Οι νέοι κανόνες οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ, που τίθενται από φέτος σε ισχύ, αποτελούν θετική εξέλιξη για την Ελλάδα, καθώς ικανοποιούν διαχρονικές επιδιώξεις της χώρας -όπως η ειδική μεταχείριση των αμυντικών δαπανών κατά τον υπολογισμό του ελλείμματος- και εξασφαλίζουν ότι η δημοσιονομική σταθερότητα δεν θα υπονομεύει την ανάπτυξη. Ωστόσο, ανεξαρτήτως των νέων κανόνων η Ελλάδα είναι αποφασισμένη να συνεχίζει να πορεύεται στο δρόμο της δημοσιονομικής υπευθυνότητας, γιατί θέλουμε να προχωρήσουμε μπροστά σε ένα δρόμο που θα συνοδεύεται από την εμπιστοσύνη των αγορών, των επενδυτών και των οίκων αξιολόγησης και γιατί οι θυσίες των πολιτών τα προηγούμενα χρόνια δεν πρέπει να πάνε χαμένες.
Αυτά επεσήμανε σήμερα στη Βουλή ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, ο οποίος ενημέρωσε τα μέλη των Διαρκών Επιτροπών Ευρωπαϊκών και Οικονομικών Υποθέσεων για την πορεία της διαπραγμάτευσης, που αφορά στη μεταρρύθμιση του πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι νέοι κανόνες φαίνεται πως έχουν ήδη συμφωνηθεί μεταξύ του Συμβουλίου των Υπουργών και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και απομένει η τυπική ψήφισή τους από την ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εντός του Απριλίου. Αυτό σημαίνει ότι οι εθνικοί προϋπολογισμοί του 2025 θα διέπονται από το νέο πλαίσιο, που αντικαθιστά τους κανόνες που ισχύουν σήμερα, η εφαρμογή των οποίων, όπως εξήγησε ο κ. Χατζηδάκης, θα έθετε πολύ υψηλές και μη ρεαλιστικές απαιτήσεις μείωσης του δημοσίου χρέους για αρκετά κράτη μέλη – ενδεικτικά για την Ελλάδα θα σήμαινε ετήσια μείωση του χρέους κατά 4,5%-5% τα επόμενα χρόνια.
Παράλληλα, τόνισε, η νέα κατάσταση που διαμορφώθηκε μετά την πανδημία και την εισβολή στην Ουκρανία, η διπλή πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, η ανάγκη κάλυψης του διευρυνόμενου χάσματος ανταγωνιστικότητας με άλλες μεγάλες οικονομίες επέβαλαν να δούμε το θέμα των αμυντικών δαπανών και των δημοσίων επενδύσεων με διαφορετικό μάτι.
Η ελληνική θέση στη διαπραγμάτευση βασίστηκε στην παραδοχή ότι οι στόχοι της δημοσιονομικής σταθερότητας και της οικονομικής ανάπτυξης είναι αλληλένδετοι και συμπληρωματικοί. «Επιδιώξαμε μια συμφωνία που να διασφαλίζει τον περιορισμό των ελλειμμάτων και του δημόσιου χρέους σε ευρωπαϊκό επίπεδο, χωρίς όμως να θέτει υπέρμετρους και άκαμπτους περιορισμούς, που θα απειλούσαν την ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας και πιθανώς θα έβλαπταν τη μακροχρόνια ανάπτυξη. Είπαμε: Ναι σε ξεκάθαρους και σοβαρούς δημοσιονομικούς κανόνες, όχι σε ζουρλομανδύα», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Χατζηδάκης.
Με το νέο πλαίσιο, οι βασικές προβλέψεις για το δημοσιονομικό έλλειμμα (3% του ΑΕΠ) και το δημόσιο χρέος (60% του ΑΕΠ) παραμένουν αμετάβλητες, ωστόσο επέρχονται σημαντικές αλλαγές στο προληπτικό και το διορθωτικό σκέλος, οι οποίες μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε 5 άξονες.
Δημοσιονομικοί στόχοι με βάση τις δαπάνες και όχι το δημοσιονομικό ισοζύγιο.
Οι ετήσιες δαπάνες θα προσδιορίζονται σε συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε επίπεδο που θα διασφαλίζει τη μείωση του δημοσίου χρέους, ακόμα και σε δυσμενή σενάρια για την οικονομική ανάπτυξη (αντί για τον κανόνα έσοδα μείον έξοδα, που ισχύει σήμερα).
Καλύτερη εκτέλεση επί του στόχου δαπανών θα δημιουργεί δημοσιονομικό χώρο για τα επόμενα έτη. Αντίστροφα, χειρότερη εκτέλεση επί του στόχου δαπανών θα αφαιρεί χώρο από τα επόμενα έτη. Και στην περίπτωση υπέρβασης του στόχου κατά ποσοστό που ξεπερνά το 0,3% του ΑΕΠ για ένα έτος ή 0,6% σωρευτικά, η Ε.Ε. θα μπορεί να θέσει το κράτος μέλος σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος.
