"Η Ελλάδα είναι σήμερα μία από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες στην Ευρώπη, με αυξανόμενη απασχόληση, μείωση των ανισοτήτων και βελτίωση των δημόσιων οικονομικών", ανέφερε στην ομιλία του ο Πρωθυπουργος Κυριάκος Μητσοτάκης στο επίσημο δείπνο που παραθέτει ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας με αφορμή τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που πραγματοποιείται στην Αθήνα.
"Τα τελευταία χρόνια έχουμε δει σημαντική βελτίωση της εξωστρέφειας της οικονομίας μας και του πόσο ανοιχτή είναι, παράγοντας ζωτικής σημασίας ώστε μια μικρή ανοιχτή οικονομία να ευημερήσει μέσα σε μια νομισματική ένωση. Δεν γνωρίζουν πολλοί ότι οι ελληνικές εξαγωγές έχουν αυξηθεί, από περίπου το ένα πέμπτο του ΑΕΠ στην αρχή της κρίσης σε περίπου το ήμισυ του ΑΕΠ σήμερα, επίπεδο παραπλήσιο με αυτό των μεγάλων εξαγωγικών οικονομιών της ευρωζώνης. Και η βάση των εξαγωγών μας χαρακτηρίζεται από μεγάλη ποικιλία, καθώς κατανέμεται ισομερώς μεταξύ αγαθών και υπηρεσιών, με σημαντική διαφοροποίηση μεταξύ των διάφορων κατηγοριών αγαθών. Η ελληνική οικονομία δεν βασίζεται μόνο σε έναν κλάδο, δεν εξαρτάται μόνο στο τουρισμό.
Σε αντίθεση με συμβουλές που δόθηκαν παλαιότερα από κάποιες πλευρές, ο μετασχηματισμός του εξωτερικού τομέα της Ελλάδας υλοποιείται, ευτυχώς, χωρίς ονομαστική υποτίμηση. Είναι το αποτέλεσμα βαθέων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έγιναν σε διάστημα πολλών ετών -πολύ επώδυνες μεταρρυθμίσεις, πολύ δύσκολες μεταρρυθμίσεις πολιτικά, που αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις της Ελλάδας στο σκέλος της προσφοράς-, καθώς και της θεσμικής ελκυστικότητας του να είσαι μέλος της ευρωζώνης. Ένας μερικός κατάλογος των μεταρρυθμίσεων που κάναμε πράξη τα τελευταία τέσσερα χρόνια περιλαμβάνει την ψηφιοποίηση, σε σημαντικό βαθμό, του Δημοσίου αλλά και την υποστήριξη της ψηφιοποίησης του ιδιωτικού τομέα, τη σημαντική μεταρρύθμιση των αγορών εργασίας, τη στήριξη της πράσινης μετάβασης -η Ελλάδα σήμερα συγκαταλέγεται στους ηγέτες όσον αφορά στην παραγωγή ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές. Περιλαμβάνει τη μεταρρύθμιση της εκπαίδευσης, ένα πλήρως χρηματοδοτούμενο σύστημα επικουρικής ασφάλισης, την επιστροφή της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού σε οικονομική ευρωστία και τη μετατροπή της σε πρωταγωνιστή στην ευρύτερη περιοχή, την απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης, τη μείωση της γραφειοκρατίας και τη συνέχιση των ιδιωτικοποιήσεων.
Ολοκληρη η ομιλία του Κυριάκου Μητσοτάκη
Αγαπητή Πρόεδρε Lagarde,
Αγαπητέ Διοικητή Στουρνάρα,
Αγαπητά μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής,
Αγαπητά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου,
Κυρίες και κύριοι,
Με μεγάλη χαρά καλωσορίζω το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στην Αθήνα. Η τελευταία φορά που το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ συνεδρίασε σε αυτή την αρχαία, ένδοξη πόλη ήταν τον Μάιο του 2008. Έκτοτε έχουν συμβεί πολλά. Κατά την προηγούμενη δεκαετία, η νομισματική μας ένωση πέρασε μια μεγάλη, ίσως υπαρξιακή, κρίση.
