Λαθραία είναι 2 στα 10 αλκοολούχα ποτά που καταναλώνονται στην Ελλάδα. Το ποσοστό μάλιστα της «μαύρης» αγοράς λαθραίων και νοθευμένων ποτών είναι διπλάσιο από τον παγκόσμιο μέσο όρο.
Σύμφωνα με εκτιμήσεων των εταιρειών του κλάδου των αλκοολούχων τα παράνομα προϊόντα ξεπερνούν το 20% της εγχώριας κατανάλωσης αλκοολούχων ποτών όταν ο μέσος όρος στην παγκόσµια αγορά υπολογίζεται από διεθνείς οργανισµούς στο 11%. Μάλιστα σύμφωνα με εκπροσώπους Ενωσης Επιχειρήσεων Αλκοολούχων Ποτών (ΕΝΕΑΠ) σε αυτό το ποσοστό δεν έχει μετρηθεί το χύµα παράνοµο τσίπουρο και παρεµφερή αποστάγµατα που κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά.
Σύμφωνα με τα μέλη της ΕΝΕΑΠ η υψηλή παραβατικότητα έχει τις ρίζες της στον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (ΕΦΚ) που είναι ο τέταρτος υψηλότερος στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ο υψηλότερος µε βάση την αγοραστική δύναµη.
Επιπροσθέτως ο ΕΦΚ στην Ελλάδα είναι υψηλότερος σε σχέση με τον αντίστοιχο σε γειτονικές και ανταγωνιστικές τουριστικές χώρες.
Όπως ανέφεραν χθες κατά τη διάρκεια ενημερωτικής εκδήλωσης οι εκπρόσωποι της ΕΝΕΑΠ ο ΕΦΚ στην Ελλάδα είναι 4,6 φορές υψηλότερος σε σύγκριση µε τη Βόρεια Μακεδονία και 4,5 φορές σε σύγκριση µε τη Βουλγαρία κάτι που ευνοεί την άνθηση του παράνομου εμπορίου και πλήττει την αγορά, τη δημόσια υγεία και τα κρατικά έσοδα.
Για τον λόγο αυτό η ΕΝΕΑΠ επανέφερε το αίτημα της για μείωση του ΕΦΚ στα αλκοολούχα ποτά υποστηρίζοντας ότι το μέτρο αυτό θα έχει πολλαπλασιαστικά οφέλη και για την οικονομία και για τους καταναλωτές αλλά και για τις επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ (2024) οι συνολικές απώλειες φορολογικών εσόδων από το παράνομο εμπόριο αλκοολούχων ποτών ανέρχονται περίπου σε 70 εκατ. ευρώ (μη καταβολή ΕΦΚ και ΦΠΑ), χωρίς να περιλαμβάνονται οι απώλειες από το προϊόν των διήμερων αποσταγματοποιών. Μάλιστα, οι απώλειες φορολογικών εσόδων ενδέχεται να είναι σημαντικά υψηλότερες, καθώς ο κύριος όγκος των παρανόμως διακινούμενων ποτών διοχετεύεται στην επιτόπια αγορά, όπου το έσοδο ΦΠΑ είναι σημαντικά υψηλότερο. Αναφορικά με το προϊόν απόσταξης των διήμερων αποσταγματοποιών (χύμα τσίπουρο), οι απώλειες από ΕΦΚ εκτιμώνται σε έως και 90 εκατ. ευρώ, καθώς το συγκεκριμένο προϊόν, αξιοποιώντας το χαμηλό καθεστώς φορολόγησης, διοχετεύεται στην αγορά σε πολλαπλάσιες ποσότητες (είτε χωρίς να δηλώνονται, είτε από παράνομα αποστακτήρια) για εμπορική χρήση.
Η ΕΝΕΑΠ προτείνει η μείωση του ΕΦΚ να γίνει κλιμακωτά σε βάθος τριών ετών. Κάθε χρόνο 10% και συνολικά 30% με το δημοσιονομικό κόστος να είναι τον πρώτο χρόνο μικρό ενώ μεσοπρόθεσμα θα έχει θετικό αποτύπωμα για τα δημόσια έσοδα μέσω της αύξησης της κατανάλωσης. Η ΕΝΕΑΠ εκτιμά ότι η μείωση του ΕΦΚ θα οδηγήσει σε αύξηση των πωλήσεων νόμιμων προϊόντων κατά περίπου 10% μέχρι το 2026, ενίσχυση του ΑΕΠ κατά περίπου 325 εκατ. ευρώ την περίοδο 2024-2026, αύξηση της απασχόλησης σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού αλκοολούχων ποτών κατά 11,3 χιλ. θέσεις πλήρους απασχόλησης και επέκταση της εγχώριας παραγωγής κατά 10% σε βάθος τριετίας. Το προεδρείο της ΕΝΕΑΠ έχει ζητήσει συνάντηση με τα συναρμόδια υπουργεία προκειμένου να θέσει το θέμα της κλιμακωτής μείωσης του ΕΦΚ.