Αδειάζει η κλεψύδρα προκειμένου, στο τέλος του μήνα η υπουργός Εργασίας Δόμνα Μιχαηλίδου να ανακοινώσει το νέο, κατώτατο μισθό που θα ισχύσει για πάνω από 600.000 μισθωτούς από 1η Απριλίου, με το σύνολο των εμπλεκόμενων φορέων να συμφωνούν ότι η αύξηση θα πρέπει να είναι τουλάχιστον της τάξης του 3,5%.
Βέβαια, τόσο κυβερνητικά στελέχη, όσο και στελέχη της αγοράς εκτιμούν ότι το τελικό ποσοστό θα «κλειδώσει» κοντά στο 5%, και επισημαίνουν ότι η επικράτηση νέων, υβριδικών μοντέλων εργασίας, με ευελιξία στον τόπο και τον χρόνο απασχόλησης, η έντονη κινητικότητα, αλλά και οι χιλιάδες κενές θέσεις απασχόλησης οδηγούν αργά, αλλά σταθερά, και την εγχώρια αγορά εργασίας σε έναν ριζικό μετασχηματισμό, που έχει ως αποτέλεσμα την διαμόρφωση νέων δεδομένων στη μάχη προς μέσες απολαβές 1.500 ευρώ.
Άλλωστε, σημειώνουν ότι και ο παράγοντας πληθωρισμός επιδρά στη συζήτηση για την αναγκαιότητα αύξησης των μισθών, με την ευελιξία και την κινητικότητα να εξελίσσονται σε «όπλο» στα χέρια των εργαζομένων, προκειμένου να αυξήσουν τις απολαβές τους.
Με την βοήθεια του εργατολόγου – δικηγόρου Γιάννη Καρούζου το Εuro2day.gr καταγράφει τις αλλαγές στη λειτουργία και την δομή της αγοράς εργασίας, όπως είναι η αναζήτηση νέων και καλύτερα αμειβόμενων θέσεων εργασίας από τους ίδιους τους εργαζόμενους, την ανάγκη για καλύτερες συνθήκες εργασίας, και επιπλέον παροχές, πέραν των αμοιβών, αλλά και τον σταδιακό μετασχηματισμό του μοντέλου απασχόλησης.
Πρόσφατη έρευνα του ιστότοπου kariera.gr στο Linkedin με περισσότερες από 20.000 συμμετοχές αποκάλυψε πως το 41% αλλάζει δουλειά κάθε 2-3 χρόνια ενώ υπάρχει και ένα 11% που αλλάζει δουλειά κάθε χρόνο. Άλλο ένα 16% αλλάζει δουλειά κάθε 4 χρόνια τουλάχιστον. Δηλαδή το 68% των εργαζομένων - πάνω από 2 στους 3 - παραμένουν στην ίδια θέση από 1 έως και 4 χρόνια το πολύ, αναζητώντας καλύτερες συνθήκες και απολαβές.
Σύμφωνα, άλλωστε, με την πλέον πρόσφατη έρευνα της Adecco για την απασχολησιμότητα στην Ελλάδα, το συντριπτικό 81% απαντά πως «συμφωνεί» ή «απόλυτα συμφωνεί» (από μόνο του 45%) πως ο μισθός του δεν είναι αρκετά υψηλός για να αντιμετωπίσει τον πληθωρισμό.
Μόλις το 5% των εργαζόμενων θεωρεί ότι αμείβεται δίκαια σε σχέση με την παραγωγικότητα και τις ώρες εργασίας τους. Άλλωστε για να αντιμετωπίσουν το αυξανόμενο κόστος ζωής οι εργαζόμενοι σε ποσοστό 41% - δηλαδή σχεδόν ένας στους δυο - σκέφτονται να αλλάξουν εργοδότη. Περισσότεροι από τους μισούς μισθωτούς (67%) επιδιώκουν την εύρεση εργασίας με καλύτερες οικονομικές συνθήκες. Το ίδιο ισχύει και για το 96% των μη εργαζόμενων που παραμένουν εκτός αγοράς εργασίας αλλά αναζητούν – όπως λένε – μια δουλειά στην Ελλάδα με καλύτερες απολαβές.
Η αυξημένη ζήτηση για αμοιβές που να αντισταθμίζουν το υψηλό κόστος διαβίωσης έχει οδηγήσει σε μια ακόμη ενδιαφέρουσα μεταβολή, όπως επισημαίνει ο κ. Καρούζος. Εργαζόμενοι από διάφορους κλάδους εκφράζουν την ανάγκη και για βελτιωμένες εργασιακές συνθήκες, όπως ευελιξία στα ωράρια και δυνατότητα για τηλεργασία.