Ωστόσο, παρά τις σοβαρές αναταράξεις και τις αναποδιές, ξεπεράσαμε προκλήσεις που δεν είχαν προηγούμενο και, από πολλές απόψεις, αναδυθήκαμε ισχυρότεροι: σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, τέθηκαν σε εφαρμογή σημαντικά πλέγματα ασφαλείας που έλειπαν προηγουμένως, ανάμεσά τους ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ΕΜΣ) και η Τραπεζική Ένωση -η τελευταία συμφωνήθηκε κατά τη διάρκεια της ελληνικής Προεδρίας το 2014.
Οι εθνικές οικονομίες, ιδίως εκείνες που επλήγησαν περισσότερο από την κρίση, εφάρμοσαν εκτεταμένες δημοσιονομικές και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, αυξάνοντας την ανταγωνιστικότητά τους και βελτιώνοντας τα δημόσια οικονομικά τους.
Θα μιλήσω για την Ελλάδα σε λίγο, αλλά στο σύνολό τους, οι οικονομίες που δοκιμάστηκαν περισσότερο από τις αγορές κατά την προηγούμενη δεκαετία είναι τώρα πολύ ισχυρότερες και ανθεκτικότερες, όπως βεβαιώνουν οι ίδιες αγορές. Και, για την ιστορία, θέλω να αναγνωρίσω τον καθοριστικό ρόλο της ΕΚΤ στην αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων. Η δέσμευση να κάνει «ό,τι χρειαστεί για να διαφυλαχθεί το ευρώ» αποτέλεσε έναν σημαντικό παράγοντα, που σταθεροποίησε τις προσδοκίες της αγοράς, δημιουργώντας την απαραίτητη πλατφόρμα προκειμένου να αρχίσει η ανάκαμψη και αξιοποιώντας τις ευεργετικές επιδράσεις των προγραμμάτων παροχής ρευστότητας της ΕΚΤ.
Κυρίες και κύριοι,
Τα τελευταία τέσσερα χρόνια συνέβησαν ιδιαίτερα γεγονότα, όπως η πανδημία, ο παράνομος επιθετικός πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και οι αυξημένοι κίνδυνοι που σχετίζονται με το κλίμα -όπως εκδηλώθηκαν με τις φυσικές καταστροφές αυξανόμενης συχνότητας και δριμύτητας, συμπεριλαμβανομένων αυτών που βιώσαμε στην Ελλάδα αυτό το καλοκαίρι. Η Ευρώπη αντιμετωπίζει επίσης μία πρόκληση παραγωγικότητας που προϋπήρχε της πανδημίας, η οποία, αν δεν αντιμετωπιστεί, μπορεί να έχει εκτεταμένες επιπτώσεις στη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη και απασχόληση, στη θέση μας στη γεωπολιτική ιεραρχία και στον διεθνή ρόλο του ευρώ.
Η συλλογική αντίδρασή μας στην πανδημία και την ενεργειακή κρίση που προκλήθηκε από την επιθετικότητα της Ρωσίας ήταν εξαιρετικά επιτυχής, πιστεύω, όσον αφορά στην προστασία του παραγωγικού ιστού των οικονομιών μας, τη στήριξη των νοικοκυριών. H συμβολή της ΕΚΤ σε αυτή την επιτυχία υπήρξε, και πάλι, αποφασιστική, συμπεριλαμβανομένης της στήριξής της προς την Ελλάδα, για την οποία, Christine, θέλω να εκφράσω την εκτίμησή μου. Την ίδια στιγμή, η θέσπιση του NextGenerationEU και ειδικά του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF), αποτέλεσε ένα αληθινό ορόσημο για την ΕΕ και καλύπτει σε σημαντικό βαθμό τις ανάγκες της διπλής μετάβασης σε μία πράσινη και ψηφιακή οικονομία.
