Από ποιους ζητά το Δημόσιο να επιστρέψουν μισθούς χιλιάδων ευρώ

Απασχολούμενοι συνταξιούχοι αντιμέτωποι με το ενδεχόμενο επιστροφής χιλιάδων ευρώ προς τις υπηρεσίες τους. Τι ορίζει ο νόμος του 2015, πώς ερμηνεύει τη διάταξη το Ελεγκτικό Συνέδριο το 2023. Οι προσφυγές στα δικαστήρια. Τι εισηγήσεις δέχεται το υπ. Εργασίας.

Από ποιους ζητά το Δημόσιο να επιστρέψουν μισθούς χιλιάδων ευρώ

Σημαντικά ποσά, που σε ορισμένες περιπτώσεις ξεπερνούν και τις 25.000  με 30.000 ευρώ, καλούνται να επιστρέψουν στο ελληνικό Δημόσιο εκατοντάδες υπάλληλοι σε φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, που εξακολούθησαν να εργάζονται σε αυτούς και μετά τη συνταξιοδότησή τους.

Ο νόμος που επικαλείται το Δημόσιο ψηφίστηκε το 2015 και η ερμηνεία του έγινε καθυστερημένα από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, ενώ ήρθε στην επιφάνεια με αφορμή πρόσφατη εγκύκλιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Και με απλά λόγια, καλούνται εργαζόμενοι στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, που συνταξιοδοτήθηκαν και συνέχισαν να δουλεύουν, λαμβάνοντας μισθό αντίστοιχο του κλιμακίου που βρίσκονταν κατά τη συνταξιοδότησή τους, να επιστρέψουν χρήματα, γιατί η ερμηνεία που δίνεται στο νόμο θέλει τον συνταξιούχο να πρέπει να αμείβεται με το εισαγωγικό κλιμάκιο.

Στην πράξη αυτό οδηγεί εκατοντάδες εργαζόμενους σε οικονομικό αδιέξοδο, καθώς καλούνται να επιστρέψουν δεκάδες χιλιάδες ευρώ ως αχρεωστήτως καταβληθέντα, παρότι δεν τα έλαβαν με δική τους υπαιτιότητα. Μάλιστα, κάποιοι ήδη έχουν προσφύγει στη δικαιοσύνη.

Αναλυτικά, όπως εξηγεί στο Euro2day.gr ο δικηγόρος Θάνος Μπούρλος, η υπόθεση ήρθε στην επιφάνεια κατά κύριο λόγο με αφορμή μια εγκύκλιο του Ελεγκτικού Συνεδρίου της 09-06-2023, που καλεί τους απασχολούμενους στον ευρύτερο δημόσιο τομέα να δηλώνουν υπεύθυνα, σε εξάμηνη βάση, τυχόν πρόσθετες αμοιβές και εισοδήματα που λαμβάνουν από άλλες θέσεις εργασίας (εντός ή/και εκτός δημοσίου) ή και από συντάξεις.

Η εγκύκλιος αναφέρεται στο άρθρο 11 του ενιαίου μισθολογίου (ν. 4354) που ψηφίστηκε το 2015 και στην παράγραφο 4 ορίζει ότι: απαραίτητη προϋπόθεση για την αναγνώριση προϋπηρεσιών είναι να μην έχουν χρησιμοποιηθεί για τη χορήγηση καμιάς άλλης οικονομικής παροχής ή για την αναγνώριση συνταξιοδοτικού δικαιώματος.

Οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών, εξηγεί ο κ. Μπούρλος, κυριότερα δε το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, ερμηνεύουν την ανωτέρω διάταξη κατά τέτοιο τρόπο ώστε εάν απονεμηθεί κύρια σύνταξη -βάσει του συνολικού χρόνου ασφάλισης- σε εργαζόμενο του δημοσίου τομέα που επιθυμεί να συνεχίσει να απασχολείται μετά τη συνταξιοδότηση, αυτός να πρέπει να τοποθετηθεί στο μισθολογικό κλιμάκιο νεοδιοριζόμενου υπαλλήλου. Περαιτέρω, αν η  επανατοποθέτηση δεν γίνει άμεσα μετά τη συνταξιοδότηση, η ερμηνεία αυτή έχει το συνεπακόλουθο αποτέλεσμα ότι οι θιγόμενοι εργαζόμενοι καλούνται να επιστρέψουν τα ποσά διαφορών αποδοχών που προκύπτουν σχετικώς ως αχρεωστήτως καταβληθέντα, για όλο το διάστημα από τη συνταξιοδότηση μέχρι την επανατοποθέτηση.