Στο περιβάλλον αυτό η ψηφιοποίηση της εργασίας, αν κάποιος έχει τη δυνατότητα με τηλεργασία από το σπίτι να εξασφαλίσει εισόδημα μεγαλύτερο από το μισθό που θα είχε σε μια «παραδοσιακή» δια ζώσης δουλειά με καθεστώς εξαρτημένης εργασίας, αλλάζει άρδην το σκηνικό.
Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο κ. Καρούζος, «μιλάμε συχνά για τις ελλείψεις εργαζομένων στον τουρισμό». Αν δει κανείς όμως τα αποκαλυπτικά στοιχεία για τη διάρθρωση των αμοιβών στον τομέα του τουρισμού που δημοσίευσε πρόσφατα η Randstad, στο πλαίσιο της ευρύτερης έρευνας για τις αμοιβές, θα διαπιστώσει τα εξής: Στην κορυφή της πυραμίδας οι αμοιβές είναι ικανοποιητικές. Ένας σεφ με διευθυντικά καθήκοντα ή ένας διευθυντής ξενοδοχείου μπορεί να λαμβάνουν έως και 9.000 ευρώ τον μήνα. Στη βάση της πυραμίδας, όμως, σε βασικές ειδικότητες, όπως σερβιτόροι, υπάλληλοι υποδοχής και καμαριέρες, οι ελάχιστες αμοιβές διαμορφώνονται γύρω στα 1.200 ευρώ τον μήνα (μεικτές μηνιαίες αποδοχές με βάση 14 μισθούς τον χρόνο, δηλαδή καθαρές αποδοχές 820 ευρώ).
Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, τις καλύτερες προοπτικές προσλήψεων παρουσιάζουν οι τομείς της τεχνολογίας και των πωλήσεων, με ποσοστό 54% και 48% αντίστοιχα, ενώ στην τρίτη θέση βρίσκονται οι μηχανικοί. Και αυτό δεν είναι τυχαίο, αφού μακράν οι καλύτερες αμοιβές προσφέρονται στον κλάδο της τεχνολογίας, ενώ οι λεγόμενοι «χρυσοί» μισθοί, που μπορεί να ξεπερνούν και τα 10.000 ευρώ τον μήνα (μικτά) προσφέρονται σε διευθυντικά στελέχη, εκ των οποίων τις καλύτερες αποδοχές έχουν οι επικεφαλής των τμημάτων πληροφορικής (έως 15.000 ευρώ), οι διευθυντές πωλήσεων (12.000 ευρώ) και οι οικονομικοί διευθυντές (10.000 ευρώ).
Αυτοί οι μισθοί βέβαια δεν ισχύουν για την ευρύτατη πλειονότητα των εργαζόμενων. Τα στοιχεία της ετήσιας έκθεσης του συστήματος «Εργάνη» για το 2023 αποκαλύπτουν πως 1,23 εκατ. εργαζόμενοι, ήτοι 53,68% του συνόλου, εισέπρατταν μισθό έως 1.000 ευρώ, από 1,36 εκατ. εργαζόμενοι (60%) το 2022.
Είναι χαρακτηριστικό πως το 2023 το πλήθος των εργαζομένων αυξήθηκε μόλις κατά 47.246 άτομα, δηλαδή κατά 2,10%, με αποτέλεσμα οι μισθωτοί να φτάσουν τους 2,296 εκατ. από 2,249 εκατ. το 2022.
Tο 2023 το πλήθος των εργαζομένων αυξήθηκε μόλις κατά 47.246 άτομα, δηλαδή κατά 2,10%, με αποτέλεσμα οι μισθωτοί να φτάσουν τους 2,296 εκατ. από 2,249 εκατ. το 2022. Οι περισσότεροι νέοι εργαζόμενοι είναι γυναίκες (29.280) και πολύ λιγότερο άνδρες (17.966) και κυρίως ηλικίας 45-64 ετών. Στις πιο παραγωγικές ηλικίες (30-44) οι εργαζόμενοι μειώθηκαν κατά 10.910 άτομα.
Κι αυτά συμβαίνουν ενώ οι εργοδότες λένε σε συντριπτικό ποσοστό 86%, όπως δείχνει πρόσφατη έρευνα του Ευρωβαρόμετρου, πως είναι πολύ ή μέτρια δύσκολο να βρει εργαζόμενους με τις σωστές δεξιότητες. Οι εργοδότες στην Ελλάδα θεωρούν ως πιο σημαντικές δεξιότητες όλων τις ψηφιακές δεξιότητες, σε αντίθεση με όλες τις άλλες χώρες της ΕΕ των 27 (πλην Ιρλανδίας, Ελλάδας, Ουγγαρίας, Φινλανδίας, Σουηδίας) όπου οι εργοδότες θεωρούν ως σημαντικότερη ομάδα δεξιοτήτων τα λεγόμενα soft skills.