Παρά ταύτα, δεν υπάρχει περιθώριο για εφησυχασμό. Οι δημοσιονομικές και πληθωριστικές επιπτώσεις της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης, αντίστοιχα, είναι σημαντικές και δικαιολογούν τη στροφή προς τη νομισματική και δημοσιονομική εξομάλυνση που βρίσκεται σε εξέλιξη. Σε σχέση με αυτό, η Ελλάδα στηρίζει πλήρως τη θεσμική εντολή της ΕΚΤ για τη σταθερότητα των τιμών. Η δημοσιονομική μας πολιτική είναι καλά ευθυγραμμισμένη με αυτόν τον στόχο, με την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων από πέρυσι. Οι κίνδυνοι για την παγκόσμια και την ευρωπαϊκή οικονομία εξακολουθούν να υφίστανται -δείτε τι συμβαίνει στη γειτονιά μας, στη Μέση Ανατολή. Και, παρά τη σημαντική χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) για την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση, εξακολουθεί να υπάρχει σημαντικό χρηματοδοτικό κενό για επενδύσεις σε αυτούς και σε άλλους τομείς.
Στο κοινοτικό επίπεδο, αυτό απαιτεί δράση σε δύο μέτωπα:
Πρώτον, προστασία των δημόσιων επενδύσεων, διατήρηση της βιώσιμης ανάπτυξης, παράλληλα με τη δημοσιονομική προσαρμογή, και εξασφάλιση της χρηματοδότησης των νέων αναγκών σε τομείς όπως η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και η μετανάστευση, που αποτελεί μια μεγάλη πολιτική πρόκληση για όλους μας. Οι προσεχείς αποφάσεις σχετικά με ανοικτούς φακέλους, όπως η επανεξέταση της οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ και η αναθεώρηση του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου 2021-2027, πρέπει να συνδράμουν στην επίτευξη αυτών των στόχων. Θα έχουμε την πρώτη μας συζήτηση για την αναθεώρηση του ΠΔΠ αύριο και δεν περιμένω αυτή να φέρει σημαντικά αποτελέσματα. Θα πρέπει επίσης να επανεξετάσουμε, εν ευθέτω χρόνω, την εισαγωγή μιας κεντρικής δημοσιονομικής δυνατότητας, για να ενισχύσουμε τις δικλίδες ασφαλείας έναντι υπέρμετρων διακυμάνσεων στο πλαίσιο του οικονομικού κύκλου και να χρηματοδοτήσουμε ευρωπαϊκά δημόσια αγαθά, όπου έχουμε βάλει πολύ υψηλά τον πήχυ όσον αφορά στο τι θέλουμε να πετύχουμε ως Ευρώπη. Χρειαζόμαστε τα χρηματοδοτικά εργαλεία για να φτάσουμε σε αυτό το αποτέλεσμα.
Δεύτερον, πρέπει να προσελκύσουμε ιδιωτικές επενδύσεις. Αυτό απαιτεί την ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ένωσης, με την εισαγωγή του τρίτου πυλώνα της και την έγκριση της πρότασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αναθεώρηση του πλαισίου διαχείρισης τραπεζικών κρίσεων και ασφάλισης των καταθέσεων, καθώς και την εμβάθυνση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών, επιτρέποντας στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις -συμπεριλαμβανομένων των μικρών και μεσαίων- να κινητοποιήσουν ευρωπαϊκές και διεθνείς αποταμιεύσεις, αυξάνοντας έτσι την ανάπτυξη, την απασχόληση και την ευημερία χωρίς αποκλεισμούς.
Η επίτευξη αυτών των στόχων απαιτεί, ασφαλώς, εθνικές πολιτικές που είναι φιλικές προς την ανάπτυξη και βιώσιμες. Κάποιοι από εσάς ήσασταν παρόντες εδώ, στην Αθήνα, στη τελευταία συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου στην οποία αναφέρθηκα προηγουμένως. Πολλά συνέβησαν από τότε. Σήμερα είμαι ευτυχής, και πράγματι υπερήφανος, που καλωσορίζω εσάς και όλους τους συναδέλφους σας σήμερα σε μια χώρα που βρίσκεται σε μια πολύ διαφορετική πορεία σε σύγκριση με εκείνες τις ημέρες. Μια χώρα που βρίσκεται, πιστεύω, σε διαδικασία οικονομικού μετασχηματισμού εκ βάθρων.
