Το παιχνίδι των πολυεθνικών με τις τιμές και η απάντηση Μακρόν

Το χαρτί της ακρίβειας, που παραμένει το μεγαλύτερο πρόβλημα της κοινωνίας, αποφάσισε να παίξει χθες ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Η επιστολή στην Κομισιόν και το παράδειγμα της Γαλλίας.

Το παιχνίδι των πολυεθνικών με τις τιμές και η απάντηση Μακρόν

Στην τελική ευθεία πριν τις Ευρωεκλογές του Ιουνίου, ο Έλληνας πρωθυπουργός, ακολουθώντας το παράδειγμα άλλων Ευρωπαίων ηγετών, κατονόμασε τις πολυεθνικές για την ακρίβεια.

Στη συνέντευξή του στον Σκάι, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε γνωστό ότι ετοιμάζει επιστολή προς την πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, με την οποία θα ζητήσει ευρωπαϊκή παρέμβαση ώστε «να μας εξηγήσουν οι πολυεθνικές γιατί τιμολογούν διαφορετικά τα προϊόντα στις χώρες-κράτη της Ε.Ε.». Η ακρίβεια -σ.σ. σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις είναι αυτή που επηρεάζει την ψήφο για το 78% των πολιτών - «είναι μεγάλο πρόβλημα» είπε. 

Στο ίδιο μήκος κύματος και ο υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ και κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης, ο οποίος κατά τη διάρκεια ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών και ανταποκριτών ξένου Τύπου ανέφερε: «Η εισαγόμενη ακρίβεια είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει κάθε νοικοκυριό και εργαζόμαστε σταθερά με παρεμβάσεις στην αγορά και έκτακτα μέτρα προκειμένου να μειώσουμε τις συνέπειες του φαινομένου».

Σε άλλο σημείο της ενημέρωσης υπεραμύνθηκε των κυβερνητικών μέτρων κατά της ακρίβειας -σ.σ. τα τελευταία τέθηκαν σε εφαρμογή τον περασμένο Μάρτιο- δηλώνοντας: «Οι παρεμβάσεις και τα έκτακτα μέτρα που έχει λάβει η Κυβέρνηση για την αντιμετώπιση του αυξημένου πληθωρισμού και της εισαγόμενης ακρίβειας αποδίδουν σταδιακά, σε συνδυασμό με άλλους κρίσιμους παράγοντες, όπως είναι η αποκλιμάκωση των τιμών των πρώτων υλών στις διεθνείς αγορές, η σταδιακή αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, προσφορές, εκπτώσεις κ.λπ.»

Όπως είπε: «Οι μεγαλύτερες μειώσεις τιμών της τάξης του 4,57% καταγράφονται στις βρεφικές και παιδικές τροφές και ακολουθούν χαρτικά, πάνες, απορρυπαντικά και είδη καθαρισμού, βούτυρα, αυγά, αλλά και γαλακτοκομικά. Μεγαλύτερες αυξήσεις καταγράφονται σε αναψυκτικά, μπισκότα, σοκολάτες και ζαχαρώδη, αλκοολούχα ποτά, έτοιμα γεύματα, ξηρούς καρπούς και σνακ, αυξήσεις οι οποίες οφείλονται -κατά κύριο λόγο- στις διεθνείς τιμές πρώτων υλών και κυρίως τις τιμές της ζάχαρης και του κακάο».

Η ουσία είναι ότι τα τελευταία μέτρα κατά της ακρίβειας που τέθηκαν σε εφαρμογή τον περασμένο Μάρτιο δεν έχουν φέρει το αποτέλεσμα που επιθυμεί η κυβέρνηση. Οι τιμές, παρά τις δια νόμου μειώσεις σε προϊόντα όπως στο βρεφικό γάλα, το τρίμηνο πέναλτι επί των προωθητικών ενεργειών σε όσους προχωρούν σε ανατιμήσεις και τα πρόστιμα που έχουν επιβληθεί, δεν έχουν γράψει ούτε στο ταμείο, ούτε στην καθημερινότητα του καταναλωτή-ψηφοφόρου, ούτε στα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.

Με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, τον Απρίλιο ο πληθωρισμός των τροφίμων αυξήθηκε 5,4% σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Απριλίου 2023, μετά από αύξηση 5,3% τον Μάρτιο έναντι του Μαρτίου του 2023.

Σύμφωνα πάντως με τον Π. Μαρινάκη, τον Απρίλιο διαπιστώνεται, όπως είπε, σταδιακή συγκράτηση των τιμών των προϊόντων στο σύνολο των αλυσίδων των σούπερ μάρκετ σε σχέση με τον Απρίλιο του 2023. Προς επίρρωση της διαπίστωσης αυτής, επικαλέστηκε τα αποτελέσματα της έρευνας του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ), σύμφωνα με τα οποία αποτυπώνεται μικρή αύξηση 1,1% σε σύγκριση με ένα χρόνο πριν.

