Την αγορά των «μεταχειρισμένων», που έως πρότινος μοιράζονταν οι startups ανά τον κόσμο και οι μικρές τοπικές επιχειρήσεις, φιλοδοξούν να κατακτήσουν οι μεγάλοι retailers, καθώς αναγνωρίζουν την αυξανόμενη ζήτηση για second hand προϊόντα και την κρίσιμη καταναλωτική μάζα που έχει δημιουργηθεί, ενώ από την άλλη διαθέτουν τα τεχνολογικά εκείνα εργαλεία ώστε να προσφέρουν την υπηρεσία.
Οι πρώτες απόπειρες συντονισμένης αγοράς μεταχειρισμένων ειδών παρουσιάστηκε στις ΗΠΑ, η περιβόητη Λίστα του Κρεγκ για κάθε είδος προϊόντος (Craig’s List), ακολούθησαν πλατφόρμες για την αγορά και πώληση μεταχειρισμένων ρούχων (αρχικά ακριβών και επώνυμων ειδών -Vestiare Collective) ενώ ακολούθησαν διάφορες εφαρμογές με παγκόσμια εμβέλεια.
Αντιστοίχως ρόλο στη second hand αγορά έπαιξε και το marketplace του Facebook, χωρίς ωστόσο να παρέχει «μπουκέτο» υπηρεσιών (παραλαβή, παράδοση, εκκαθάριση πληρωμών κ.λπ.), λειτουργώντας κυρίως ως χώρος συνεννόησης μεταξύ χρηστών.
Δεδομένου ότι τόσο η γενιά των millenials, η γενιά Z αλλά και οσονούπω η γενιά Α (γεννημένοι από το 2010 και μετά) είναι αφενός ευαισθητοποιημένες σε θέματα ακρίβειας, αλλά και υπέρμαχοι της κυκλικής οικονομίας, το παγκόσμιο εμπόριο επιχειρεί να εκμεταλλευτεί την τάση.
Τώρα πια πολλοί retailers δημιουργούν ειδικές υπηρεσίες για την αγορά και πώληση μεταχειρισμένων προϊόντων. Για παράδειγμα ο παγκόσμιος ηγέτης ένδυσης, το γκρουπ Inditex, έχει δημιουργήσει την πλατφόρμα Zara Preowned που λανσαρίστηκε και στην Ελλάδα τον περασμένο Δεκέμβριο.
Σημειώνεται πως η βιομηχανία της μόδας θεωρείται η δεύτερη πιο ρυπογόνος παγκοσμίως. Το δε γκρουπ Inditex πέρα από τη στήριξη ενός πιο οικολογικού προφίλ, εκτιμάται ότι προχώρησε στην πλατφόρμα δευτερογενούς αγοράς, «απαντώντας» εμμέσως στα ηλεκτρονικά καταστήματα από την Ασία.
Για παράδειγμα η Shein πουλά έναντι ευτελούς τιμήματος εκατομμύρια τόνους ενδυμάτων, κλέβοντας μερίδια από άλλους retailers, αλλά και προκαλώντας την οικολογική ευαισθησία καθώς μεγάλο μέρος των πωληθέντων της καταλήγει στα σκουπίδια.
Δευτερογενής αγορά στην Ελλάδα
Έως πρότινος η δευτερογενής αγορά προϊόντων-παρά τη ζήτηση- διέθετε μικρή προσφορά στην Ελλάδα. Την πρώτη οργανωμένη προσπάθεια παρουσίασε η διεθνής startup πλατφόρμα Vendora, η οποία λειτουργεί από το 2016 προσφέροντας μεγάλη γκάμα προϊόντων (από εργαλεία και έπιπλα, έως ρούχα και μικροσυσκευές).
Την εμφάνισή της έκανε το 2021 και η αμιγώς ελληνική startup εταιρεία Swaplanet, η οποία ειδικεύεται στην ανταλλαγή παιδικών ρούχων και ειδών, ενώ προσφάτως ενέταξε και την κατηγορία των παιδικών βιβλίων. Μέχρι το καλοκαίρι του 2023 είχε διαχειριστεί περισσότερα από 100.000 είδη ένδυσης, με περισσότερες από 12.900 εγγραφές γονέων - πελατών.
Η γκάμα διαμορφώνεται στις 20.000 προϊόντα και σε πάνω από 3.000 μάρκες. Σύμφωνα δε με τα στοιχεία της Swaplanet, ο ταχύτερα αναπτυσσόμενος υποκλάδος ένδυσης παγκοσμίως είναι αυτός των μεταχειρισμένων, καθώς εκτιμάται ότι θα αυξάνει κατά 25% κατά μέσο όρο ετησίως έως το 2030. Ειδικότερα, η παγκόσμια αγορά μεταχειρισμένων ρούχων παγκοσμίως υπολογίζεται πως το 2023 άγγιξε τα 190 δισ. ευρώ σε αξία, με πρόβλεψη να φθάσει τα 320 δισ. ευρώ το 2030.
Πέρα από τον τομέα των ρούχων, την αγορά των μεταχειρισμένων συσκευών έχει ήδη πλησιάσει η Public με την υπηρεσία «second go», για επιδιορθωμένες συσκευές που φέρουν μάλιστα και εγγύηση 12 μηνών.
Τέλος, στον κλάδο εισέρχεται επισήμως και η skroutz, δημιουργώντας την ειδική πλατφόρμα αγοραπωλησιών μεταχειρισμένων προϊόντων από τους χρήστες, προσφέροντας εγγύηση ολοκλήρωσης της συναλλαγής αλλά και υπηρεσίες παράδοσης μέσω του δικτύου έξυπνων θυρίδων.