Η Ελλάδα είναι σήμερα μία από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες στην Ευρώπη, με αυξανόμενη απασχόληση, μείωση των ανισοτήτων και βελτίωση των δημόσιων οικονομικών. Τα τελευταία χρόνια έχουμε δει σημαντική βελτίωση της εξωστρέφειας της οικονομίας μας και του πόσο ανοιχτή είναι, παράγοντας ζωτικής σημασίας ώστε μια μικρή ανοιχτή οικονομία να ευημερήσει μέσα σε μια νομισματική ένωση. Δεν γνωρίζουν πολλοί ότι οι ελληνικές εξαγωγές έχουν αυξηθεί, από περίπου το ένα πέμπτο του ΑΕΠ στην αρχή της κρίσης σε περίπου το ήμισυ του ΑΕΠ σήμερα, επίπεδο παραπλήσιο με αυτό των μεγάλων εξαγωγικών οικονομιών της ευρωζώνης. Και η βάση των εξαγωγών μας χαρακτηρίζεται από μεγάλη ποικιλία, καθώς κατανέμεται ισομερώς μεταξύ αγαθών και υπηρεσιών, με σημαντική διαφοροποίηση μεταξύ των διάφορων κατηγοριών αγαθών. Η ελληνική οικονομία δεν βασίζεται μόνο σε έναν κλάδο, δεν εξαρτάται μόνο στο τουρισμό.
Σε αντίθεση με συμβουλές που δόθηκαν παλαιότερα από κάποιες πλευρές, ο μετασχηματισμός του εξωτερικού τομέα της Ελλάδας υλοποιείται, ευτυχώς, χωρίς ονομαστική υποτίμηση. Είναι το αποτέλεσμα βαθέων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έγιναν σε διάστημα πολλών ετών -πολύ επώδυνες μεταρρυθμίσεις, πολύ δύσκολες μεταρρυθμίσεις πολιτικά, που αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις της Ελλάδας στο σκέλος της προσφοράς-, καθώς και της θεσμικής ελκυστικότητας του να είσαι μέλος της ευρωζώνης. Ένας μερικός κατάλογος των μεταρρυθμίσεων που κάναμε πράξη τα τελευταία τέσσερα χρόνια περιλαμβάνει την ψηφιοποίηση, σε σημαντικό βαθμό, του Δημοσίου αλλά και την υποστήριξη της ψηφιοποίησης του ιδιωτικού τομέα, τη σημαντική μεταρρύθμιση των αγορών εργασίας, τη στήριξη της πράσινης μετάβασης -η Ελλάδα σήμερα συγκαταλέγεται στους ηγέτες όσον αφορά στην παραγωγή ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές. Περιλαμβάνει τη μεταρρύθμιση της εκπαίδευσης, ένα πλήρως χρηματοδοτούμενο σύστημα επικουρικής ασφάλισης, την επιστροφή της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού σε οικονομική ευρωστία και τη μετατροπή της σε πρωταγωνιστή στην ευρύτερη περιοχή, την απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης, τη μείωση της γραφειοκρατίας και τη συνέχιση των ιδιωτικοποιήσεων.
Επιπλέον, και με στόχο τη βελτίωση των κινήτρων για τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους, δώσαμε προτεραιότητα στην ελάφρυνση των υπερβολικών φορολογικών βαρών στην απασχόληση και στο κεφάλαιο, όχι στην κατανάλωση, τηρώντας παράλληλα τη δημοσιονομική πειθαρχία. Μπορέσαμε να μειώσουμε τις φορολογικές επιβαρύνσεις με εύλογο τρόπο, διατηρώντας παράλληλα και επιτυγχάνοντας τους δημοσιονομικούς μας στόχους. Οι εισφορές κοινωνικής ασφάλισης μειώθηκαν, καθώς και ο συντελεστής φορολόγησης εταιρειών. Τα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης για την αντιμετώπιση των κλυδωνισμών που προκάλεσαν οι κρίσεις της πανδημίας, της ενέργειας και του κόστους ζωής ήταν τόσο στοχευμένα όσο και προσωρινά. Ήταν, όμως, αποτελεσματικά, προφυλάσσοντας τις θέσεις εργασίας και στηρίζοντας τους πιο ευάλωτους. Απέτρεψαν τη ζημιά, στήριξαν αυτούς που το είχαν μεγαλύτερη ανάγκη, διατηρώντας παράλληλα καλά εδραιωμένες προσδοκίες για τη βιωσιμότητα του χρέους.