Όμως η πραγματικότητα είναι ότι οι καταναλωτές βιώνουν πολύ έντονα τον πληθωρισμό στην καθημερινότητά τους και στην τσέπη τους. Σύμφωνα με τη Wood & Company, η ακρίβεια αποτελεί το μεγαλύτερο βαρίδι της ελληνικής οικονομίας. Όπως σημειώνει: «Οι καταναλωτές αναφέρουν πολύ μικρή βελτίωση του αντιλαμβανόμενου πληθωρισμού: αυτό σημαίνει ότι, παρόλο που ο μετρούμενος πληθωρισμός στην Ελλάδα ήταν 3,2% σε ετήσια βάση τον Μάρτιο, οι έρευνες δείχνουν ότι τα νοικοκυριά αισθάνονται πιθανότατα τριπλάσιο ρυθμό».

Το πρόβλημα με την ακρίβεια φυσικά δεν το αντιμετωπίζει μόνο η Ελλάδα. Ούτε η ελληνική κυβέρνηση είναι η μοναδική που μια ανάσα από τις Ευρωεκλογές κλιμακώνει τον «πόλεμο» κατά τον προμηθευτών. Πριν από λίγες εβδομάδες η Γαλλική Κυβέρνηση ανακοίνωσε ένα νέο μέτρο. Θα απαιτήσει από τα καταστήματα να ενημερώνουν τους πελάτες πότε σε ένα προϊόν μειώνεται η συσκευασία-ποσότητα αλλά η τιμή του παραμένει ίδια ή αυξάνεται.

Τη μάχη κατά του shrinkflation, φαινόμενο που καταγράφεται και στην Ελλάδα, την ξεκίνησε σε μεγάλη κλίμακα πέρυσι η Carrefour, όπου έβγαλε στα «μανταλάκια» γνωστά διεθνή brands. Τη σκυτάλη τώρα παίρνει η Γαλλική Κυβέρνηση, η οποία δια στόματος του υπουργού Οικονομικών της Μπρούνο Λεμέρ είπε ότι από την 1η Ιουλίου, τέτοιες περιπτώσεις θα πρέπει να κοινοποιούνται ξεκάθαρα στους καταναλωτές. «Οι καταναλωτές πρέπει να κατανοήσουν την πραγματική εξέλιξη των τιμών των προϊόντων, όταν αλλάζει το μέγεθός τους», είπε. 

Σε ό,τι αφορά το θέμα που έθιξε χθες ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης -σ.σ. την επιστολή προς την κα Ursula von der Leyen αναμένεται να την αποστείλει πιθανότατα και εντός της ημέρας- αποτελεί κοινό μυστικό. Αρκετές εταιρείες τιμολογούν εντελώς διαφορετικά το ίδιο προϊόν, γιατί μπορούν. Κάτι που έχει αποτυπώσει και η Ελληνική Επιτροπή Ανταγωνισμού.

Έρευνα της Ανεξάρτητης Αρχής που είχε πραγματοποιηθεί τον Ιανουάριου του 2023, δηλαδή πριν από 16 μήνες, είχε αποκαλύψει ότι οι Έλληνες πλήρωναν τότε ακριβότερα έως και 361% τα απορρυπαντικά ρούχων στην Ελλάδα σε σχέση με τη φθηνότερη χώρα της Ε.Ε.

Και τα απορρυπαντικά δεν είναι η μοναδική περίπτωση. Μεταξύ των λόγων που επικαλούνται οι εταιρείες για αυτό το χάσμα στις τιμές είναι η γεωγραφία της χώρας, το μέγεθος της αγοράς και το υψηλό λειτουργικό κόστος. Πολλά νησιά, βουνά, και πολυδιασπασμένη αγορά. Αυτή είναι η μία όψη του νομίσματος.

Η άλλη είναι ότι οι Έλληνες καταναλωτές έχουν αποδείξει, διαχρονικά, ακόμη και την περίοδο της οικονομικής κρίσης, ότι είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν περισσότερα για να μην αλλάξουν τις καταναλωτικές τους συνήθειες.

Η πίστη των Ελλήνων στα brands, εθνικά ή παγκόσμια, που αποτυπώνεται και στο χαμηλό, αν και αυξανόμενο μερίδιο των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας στο καλάθι -σε αξία το μερίδιο τους είναι στο 27,1%- συνδέεται και με το γεγονός ότι η ευαισθησία που έχουν ως καταναλωτές με την τελική τιμή δεν είναι αυτή που νομίζουν ή υποστηρίζουν ότι έχουν. Άρα από τη στιγμή που δεν υπάρχει ελαστικότητα στη ζήτηση, πολύ δύσκολα οι βιομηχανίες, οι προμηθευτές, το σούπερ μάρκετ και το παντοπωλείο της γειτονιάς θα μειώσει τις τιμές.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v