την αρχή του μήνα, έχει δύο επιλογές, τα πράσινα ή τα κίτρινα ex ante. Είναι εκείνα τα τιμολόγια κίτρινου χρώματος, στα οποία ο καταναλωτής γνωρίζει τη τιμή στην αρχή του μήνα κατανάλωσης σε αντίθεση με τα κίτρινα ex post, όπου η τελική χρέωση διαμορφώνεται στο τέλος του. Τρεις μόνο εταιρείες διαθέτουν τέτοια προϊόντα κίτρινου χρώματος ex ante στην αγορά (ΔΕΗ, Protergia και ΗΡΩΝ), με τις τιμές να κυμαίνονται μεταξύ 9 και 15 σεντς/ KWh. Κάνοντας την άσκηση, για το ίδιο πάντα προφίλ καταναλωτή, αυτού που «καίει» 400 KWh, με μια μέση τιμή αγοράς (12,5 σεντς), η μηνιαία δαπάνη, μαζί με ένα πάγιο πέντε ευρώ, βγαίνει στα 55 ευρώ τον μήνα.
Κάνοντας την ίδια άσκηση, αλλά για το πράσινο τιμολόγιο, με μέση τιμή αγοράς για τον Ιούνιο τα 15,2 σεντς/ Kwh και με το ίδιο πάντα πάγιο, η χρέωση είναι 65 ευρώ. Τα δέκα επιπλέον ευρώ δεν είναι φυσικά μεγάλη διαφορά και κανείς δεν αλλάζει πάροχο για ένα τόσο χαμηλό ποσό, αν είναι ικανοποιημένος από το συνολικό του service και του συμπεριφέρεται σωστά, ωστόσο τα στοιχεία δείχνουν ότι τα κίτρινα ex ante είναι φθηνότερα. Τα προωθούν άλλωστε και οι εταιρείες περισσότερο από τα πράσινα, καθώς θέλουν να σπρώξουν σε αυτά όσο το δυνατό μεγαλύτερο μέρος του πελατολογίου τους.
Το τέλος του «βολέματος»
Αυτά είναι τα περιθώρια επιλογών για το μέσο καταναλωτή σε μια ανατιμητική περίοδο σαν κι αυτή που διανύουμε, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τα κίτρινα τιμολόγια ex post, δηλαδή αυτά όπου οι χρεώσεις «κλειδώνουν» στα τέλη του μήνα είναι πολύ ακριβότερα. Αν πάρει κανείς τα στοιχεία για το Μάιο (για τον Ιούνιο δεν υπάρχει ακόμη εικόνα), με μέση τιμή τα 11,9 σεντς και το ίδιο πάγιο, ο πελάτης του παραπάνω παραδείγματος θα χρεωθεί με 53 ευρώ.
Αν προκύπτει κάτι από όλες αυτές τις συγκρίσεις είναι ότι οι μέχρι σήμερα διαφορές μεταξύ πράσινων, κίτρινων και 6μηνων μπλε ήταν τόσο μικρές. ώστε ελάχιστοι ασχολούνταν σοβαρά με το θέμα. Σε ένα κοινό με παραδοσιακή αδράνεια, χωρίς εκπαιδευμένα αντανακλαστικά και καθόλου εξοικειωμένο με το αντικείμενο, τέτοιες μικρές αποκλίσεις τιμών δεν ήταν αρκετές για να δικαιολογήσουν την οποιαδήποτε σοβαρή κινητικότητα.
Το αποδεικνύουν οι απειροελάχιστες μετακινήσεις από πάροχο σε πάροχο και οι επίσης λιγοστές από χρώμα σε χρώμα, ακόμη και αν το Μάιο κάποιοι προέβησαν σε σημαντικές αυξήσεις. Είναι η πρώτη φορά από τον Ιανουάριο, οπότε και ξεκίνησαν τα χρωματιστά τιμολόγια, που είναι τόσο έντονες οι ανατιμητικές προβλέψεις για τους επόμενους μήνες μέχρι και το φθινόπωρο, ώστε το ερώτημα «τι χρώμα τιμολόγιο να διαλέξω», καθώς και ποιο πάροχο, θα αρχίσει να απασχολεί όλο και περισσότερους.