Οι μεταρρυθμίσεις αυτές έχουν βελτιώσει σημαντικά το επιχειρηματικό περιβάλλον της Ελλάδας, προσελκύοντας άμεσες ξένες επενδύσεις που έφτασαν σε ιστορικά υψηλά το 2021, το 2022 και ξανά το 2023, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην αύξηση του μεριδίου των επενδύσεων στο ΑΕΠ. Η εισροή ξένων κεφαλαίων παραμένει κορυφαία προτεραιότητα της κυβέρνησης, καθώς είναι καίριας σημασίας για την κάλυψη του επενδυτικού κενού των προηγούμενων ετών, που βαίνει μειούμενο αλλά υπάρχει ακόμα.
Είμαστε τώρα σε θέση να μετατρέψουμε αυτό το μειονέκτημα σε ευκαιρία. Η υψηλή αναμενόμενη κερδοφορία που εμφανίζει η Ελλάδα ως οικονομία που συγκλίνει προς τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ, σε συνδυασμό με τη νομισματική προβλεψιμότητα που προσφέρει η απαράμιλλη αξιοπιστία της πολιτικής της ΕΚΤ, καθώς και αυτό που θεωρώ πολύ σημαντικό, ο υψηλός βαθμός πολιτικής σταθερότητας που απολαμβάνει πλέον η χώρα μας, καθιστούν την οικονομία μας έναν πολύ ελκυστικό προορισμό για εγχώριους και ξένους επενδυτές.
Αν περπατήσετε σήμερα στην Αθήνα, θα μπορέσετε να νιώσετε τον παλμό μιας χώρας που ανθεί, προσελκύοντας επενδυτές σε όλους τους τομείς. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τους σημαντικούς πόρους που λαμβάνουμε στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και άλλων ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών εργαλείων, μας έχει δώσει τις βάσεις που απαιτούνται για να κάνουμε κάτι το εξαιρετικό, να επαναλάβουμε ουσιαστικά το οικονομικό θαύμα που πέτυχε η Ελλάδα στις δεκαετίες του 1950 και 1960. Και να υλοποιήσουμε το κύριο στόχο μου: να αυξήσουμε το βιοτικό επίπεδο μέσω υψηλότερων πραγματικών μισθών, που προέρχονται από την ανάπτυξη κι όχι από τον δανεισμό.
Η κυβέρνησή μου έχει αναλάβει να αξιοποιήσει πλήρως αυτή την ιστορική ευκαιρία. Και οπωσδήποτε θα φέρουμε εις πέρας την αποστολή αυτή.
Στην προσπάθεια αυτή, φυσικά, ο χρηματοπιστωτικός κλάδος διαδραματίζει κομβικό ρόλο. Θυμάμαι, το 2019, όταν αναλάβαμε την εξουσία, η πρώτη ερώτηση που δεχόμουν σε όλες τις περιπτώσεις από ξένους επενδυτές ήταν «τι θα κάνετε με τις τράπεζές σας;». Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα ήταν επιβαρυμένο, ως κληροδότημα του παρελθόντος, με μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPE) που ανέρχονταν περίπου στο ήμισυ του χαρτοφυλακίου δανείων. Η εξυγίανση των τραπεζών αποτελούσε ύψιστη προτεραιότητα για την ανάκτηση του αξιόχρεου, αλλά και για τη δυναμική επανεκκίνηση της οικονομικής ανάπτυξης μέσω της χρηματοδότησης αυξημένων επενδύσεων. Χρησιμοποιώντας το εξαιρετικά επιτυχημένο Σχέδιο Ηρακλής, καταφέραμε να μειώσουμε τον δείκτη NPE της Ελλάδας σε μονοψήφια επίπεδα, ενώ οι αυξήσεις κεφαλαίου από τις συστημικές τράπεζες ενίσχυσαν περαιτέρω τη θέση της.
