Ποινική δίωξη για συνολικά 31 πράξεις άσκησε, κατά περίπτωση, η εισαγγελέας πρωτοδικών Θεσσαλονίκης εναντίον των 17 συλληφθέντων -ανάμεσά τους ένας τελωνειακός κι ένας λιμενικός- που κατηγορούνται για εμπλοκή σε απάτες ύψους τουλάχιστον 175.000 ευρώ εις βάρος του ελληνικού Δημοσίου, μέσω της διαδικασίας επιστροφής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ΕΦΚ) καυσίμων.
Η υπόθεση αποκαλύφθηκε ύστερα από πολύμηνη έρευνα της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας Βορείου Ελλάδος, με τη συνδρομή της Υποδιεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας Βορείου Ελλάδος, ενώ οι συλλήψεις των εμπλεκόμενων προσώπων, μεταξύ αυτών πρατηριούχοι υγρών καυσίμων, ιδιοκτήτες σκαφών παράκτιας αλιείας και αλιείς, έγιναν το προηγούμενο 24ωρο σε Θεσσαλονίκη, Καβάλα και Σέρρες.
Η εισαγγελέας τούς απήγγειλε κατηγορίες για δωροδοκία και δωροληψία υπαλλήλου (και συνέργεια στην πράξη αυτή), νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές πράξεις, συμμορία, ψευδή βεβαίωση και ηθική αυτουργία σ' αυτή, έκδοση και αποδοχή εικονικών τιμολογίων, υπόθαλψη εγκληματία, απάτη, παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου, κλοπή, αποδοχή προϊόντων εγκλήματος κ.ά.
Απαντες παραπέμφθηκαν να απολογηθούν στην 1η Ειδική Ανακρίτρια Θεσσαλονίκης από την οποία πήραν προθεσμία για να απολογηθούν τις επόμενες μέρες και μέχρι τότε παραμένουν υπό κράτηση.
Σύμφωνα με ανακοίνωση της ΕΛ.ΑΣ., η φερόμενη δράση των μελών της συμμορίας ξεκίνησε τουλάχιστον από τον περασμένο Απρίλιο του 2023, με σκοπό τις παράνομες επιστροφές φόρου καυσίμων ή την πώληση λαθραίων καυσίμων.
Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση, «οι ιδιοκτήτες σκαφών παράκτιας αλιείας κατόρθωναν να βεβαιωθεί ψευδώς ο ανεφοδιασμός με καύσιμα, σε σκάφη παράκτιας αλιείας συμφερόντων τους, χρησιμοποιώντας εικονικά φορολογικά στοιχεία αγοράς καυσίμων τα οποία προμηθεύονταν από ιδιοκτήτες-υπεύθυνους πρατηρίων υγρών καυσίμων». Με τον τρόπο αυτό οι ιδιοκτήτες των σκαφών γίνονταν δικαιούχοι είσπραξης χρηματικών ποσών από την επιστροφή του ΕΦΚ καυσίμου ενώ οι πρατηριούχοι δεν απέδιδαν -κατά περίπτωση- το προβλεπόμενο ΦΠΑ.
Από 30 έως 1.000 ευρώ η αμοιβή
Καθοριστική συμβολή στην παράνομη δραστηριότητα -σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση- είχαν ο τελωνειακός κι ο λιμενικός, οι οποίοι ήταν κατά περίπτωση αρμόδιοι για τον έλεγχο του ανεφοδιασμού των σκαφών παράκτιας αλιείας με αφορολόγητα καύσιμα και την εφαρμογή της ισχύουσας νομοθεσίας για την αλιευτική δραστηριότητα, αλλά και ο έλεγχος του Ημερολογίου Γέφυρας σκαφών, όπως αναφέρεται από τη Νομοθεσία.
«Στο πλαίσιο εκτέλεσης των καθηκόντων τους, με ενέργειες ή παραλείψεις, διευκόλυναν τη διάπραξη των ανωτέρω αδικημάτων από τα μέλη της εγκληματικής ομάδας, λαμβάνοντας αθέμιτα ωφελήματα και συγκεκριμένα ο τελωνειακός λάμβανε έως και 1.000 ευρώ, ενώ ο λιμενικός από 30 έως 100 ευρώ», επισημαίνεται στην ίδια ανακοίνωση όσον αφορά τη φερόμενη αμοιβή που λάμβαναν οι δύο κρατικοί υπάλληλοι. Μετά την επίτευξη του σκοπού τους, τα μέλη της συμμορίας προέβαιναν, κατά περίπτωση, στην επανειλημμένη και κατ' επάγγελμα αποθήκευση και διάθεση λαθραίων καυσίμων σε δίκτυο πελατών τους.
Η εκτιμώμενη ζημιά για το ελληνικό Δημόσιο
Από την προανακριτική έρευνα προέκυψε ότι η ζημία του ελληνικού Δημοσίου τόσο από την παράνομη επιστροφή του ΕΦΚ καυσίμων όσο και από τη μη απόδοση ΦΠΑ εκτιμάται τουλάχιστον περί τα 175.000 ευρώ, ενώ το σύνολο του χρηματικού ποσού που καρπώθηκαν τα μέλη από τις επιστροφές του ΕΦΚ υπερβαίνει τα 340.000 ευρώ.
Μάλιστα, η έκδοση εικονικών τιμολογίων φέρεται ότι από τους εμπλεκόμενους πρατηριούχους ανέρχεται σε 260.000 ευρώ, ενώ η επανειλημμένη και κατ' επάγγελμα αποθήκευση και διάθεση λαθραίων καυσίμων υπερβαίνει τους 25 τόνους.