«Είναι σημαντικό να τονίζουμε ότι αν ένα έτος πετύχουμε παραπάνω έσοδα από το προβλεπόμενο, δεν θα έχουμε τη δυνατότητα να τα μοιράσουμε σε παροχές. Αλλά και αντίστροφα αν έχουμε λιγότερα έσοδα, δεν θα είμαστε υποχρεωμένοι να προβούμε σε περικοπές δαπανών», επεσήμανε ο κ. Χατζηδάκης. «Με αυτόν τον τρόπο αποθαρρύνουμε υπέρμετρη αύξηση δαπανών σε καλές οικονομικές περιόδους – η οποία λειτουργεί πληθωριστικά και ταυτόχρονα προστατεύουμε τις δημόσιες δαπάνες σε περιόδους οικονομικής ύφεσης. Δεν ξοδεύουμε τα περισσεύματα. Τα κρατάμε ώστε τις δύσκολες περιόδους να μην υπάρχει πίεση στους πολίτες όπως αυτή που υπήρξε για τους Έλληνες πολίτες την προηγούμενη δεκαετία».
Σταδιακός περιορισμός των ελλειμμάτων και του χρέους
Ειδικότερα:
- Η απαιτούμενη μείωση χρέους δεν θα είναι πλέον ίδια για όλους, αλλά θα υπολογίζεται με βάση τα χαρακτηριστικά κάθε κράτους μέλους. Ως ελάχιστο όριο για τα κράτη με υψηλό χρέος (>90% του ΑΕΠ), όπως η Ελλάδα, τίθεται η μείωση του χρέους κατά μέσο όρο 1% υπολογιζόμενο καθ’ όλη την διάρκεια εφαρμογής του τετραετούς προγράμματος. «Εμείς», διευκρίνισε ο κ. Χατζηδάκης «θα πάμε αρκετά παραπάνω γιατί θέλουμε να μειωθεί γρήγορα το χρέος».
- Μειώνονται οι ελάχιστες απαιτήσεις για περιορισμό των δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Για την Ελλάδα το ανώτατο όριο του ελλείμματος από 0,5-0,7% σήμερα, με τους νέους κανόνες διαμορφώνεται στο 1,5 % του ΑΕΠ. Όπως ανέφερε ο υπουργός, το 2023 είμασταν στο 2,3% και με βάση τις τελευταίες προβλέψεις της Ε. Επιτροπής το 2024 θα είμαστε στο 1,3%, δηλαδή κάτω από το όριο που τίθεται.
Δημοσιονομικοί στόχοι με ευελιξία και μεσοπρόθεσμο ορίζοντα
Προβλέπεται ο σχεδιασμός της δημοσιονομικής πολιτικής στα πλαίσια τετραετών δημοσιονομικών-διαρθρωτικών προγραμμάτων που, υπό προϋποθέσεις, θα μπορούν να επεκταθούν μέχρι και για τρία επιπλέον χρόνια. «Εμείς δεν θα ζητήσουμε παράταση, είμαστε σε θέση να εκπληρώσουμε τους καινούργιους κανόνες», σημείωσε ο κ. Χατζηδάκης.
Στήριξη φιλοαναπτυξιακών επενδύσεων
Δίνονται κίνητρα για πραγματοποίηση επενδύσεων που έχουν αναπτυξιακό χαρακτήρα και συμβάλουν στην αντιμετώπιση σύγχρονων προκλήσεων όπως η ψηφιακή και πράσινη μετάβαση, η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, η ενεργειακή ασφάλεια, η οικονομική ανθεκτικότητα, η κοινωνική συνοχή και η άμυνα. Αυτό δεν σημαίνει πλήρη εξαίρεσή τους από τον υπολογισμό του ελλείμματος και του χρέους. Ωστόσο τα κράτη που δεσμεύονται να πραγματοποιήσουν ένα σύνολο μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων θα μπορούν να αιτηθούν μεγαλύτερη περίοδο προσαρμογής.
«Μιλάμε για επενδύσεις που πληρούν συγκεκριμένες προϋποθέσεις και συμβάλουν στη γενικότερη μεταρρυθμιστική προσπάθεια της χώρας. Δεν θα μπορούμε δηλαδή να βαφτίζουμε – κατά την γνωστή πρακτική – την οποιαδήποτε δαπάνη «επένδυση» για να πετύχουμε μεγαλύτερη περίοδο προσαρμογής», διευκρίνισε ο κ. Χατζηδάκης.
Ρήτρες διαφυγής
Καθίστανται πιο ξεκάθαρες οι προϋποθέσεις και οι διαδικασίες ενεργοποίησης της «γενικής ρήτρας διαφυγής», όπως αυτή που εφαρμόστηκε κατά την περίοδο της πανδημίας. Παράλληλα θεσπίζεται και μια νέα «ειδική εθνική ρήτρα», την οποία θα μπορούν να επικαλεστούν οι εθνικές κυβερνήσεις όταν αντιμετωπίζουν εξαιρετικές περιστάσεις, που βρίσκονται εκτός του ελέγχου τους και έχουν σημαντική επίπτωση στα δημόσια οικονομικά τους.
