Η μαύρη οικονομία κατέγραψε σημαντική πτώση στην Ελλάδα από το 2013 ώς το 2021, με εξαίρεση τη χρονιά της πανδημίας το 2020, σύμφωνα με έκθεση ερευνητών του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, στο απόγειο της κρίσης χρέους η παραοικονομία ενισχύθηκε, φτάνοντας να αντιστοιχεί στο 30% του ΑΕΠ το 2013. Η αύξηση αποδίδεται στη βαριά ύφεση, την επιδείνωση των φορολογικών κινήτρων και την περαιτέρω αποδυνάμωση της κουλτούρας πληρωμών.
Από το 30% του ΑΕΠ το 2013 η μαύρη οικονομία υποχώρησε στο 16% του ΑΕΠ το 2021.
Σύμφωνα με τους ερευνητές του ΔΝΤ, αυτή η συρρίκνωση της μαύρου χρήματος συνδέεται με αύξηση των φορολογικών εσόδων κατά 4% του ΑΕΠ.
Η έκθεση του ΔΝΤ επισημαίνει ακόμα ότι διαπιστώνεται ισχυρή συσχέτιση ανάμεσα στην ανάπτυξη ψηφιακών υποδομών και τη συρρίκνωση της παραοικονομίας στην Ελλάδα. Ειδικότερα, μια αύξηση 10 ποσοστιαίων στην πρόσβαση στο ίντερνετ συνδέεται κατά μέσο όρο με μια πτώση της μαύρης οικονομίας κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες. Μια μείωση κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες του ποσοστού των κατοίκων που δεν έχουν χρησιμοποιήσει ποτέ ίντερνετ συνδέεται με συρρίκνωση της μαύρης οικονομίας κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες. Μια αύξηση κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες του ποσοστού των κατοίκων που έκαναν διαδικτυακές αγορές συνδέεται με μείωση της μαύρης οικονομίας κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες.
Η σημαντική μείωση της παραοικονομίας τα τελευταία χρόνια ωφελείται σε διάφορους παράγοντες, σύμφωνα με το ΔΝΤ.
Πρώτον, η επιβολή πιο αυστηρών ρυθμίσεων κατά του οικονομικού εγκλήματος και της φοροδιαφυγής στην Ελλάδα συνέβαλαν στη μείωση της παραοικονομίας. Δεύτερον, η μεγαλύτερη ευελιξία στην αγορά εργασίας, όπως στις ώρες εργασίας, αύξησαν τα κίνητρα να δηλωθούν επίσημα παράτυπες δραστηριότητες. Τρίτον, η σημαντική πρόοδος στην ψηφιοποίηση, συμπεριλαμβανομένης της βελτίωσης των υποδομών και της βελτίωσης των ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών, βοήθησε στην ενσωμάτωση των αυτοαπασχολούμενων. Τέταρτον, το εκσυγχρονισμένο σύστημα πληροφοριών για την απασχόληση περιόρισε τις δυσκολίες καταχώρησης ενώ ενίσχυσε την εποπτεία, παρέχοντας κίνητρα για συμμόρφωση.
To ΔΝΤ αναφέρει ακόμα ότι κάποιες κινήσεις εξορθολογισμού των φορολογικών πολιτικών που εφαρμόστηκαν στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, όπως η μείωση του φόρου εισοδήματος των επιχειρήσεων και εισοδήματος φυσικών προσώπων, πιθανότατα βοήθησε στη μείωση του κινήτρου για φοροδιαφυγή.
Οι ερευνητές του ΔΝΤ τονίζουν, ωστόσο, ότι υπάρχουν ακόμα τεράστια περιθώρια βελτίωσης. Ειδικότερα, υπογραμμίζουν ότι ενώ η Ελλάδα κατέγραψε αύξηση στις ψηφιακές δεξιότητες που ήταν υψηλότερη από τον μέσο όρο, το επίπεδο των ψηφιακών δεξιοτήτων παραμένει χαμηλό σε σχέση με άλλες χώρες της ευρωζώνης.
Επιπλέον, στο κομμάτι της ψηφιοποίησης παρατηρούνται κενά, όπως στην ενσωμάτωση των ψηφιακών τεχνολογιών και στις ψηφιακές δημόσιες υπηρεσίες, ειδικά για τις ΜμΕ. Με περαιτέρω εκσυγχρονισμό των πληροφοριακών συστημάτων θα μπορούσε να γίνει καλύτερη εποπτεία της φορολογικής συμμόρφωσης, να διευκολυνθεί η καταχώριση επιχειρήσεων και επαγγελματιών, να υπάρχει πρόσβαση σε σχετικές δημόσιες υπηρεσίες και να ενσωματωθούν καλύτερα οι ελεύθεροι επαγγελματίες στην οικονομία.