Με «ιστορία από έναν άλλον πλανήτη» παρομοιάζει η Welt την επάνοδο της ελληνικής οικονομίας, μετά και την επιστροφή της χώρας στην επενδυτική βαθμίδα από την S&P. «Ενώ πολλές χώρες παγκοσμίως υποφέρουν από τα υψηλά χρέη και οι επενδυτές πωλούν αμερικανικά ομόλογα φοβούμενοι τις δημοσιονομικές εξελίξεις, η Ελλάδα έχει βρει τον δρόμο της προς την έξοδο από τη δημοσιονομική δυσπραγία».
Όπως παρατηρεί το γερμανικό μέσο, «η Ελλάδα έχει μεταρρυθμιστεί ριζικά: τόσο όσον αφορά την είσπραξη των φόρων όσο και την απλούστευση της νομοθεσίας. Αυτή η συνθήκη με τη σειρά της προσέλκυσε επενδύσεις στη χώρα, ενώ την ίδια στιγμή ο τουρισμός ανθεί», ενώ η ελληνική οικονομία έχει παρουσιάσει άκρως θετικά στοιχεία ανάκαμψης μετά την πανδημία.
Ταυτοχρόνως, «η ισχυρή ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, σε συνδυασμό με τον πληθωρισμό, συμβάλλει και στη μείωση του χρέους, το οποίο φέτος αναμένεται να μειωθεί στο 168% της οικονομικής παραγωγής», ένα ποσοστό που πράγματι είναι υψηλό, ωστόσο αποτελεί βελτίωση «σε σύγκριση με το 207% του 2020.
Η Αθήνα επωφελείται επίσης από το γεγονός ότι οι υποχρεώσεις της είναι πολύ ευνοϊκά δομημένες, παραμένοντας σταθερές σε βάθος εικοσαετίας. Έτσι, η χώρα εξακολουθεί να επωφελείται από τα χαμηλά επιτόκια του παρελθόντος και υποχρεούται να δαπανά μόνο το 5,7% του εθνικού προϋπολογισμού για την εξυπηρέτηση του χρέους».
Τέλος, «η Ελλάδα επωφελείται και από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανασυγκρότησης», εξηγεί η Welt. «Μέχρι το 2026 η Ελλάδα έχει πρόσβαση σε 36 δισεκατομμύρια ευρώ σε πακέτα βοήθειας, εκ των οποίων τα μισά είναι επιχορηγήσεις και τα άλλα μισά χαμηλότοκα δάνεια. Σε αναλογία με την οικονομική παραγωγή, η χώρα είναι ο μεγαλύτερος δικαιούχος του Ταμείου Ανασυγκρότησης».
Πάντως, «η συγκριτικά καλή απόδοση του ελληνικού χρηματιστηρίου δείχνει πως η χρηματιστηριακή αγορά έχει ήδη εν μέρει αποτιμήσει τη νέα αξιολόγηση. Αυτό δεν σημαίνει πως οι ελληνικές μετοχές δεν μπορούν να ανέβουν κι άλλο, όμως οι επιδόσεις τους θα πρέπει τώρα να επιβραδυνθούν αισθητά. Γι’ αυτό και δεν αναμένεται ένα ακόμη ελληνικό θαύμα».
Πηγή: Deutsche Welle