Θέματα ειδικού ελληνικού ενδιαφέροντος
Το νέο πλαίσιο περιλαμβάνει δύο ρυθμίσεις με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Ελλάδα.
Πρώτον, ικανοποιείται το πάγιο αίτημα της Ελλάδας για ειδική μεταχείριση των αμυντικών δαπανών. Αν ένα κράτος-μέλος έχει υψηλότερες επενδύσεις στην άμυνα σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ή προβαίνει σε μια σημαντική αύξηση των επενδύσεων του στην άμυνα, οι δαπάνες αυτές να μην λαμβάνονται υπόψη για την ένταξη ή μη του κράτους μέλους σε Διαδικασία Υπερβολικού Ελλείμματος. Οι επενδύσεις στην άμυνα είναι η μοναδική κατηγορία δαπανών για την οποία εισάγεται ρητά αυτή η πρόνοια. «Τονίζω ότι μιλάμε για επενδύσεις. Δεν θα είναι επιλέξιμη ας πούμε η μισθοδοσία των Ενόπλων Δυνάμεων», σημείωσε ο υπουργός.
Δεύτερον, εξασφαλίζεται πως η καταγραφή των αναβαλλόμενων τόκων επίσημων δανείων στο δημόσιο χρέος το 2033, η οποία αναμένεται να φτάσει τα 25 δισ. ευρώ, δεν θα ληφθεί υπόψη στους υπολογισμούς εξέλιξης του ελληνικού δημοσίου χρέους όσον αφορά την εφαρμογή των νέων δημοσιονομικών κανόνων.
Ο κ. Χατζηδάκης υπογράμμισε ότι χρειάζεται να γίνει ακόμη πολλή δουλειά στην ΕΕ, πέρα από την οικονομική διακυβέρνηση, σε θέματα όπως η ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης και της ένωσης κεφαλαιαγορών, η εμβάθυνση της Ενιαίας Αγοράς, το Ευρωπαϊκό Επενδυτικό Ταμείο για την ενίσχυση της καινοτομίας, η ευρωπαϊκή πολιτική προμήθειών με βάση τις κοινές προμήθειες που έγιναν πρόσφατα για τα εμβόλια και το φυσικό αέριο.
Απαντώντας σε παρατηρήσεις που διατυπώθηκαν στο πλαίσιο της συζήτησης ο κ. Χατζηδάκης ανέφερε:
- Οι δημοσιονομικοί κανόνες είναι απαραίτητοι ιδίως σε μια ατελή ένωση όπως η ΕΕ. Στην Ελλάδα δεν δώσαμε σημασία στις δαπάνες ιδίως κατά τη δεκαετία του ’80 και το πληρώσαμε πανάκριβα.
- Η συμφωνία είναι αποτέλεσμα συμβιβασμού στον οποίο έπαιξε ρόλο το γεγονός ότι σε πολλές χώρες έχουν κυβερνήσεις συνεργασίας και θέλησαν να βάλουν κανόνες όχι μόνο για τα «μαύρα πρόβατα» αλλά και για το μέλλον των ιδίων.
- Οι κανόνες σε όλες τις περιπτώσεις έχουν εξαιρέσεις, δεν έχουμε λόγο να μην θέλουμε τις ρήτρες διαφυγής.
- Θα συνεχίσω να επισημαίνω ότι η Ελλάδα ανεξαρτήτως ευρωπαϊκών ρυθμίσεων θα ακολουθήσει σοβαρή δημοσιονομική πολιτική γιατί αυτό πιστεύω. Στη διαπραγμάτευση πήραμε αυτά που θέλαμε αλλά δεν έχουμε κανένα λόγο να λέμε ότι θέλουμε να επιστρέψουμε στα ελλείμματα. Σκεφτείτε τι θα έκαναν σε αυτή την περίπτωση οι επενδυτές και οι οίκοι αξιολόγησης.
- Η συμφωνία για τις αμυντικές δαπάνες δεν ήταν καθόλου εύκολη. Έγινε μια συμμαχία με χώρες της Ανατολικής Ευρώπης που «ρυμούλκησε» και τους υπόλοιπους. Είναι μια επιτυχία της χώρας, όπως και η ρύθμιση για τον υπολογισμό του δημοσίου χρέους μετά το 2033.
«Σήμερα δεν είμαστε πια το «μαύρο πρόβατο» στην ΕΕ. Αντίθετα, μας αντιμετωπίζουν ως ευχάριστη έκπληξη», κατέληξε ο κ. Χατζηδάκης. «Δεν εφησυχάζουμε, η προσπάθεια πρέπει να συνεχιστεί με διαρθρωτικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Θέλουμε μια Ευρωπαϊκή Ένωση που θα κινείται γρήγορα και αποτελεσματικά σε σχέση με την ενιαία αγορά και την ανταγωνιστικότητα. Η απάντηση δεν είναι ο ευρωσκεπτικισμός, ούτε να γυρίσουμε 50-100 χρόνια πίσω. Χρειαζόμαστε θάρρος, όραμα, αποτελεσματικότητα και προς αυτήν την κατεύθυνση εργαζόμαστε».