Σήμερα, οι επικριτές επισημαίνουν την κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών. Να είστε σίγουροι ότι δεν θα χαραμίσουμε την αξιοπιστία που με κόπο κερδίσαμε ακούγοντας τις σειρήνες του λαϊκισμού. Κοιτάζοντας μπροστά, το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας θα αποεπενδύσει, διαθέτοντας το μερίδιό του στις τέσσερις συστημικές τράπεζες μέχρι το τέλος του 2025.
Η Eurobank είναι ήδη η πρώτη τράπεζα που επέστρεψε σε πλήρως ιδιωτική ιδιοκτησία. Ένα ακόμη σημαντικό βήμα προς αυτόν τον στόχο έγινε νωρίτερα αυτήν την εβδομάδα, με την προσφορά της ιταλικής Unicredit για τη συμμετοχή του ΤΧΣ στην Alpha Bank. Καλούμε κι άλλα ευρωπαϊκά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να στρέψουν το βλέμμα τους στις ελληνικές τράπεζες. Ήταν ένα πολύ σημαντικό ορόσημο για εμάς: μία μεγάλη ευρωπαϊκή τράπεζα να δείξει το ενδιαφέρον της για μία ελληνική τράπεζα. Φαίνεται ότι όντως έχουμε κάνει κύκλο 180 μοιρών.
Εκτός από την αποκατάσταση της ευρωστίας του τραπεζικού τομέα, η Ελλάδα είναι μία από τις πρώτες χώρες που υιοθέτησαν το ενιαίο πλαίσιο αφερεγγυότητας της ΕΕ, δημιουργώντας για πρώτη φορά μια εξορθολογισμένη διαδικασία αναδιάρθρωσης και πτώχευσης, προϋπόθεση για την εμβάθυνση των αγορών και τη μεγιστοποίηση των δυνατοτήτων της τραπεζικής ένωσης.
Τα πλεονεκτήματα αυτού του νέου πλαισίου γίνονται, επίσης, ολοένα και πιο σαφή στα στοιχεία που αφορούν στο κληροδοτημένο ιδιωτικό χρέος, προσφέροντας περαιτέρω επιβεβαίωση του μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας, όχι μόνο σε μακροοικονομικό αλλά και σε μικροοικονομικό επίπεδο.
Οι θετικές προοπτικές της οικονομίας μας υποστηρίζονται σθεναρά από την ταχεία βελτίωση των δημόσιων οικονομικών. Έχουμε ήδη επιστρέψει σε πρωτογενή πλεονάσματα και το έλλειμμα του προϋπολογισμού μας το 2023 και το 2024 προβλέπεται να είναι ένα από τα μικρότερα ανάμεσα σε όλες τις χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου.
Παρόλο που ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ της Ελλάδας παραμένει υψηλός, τα τελευταία δύο χρόνια έχει μειωθεί περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη χώρα στον κόσμο. Φέτος προβλέπεται να πέσει κάτω από το επίπεδο όπου ήταν το 2012. Είμαστε προσηλωμένοι στη δημοσιονομική πειθαρχία και στα οφέλη που αυτή αποφέρει στους πολίτες και στις επιχειρήσεις μας.
Η πτώση της αναλογίας χρέους-ΑΕΠ δείχνει ότι ο παρονομαστής έχει τόση σημασία όσο και ο αριθμητής. Η ανάπτυξη έχει επιταχυνθεί τα τελευταία χρόνια, με το ΑΕΠ της Ελλάδας να έχει αυξηθεί σχεδόν 5 ποσοστιαίες μονάδες περισσότερο από τον μέσο όρο της ευρωζώνης από το 2019 και μετά. Αυτό, πιστεύω, είναι ένα γεγονός που δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο κατά τη λήψη αποφάσεων για τους νέους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες.