Όπως επισημαίνει ο εξειδικευμένος δικηγόρος, λαμβάνοντας υπόψη αφενός μεν ότι δεν είχαν (και δεν έχουν μέχρι σήμερα) δοθεί σαφείς κεντρικές ερμηνευτικές οδηγίες στους οικείους εργοδοτικούς φορείς, αφετέρου δε ότι, σε πολλές περιπτώσεις, δεν ήταν ρητή υποχρέωση του εργαζόμενου να ενημερώνει τον εργοδότη του για το γεγονός της συνταξιοδότησής του, γίνεται αντιληπτό ότι πληθώρα εργαζομένων έρχονται, αιφνιδιαστικά και ανυπαίτια, αντιμέτωποι με τη ραγδαία μείωση των αποδοχών τους, καθώς και την αναζήτηση από αυτούς ενίοτε υπέρογκων ποσών.

«Κατά την άποψή μου», υπογραμμίζει ο κ. Θ. Μπούρλος, «η εν λόγω ερμηνεία των υπηρεσιακών παραγόντων κείται εκτός του γράμματος της διάταξης, η οποία κάνει λόγο για διαδικασία αναγνώρισης προϋπηρεσίας και, συνεπώς, αφορά την αναγνώριση υφιστάμενης προϋπηρεσίας σε έναν άλλο εργοδότη, στο πλαίσιο νέας πρόσληψης, και δεν μπορεί να αφορά και την περίπτωση της υπηρεσίας στον ίδιο εργοδότη».

Εξάλλου, τόσο η ίδια η διάταξη όσο και η ερμηνευτική εγκύκλιος του ν. 4354/2015 αναφέρονται σε διαδικασία αναγνώρισης προϋπηρεσίας, κατόπιν αιτήματος του εργαζόμενου, από υπηρεσιακά συμβούλια ή άλλα αρμόδια όργανα. Αυτή η διαδικασία, εξηγεί ο δικηγόρος, δεν τηρείται όταν ο εργαζόμενος εργάζεται συνεχόμενα στον ίδιο εργοδότη. Επιπρόσθετα σημειώνει πως η υιοθετούμενη ερμηνεία παραβιάζει και υπερνομοθετικής φύσεως διατάξεις και αρχές, αφού παραβιάζεται η συνταγματική αρχή για ίση αμοιβή για ίση εργασία -μεταξύ δύο εργαζομένων με ίδια υπηρεσία στον ίδιο εργοδότη, με τα ίδια προσόντα, που εκτελούν την ίδια εργασία, ένας θα λαμβάνει πολύ λιγότερες αποδοχές εάν τυγχάνει συνταξιούχος- ενώ η ραγδαία μείωση των αποδοχών θέτει και ζήτημα προσβολής της μισθολογικής αξίωσης του εργαζόμενου ως περιουσιακού δικαιώματος.

Σε κάθε περίπτωση, καταλήγει ο κ. Μπούρλος, «η αναζήτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών από τους εργαζόμενους θα πρέπει να απαγορευθεί, στον βαθμό που αυτά έχουν εισπραχθεί καλόπιστα και τυχόν επιστροφή τους δύναται να κλονίσει την οικονομική κατάστασή τους. Η σοβαρότητα του όλου θέματος απαιτεί την επανεξέτασή του από την Πολιτεία, δεδομένου ότι έχει οδηγήσει σε άδικα αποτελέσματα και στην ανατροπή του οικονομικού προγραμματισμού πολλών προσώπων, ενώ δεν προάγει και τον σκοπό της ευρύτερης συμμετοχής των συνταξιούχων στην αγορά εργασίας που αποτελεί διακηρυγμένο στόχο του υπουργείου Εργασίας».

Το θέμα βρίσκεται ήδη στο γραφείο του αρμόδιου υπουργού Εργασίας Άδωνι Γεωργιάδη, ο οποίος δέχεται εισηγήσεις ώστε τουλάχιστον να μην αναζητηθούν αναδρομικά οι επιστροφές σημαντικών ποσών από τους ενδιαφερόμενους, που είτε εξακολουθούν και εργάζονται είτε συνταξιοδοτήθηκαν μετά το 2015 και συνέχισαν για ένα διάστημα μετά να εργάζονται στον φορέα του δημοσίου.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v