Μετά από μια απελπιστική περυσινή χρονιά, η οποία είχε συνοδευτεί για πολλές εταιρείες από ιδιαίτερα χαμηλές πωλήσεις και τιμολογήσεις κάτω του κόστους, το 2024 φαίνεται να έχει αρχίσει αρκετά καλύτερα για τις ελληνικές νηματουργίες και το βασικό ζητούμενο αποτελεί το πόσο πολύ θα διαρκέσει αυτή η βελτιωμένη κατάσταση.
Όπως σημειώνουν παράγοντες του κλάδου, από τις 10 Ιανουαρίου έως σήμερα η διεθνής τιμή του βάμβακος έχει αυξηθεί περίπου κατά 20% -σε αντίθεση με την εικόνα που εμφάνισαν τα υπόλοιπα εμπορεύματα- με τους αναλυτές να αποδίδουν τη συγκεκριμένη κίνηση στις ελλείψεις «λευκού χρυσού» που εμφανίζει η αμερικανική αγορά, αλλά και στην αγοραστική παρέμβαση κάποιων ξένων funds.
Σε κάθε περίπτωση, συνεχίζουν, η άνοδος της τιμής του βάμβακος έχει οδηγήσει όχι μόνο σε αύξηση της τιμής των νημάτων, αλλά και σε σημαντική διόγκωση της ζήτησης σε σχέση με τα περυσινά επίπεδα. «Βλέπουμε σειρά παραγγελιών να έρχονται από το εξωτερικό και μια κινητικότητα που είχαμε δύο χρόνια να δούμε» αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Το μεγάλο ζητούμενο ωστόσο είναι το αν και για πόσο χρονικό διάστημα θα διαρκέσει αυτή η αυξημένη ζήτηση. Ορισμένοι αποδίδουν τις περισσότερες παραγγελίες στα προβλήματα των ναυτιλιακών μεταφορών στη Μέση Ανατολή, εξέλιξη που ενδεχομένως να έχει στρέφει μέρος των παραγγελιών της Ευρώπης από την Ασία στην κοντινότερη και ασφαλέστερη Ελλάδα.
Άλλοι πάλι αποδίδουν την ισχυρότερη ζήτηση στην αντίδραση της αγοράς μετά από 18 συνεχόμενους μήνες χαμηλότατης κατανάλωσης, καθώς και μετά από τιμές που οδηγούσαν τις νηματουργίες σε ζημίες, συμπληρώνοντας: «το μεγάλο ζητούμενο για εμάς είναι το κατά πόσο ο Ευρωπαίος πολίτης θα αποκτήσει την ψυχολογία και το εισόδημα προκειμένου να καταναλώσει και πάλι. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, τότε τα ρούχα θα είναι ο πρώτος προορισμός στον οποίον θα διοχετεύσει τα χρήματά του», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Αγρότες, Ευρώπη και European Cotton
Παράγοντες της ελληνικής κλωστοϋφαντουργίας εστιάζουν στις διαμαρτυρίες των Ευρωπαίων γεωργών προς της αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης ότι καλούνται να ανταγωνιστούν προϊόντα από την Ασία και από άλλες χώρες, για τα οποία δεν υπάρχει καμία προδιαγραφή για την πρώτη ύλη που χρησιμοποιούν, για τους τρόπους επεξεργασίας της, αλλά και τις μεθόδους παραγωγής των τελικών προϊόντων. «Θεωρούμε δίκαιο ότι θα μπορούσε τουλάχιστον να υπάρχει μια σήμανση σε κάθε προϊόν, έτσι ώστε ο καταναλωτής να ενημερώνεται και να γνωρίζει τι αγοράζει» επισημαίνουν οι ίδιοι κύκλοι.
Από την πλευρά τους, ελληνικές νηματουργίες έχουν αρχίσει να συνάπτουν κάποιες συμφωνίες με λίγους ευρωπαϊκούς Οίκους, στους οποίους θα διαθέσουν προϊόντα με ευρωπαϊκό βαμβάκι και ιχνηλάτηση πρώτης ύλης, στα πλαίσια του περιορισμού του περιβαλλοντικού αποτυπώματος και της πρόθεσης μεγάλων ομίλων του εξωτερικού στο χώρο του ενδύματος να ακολουθήσουν τα ESG κριτήρια.
«Τα προϊόντα αυτά συνοδεύονται από υψηλότερο περιθώριο κέρδους και ελπίζουμε ότι χρόνο με το χρόνο το ποσοστό τους επί των συνολικών μας πωλήσεων θα διευρύνεται» αναφέρθηκε από υψηλόβαθμο στέλεχος εισηγμένης εταιρείας.