Η δημοσιονομική πειθαρχία και οι επιδόσεις στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις ανταμείφθηκαν με πλήρη πρόσβαση στις αγορές κρατικών ομολόγων -είμαι σίγουρος προς ανακούφιση της Christine- με περιορισμένο spread έναντι των γερμανικών τίτλων και ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, με πιο πρόσφατη την αναβάθμιση από την S&P Global την περασμένη Παρασκευή.
Αυτό ανοίγει το δρόμο για περαιτέρω βελτίωση των χρηματοπιστωτικών συνθηκών. Μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδος διαπιστώνει ότι το μισό όφελος από την επίτευξη επενδυτικής βαθμίδας προκύπτει μετά την αναβάθμιση. Θέλω στο σημείο αυτό να ευχαριστήσω το οικονομικό επιτελείο, τον προηγούμενο Υπουργό Οικονομικών, Χρήστο Σταϊκούρα, τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστή Χατζηδάκη. Αυτή ήταν μια ομαδική προσπάθεια. Καταβάλλαμε μεγάλη προσπάθεια για να μπορέσουμε να έρθουμε σε αυτήν την θέση. Θα συνεχίσουμε να πορευόμαστε σε αυτόν τον δρόμο, διότι το έργο της μεταρρύθμισης της οικονομίας δεν τελειώνει ποτέ.
Μπροστά μας έχουμε πολύ σκληρή δουλειά. Στο υπόλοιπο της δεύτερης θητείας μου ως Πρωθυπουργός -έχουμε ακόμα σχεδόν τέσσερα χρόνια μπροστά μας, με ισχυρή λαϊκή εντολή και απόλυτη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο-, θα δείτε πολύ περισσότερη δουλειά για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, χρησιμοποιώντας την ανάλυση big data, έμφαση στη μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης -γνωρίζουμε ότι πρόκειται για ακανθώδες ζήτημα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε. Πρέπει να διευρύνουμε τη δεξαμενή εργαζόμενων και τη συμμετοχή στην αγορά εργασίας, μεταρρύθμιση των κεφαλαιαγορών.
Κλείνοντας, πολιτικά η Ελλάδα έχει ένα θετικό μήνυμα και για την Ευρώπη. Εσείς είστε τραπεζίτες και εμείς είμαστε πολιτικοί. Και αν θέλατε απόδειξη ότι κεντρώοι πολιτικοί μπορούν να κερδίζουν και πράγματι κερδίζουν εκλογές ενάντια στον λαϊκισμό, πάρτε εμάς ως παράδειγμα. Για δύο διαδοχικές θητείες ο ελληνικός λαός επέλεξε το δρόμο της σταθερότητας και των μεταρρυθμίσεων αντί του δρόμου του χάους και του λαϊκισμού.
Κυρίες και κύριοι,
Επιτρέψτε μου να κλείσω λέγοντας ότι η χώρα μου πέρασε την προηγούμενη δεκαετία προσπαθώντας να παραμείνει στο ευρώ. Αυτή τη δεκαετία την αξιοποιεί για να συγκλίνει με την Ευρώπη. Η παραμονή στο ευρώ δεν ήταν εύκολη, αλλά η Ελλάδα είναι αναμφίβολα μια ιστορία επιτυχίας. Σήμερα, σε αυτό το πολύ όμορφο σκηνικό, είναι μια μέρα για να αναλογιστούμε το παρελθόν, να χαρούμε για όσα έχουμε πετύχει μαζί, αλλά και να προσβλέπουμε με αισιοδοξία στο μέλλον. Στην ανάδειξη της περαιτέρω προόδου της Ελλάδας και της Ευρώπης στην επόμενη συνεδρίαση της ΕΚΤ που θα πραγματοποιηθεί σε αυτή την ξεχωριστή πόλη.