Με το καλημέρα, οι υπουργοί Οικονομικών της ζώνης του ευρώ θα πρέπει να διαχειριστούν σε εθνικό επίπεδο τις συνέπειες των αποφάσεων για τα αναθεωρημένα δημοσιονομικά κριτήρια που αποφασίστηκαν στο «παρά ένα» του 2023. Βέβαια ακόμα εκκρεμεί η διαβούλευση της απόφασης με το Ευρωκοινοβούλιο και συνεπώς λείπουν ακόμα τα νομικά κείμενα, όπου εκεί κρύβεται πάντα το ζουμί, οι αστερίσκοι και… η διπλή ανάγνωση.
Σίγουρο θεωρείται ότι για την κάθε χώρα ο μεταβατικός χρόνος του 2024 θα «αποτιμηθεί» κυρίως σε εθνικό πολιτικό επίπεδο. Η Ελλάδα για παράδειγμα επιμένει στις προσλήψεις στο δημόσιο και μια σειρά άλλων παροχών (οι οποίες δεν περνούν απαρατήρητες από τις Βρυξέλλες), ενώ την ίδια στιγμή ετοιμάζεται να καταθέσει νέο αναθεωρημένο δημοσιονομικό πλάνο.
Επιπλέον η κίνηση να επανασχεδιάσει τα εξοπλιστικά της πλάνα, όπως εξήγγειλε ο Νίκος Δένδιας, πιθανώς να δείχνει ότι η Αθήνα δεν είναι και τόσο σίγουρη ότι εντέλει θα μπορεί να τα αφήσει εκτός μέτρησης σε ό,τι αφορά τα ελλείμματα.
Η ύφεση, τα επιτόκια και οι αβεβαιότητες
Οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης συναντιούνται σήμερα στις Βρυξέλλες για το πρώτο Eurogroup του 2024 και το πρώτο της βελγικής εξάμηνης προεδρίας.
Ενώ η ατζέντα είναι γενική και περιέχει λίγο απ’ όλα, κυρίως τις προκλήσεις που αναμένεται να αντιμετωπίσει η ευρω-οικονομία, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα χτυπάει τον κώδωνα της ύφεσης και επισήμως.
Ο αντιπρόεδρός της, Λουΐς ντε Γκίντος, ήρθε να επιβεβαιώσει τον «χρησμό» Ντράγκι προ μηνών και να αναφέρει ότι η οικονομία της ευρωζώνης μπορεί να γνώρισε ύφεση στα τέλη του 2023 και πιθανότατα θα συνεχίσει να παλεύει με αυτή την προοπτική ακόμη.
«Οι δείκτες δείχνουν οικονομική συρρίκνωση και τον Δεκέμβριο, επιβεβαιώνοντας την πιθανότητα τεχνικής ύφεσης το δεύτερο εξάμηνο του 2023», δήλωσε ο Γκίντος σε ομιλία του σε συνέδριο στη Μαδρίτη. «Τα στοιχεία δείχνουν ότι το μέλλον παραμένει αβέβαιο και οι προοπτικές κλίνουν προς τα κάτω».
Όσο για τον πληθωρισμό, ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ είπε ότι η «γρήγορη μείωση του ρυθμού ανόδου που παρατηρήσαμε το 2023 είναι πιθανό να επιβραδυνθεί το 2024 και να σταματήσει προσωρινά στις αρχές του έτους, όπως συνέβη τον Δεκέμβριο».
Και ενώ οι επενδυτές και οι αναλυτές ελπίζουν σε μείωση επιτοκίων την άνοιξη, οι προοπτικές φαίνεται πως αλλάζουν, με κύκλους της ΕΚΤ που προέρχονται από τους σκληροπυρηνικούς, τα λεγόμενα «γεράκια», να δείχνουν ότι μάλλον στο δεύτερο εξάμηνο του έτους θα πρέπει να αναμένεται η πρώτη μείωση.
Σύμφωνα με συγκεκριμένη πηγή, οι προβλέψεις είναι δύσκολες και χρειάζεται χρόνος ώστε να αποκρυπτογραφηθούν τα στοιχεία του 2024. Από τη μία, είναι έτος μετάβασης προς σφικτή δημοσιονομική προσαρμογή και από την άλλη, είναι οι γεωπολιτικές αβεβαιότητες που φέρνουν άνοδο στις τιμές των αγαθών, της ενέργειας και των μεταφορών.
Οι προειδοποιήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας
Με την είσοδο του 2024 και ενόψει ίσως της πιο ενδιαφέρουσας συνάντησης του Νταβός που ξεκινάει σήμερα, η Παγκόσμια Τράπεζα γράφει στην έκθεσή της ότι η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε τροχιά να καταγράψει τη χειρότερη ανάπτυξη πενταετίας των τελευταίων 30 ετών.
Η παγκόσμια ανάπτυξη προβλέπεται να επιβραδυνθεί για τρίτη συνεχόμενη χρονιά το 2024, υποχωρώντας στο 2,4% από 2,6% το 2023, για να ανέβει στο 2,7% το 2025. Αυτό σημαίνει ότι θα παραμείνει σχεδόν κατά 0,75% κάτω από τον μέσο ρυθμό της δεκαετίας του 2010.
Αν και η παγκόσμια οικονομία αποδείχθηκε σχετικά ανθεκτική έναντι των κινδύνων ύφεσης το 2023, οι αυξημένες γεωπολιτικές εντάσεις θα παρουσιάσουν νέες βραχυπρόθεσμες προκλήσεις, με αποτέλεσμα οι περισσότερες οικονομίες να αναπτυχθούν πιο αργά το 2024 και το 2025 σε σχέση με τους ρυθμούς της προηγούμενης δεκαετίας.
Η τράπεζα προειδοποίησε ότι χωρίς μια «μείζονα διόρθωση πορείας», η δεκαετία του 2020 θα χαρακτηριστεί ως «μια δεκαετία χαμένων ευκαιριών».
Οι πολιτικές τακτικές πάντως άρχισαν. Ο ιταλικός τύπος αναφέρει ότι η πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι σκέφτεται να κατέβει ως υποψήφια στις ευρωεκλογές και να ηγηθεί του ψηφοδελτίου του κόμματος «Αδέλφια της Ιταλίας».
Ο ιταλικός τύπος συνδέει την υποψηφιότητα με την προσδοκία της Μελόνι να ζητήσει φέτος από την Κομισιόν όσο περισσότερη ευελιξία γίνεται για τα δημοσιονομικά. Και μια σαφής επιτυχία στις εκλογές του Ιουνίου θα την ισχυροποιήσει.
Φαίνεται πως οι ευρωεκλογές έχουν κινήσει το ενδιαφέρον σε αρκετούς αξιωματούχους που κατέχουν «ηλεκτρικές» καρέκλες. Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισελ ανακοίνωσε ότι εγκαταλείπει τη θέση του για να είναι υποψήφιος στις ευρωεκλογές.
Ήδη ακούγεται ότι οι ισχυροί της Ευρώπης, αυτοί που κινούν τα νήματα, θα ήθελαν στη θέση του Μισέλ τον πρώην πρόεδρο της ΕΚΤ και πρωθυπουργό της Ιταλίας, Μάριο Ντράγκι. Η θητεία του αυτή ως πρωθυπουργού, του δίνει το δικαίωμα να είναι υποψήφιος.