Μέτρα στήριξης 2,137 δισ. ευρώ ενσωματώνει το προσχέδιο προϋπολογισμού 2024, το οποίο κατατέθηκε στη Βουλή, με τη μερίδα του λέοντος να απορροφά η αναμόρφωση του μισθολογίου των δημόσιων υπαλλήλων, με μεσοσταθμικές αυξήσεις 6,5% και κόστος 906 εκατ. ευρώ.
Το προσχέδιο προϋπολογισμού επιφύλασσε θετική έκπληξη για τις αγορές καθώς το πρωτογενές πλεόνασμα φέτος προβλέπεται να διαμορφωθεί τελικά στο 1,1% του ΑΕΠ ενώ για το 2024 αναμένεται να φτάσει το 2,1% του ΑΕΠ, με τον ρυθμό ανάπτυξης στο 3% και το ΑΕΠ στα 235 δισ. ευρώ. Το δημόσιο χρέος σε ελεύθερη πτώση, με τη συνδρομή και του πληθωρισμού, αναμένεται να υποχωρήσει το επόμενο έτος στο 152,2% του ΑΕΠ ενώ ο πληθωρισμός από 4% φέτος σε μέσα επίπεδα εκτιμάται πως θα υποχωρήσει στο 2,4%.
Το 2024, εκτός από τους δημόσιους υπαλλήλους, αυξήσεις στις αποδοχές τους θα δουν οι συνταξιούχοι (3,1%), όσοι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα κλείνουν τριετίες (μετά το ξεπάγωμα από 1-1-2024) αλλά και οι αμειβόμενοι με τον κατώτατο μισθό (από τον Απρίλιο).
Αναλυτικά:
• για την ενίσχυση των εισοδημάτων στον δημόσιο τομέα, τη στήριξη σε μεγαλύτερο βαθμό των χαμηλόμισθων δημοσίων υπαλλήλων, των οικογενειών με παιδιά και όσων κατέχουν θέση ευθύνης στο δημόσιο, αναμορφώνεται το μισθολόγιο του δημόσιου τομέα (συνολικό δημοσιονομικό κόστος 50 εκατ. ευρώ για το 2023 και 906 εκατ. ευρώ για το 2024). Οι βασικές παρεμβάσεις αφορούν στην οριζόντια αύξηση κατά 70 ευρώ στον βασικό μισθό, στην αύξηση της οικογενειακής παροχής από 20 έως 50 ευρώ μηνιαίως, στην αύξηση των επιδομάτων θέσης ευθύνης κατά 30% και στην αύξηση του επιδόματος παραμεθορίου και ειδικών συνθηκών εργασίας στα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας. Παράλληλα, αυξάνεται το μισθολόγιο των μελών ΔΕΠ καθώς και τα έξοδα διανυκτέρευσης του πολιτικού και ένστολου προσωπικού,
• για την αναπροσαρμογή των συντάξεων ειδικών κατηγοριών οι οποίες υπάγονται στη δικαιοδοσία του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών - ΓΛΚ, θεσμοθετήθηκαν αυξήσεις με ετήσιο κόστος 7 εκατ. ευρώ. Λόγω της αναδρομικής ισχύος της ρύθμισης, ανάλογα με την κατηγορία των συνταξιούχων, το δημοσιονομικό κόστος εκτιμάται σε 5 εκατ. ευρώ για το 2023 και 56 εκατ. ευρώ το 2024,
• για την οικονομική ενίσχυση περίπου 200.000 νέων ηλικίας 18 και 19 ετών, θεσμοθετείται μόνιμη παροχή ύψους 150 ευρώ για την πραγματοποίηση αγορών από επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στους τομείς του πολιτισμού, του τουρισμού και των μεταφορών (συνολικό δημοσιονομικό κόστος 30 εκατ. ευρώ για καθένα από τα έτη 2023 και 2024),
• για την οικονομική στήριξη περίπου 750.000 συνταξιούχων με συντάξεις έως 1.600 ευρώ που έχουν προσωπική διαφορά άνω των 10 ευρώ, παρέχεται τον Δεκέμβριο 2023 έκτακτη ενίσχυση από 100 έως 200 ευρώ, με δημοσιονομικό κόστος 107 εκατ. ευρώ,
• μονιμοποιείται η πλήρης απαλλαγή περίπου 200.000 πρώην δικαιούχων ΕΚΑΣ από τη συμμετοχή τους στη φαρμακευτική δαπάνη (δημοσιονομικό κόστος 38 εκατ. ευρώ κατ’ έτος),
• για την εισοδηματική ενίσχυση περίπου 225.000 ευάλωτων νοικοκυριών αυξάνεται από τον Δεκέμβριο 2023 κατά 8% το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα (δημοσιονομικό κόστος 4 εκατ. ευρώ για το 2023 και 43 εκατ. ευρώ για το 2024),
• για την αντιμετώπιση της υπογεννητικότητας και τη στήριξη της οικογένειας, το επίδομα μητρότητας από το 2024 επεκτείνεται στους ελεύθερους επαγγελματίες και τους αγρότες στους εννέα μήνες, σε συνέχεια και της ήδη θεσμοθετημένης αύξησης σε εννέα μήνες για τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα (δημοσιονομικό κόστος 40 εκατ. ευρώ για το 2024),
• αυξάνεται αναδρομικά από την 1η Ιουλίου 2023 το πτητικό επίδομα για τους πιλότους και τα πληρώματα των πυροσβεστικών αεροσκαφών, με δημοσιονομικό κόστος 700 χιλ. ευρώ ετησίως.
Επιπλέον των ανωτέρω δημοσιονομικών μέτρων εφαρμόζονται οι ακόλουθες παρεμβάσεις στην αγορά εργασίας και στο συνταξιοδοτικό σύστημα:
• από τον Ιανουάριο 2024 αίρεται το πάγωμα των τριετιών στους μισθωτούς,
• καταργείται η μείωση 30% επί των συντάξεων για τους απασχολούμενους συνταξιούχους και αντικαθίσταται με εισφορά 10% επί των πρόσθετων αμοιβών που λαμβάνουν από την εργασία τους και
• αυξάνονται εκ νέου από την 1η Ιανουαρίου 2024 οι συντάξεις κατά τον μέσο όρο της αύξησης του ΑΕΠ και του πληθωρισμού 2023, με υπολογιζόμενο κόστος 410 εκατ. ευρώ.
Επιπλέον, οι παρεμβάσεις φορολογικής φύσης αφορούν:
• στην αύξηση του αφορολόγητου κατά 1.000 ευρώ στους φορολογούμενους με ένα ή περισσότερα εξαρτώμενα τέκνα (δημοσιονομικό κόστος 135 εκατ. ευρώ για το 2024),
• στη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 10% για κατοικίες που ασφαλίζονται για φυσικές καταστροφές,
• στην αναμόρφωση του πλαισίου λειτουργίας της κεφαλαιαγοράς με σημαντικά επενδυτικά και φορολογικά κίνητρα:
- μείωση του φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίων από 0,5% σε 0,2% (ετήσιο δημοσιονομικό κόστος 22 εκατ. ευρώ),
- μείωση κατά 50% του φόρου χρηματιστηριακών συναλλαγών (ετήσιο δημοσιονομικό κόστος 21 εκατ. ευρώ) και
- κατάργηση του φόρου τόκων ομολόγων σε κρατικά ομόλογα (ετήσιο δημοσιονομικό κόστος 7 εκατ. ευρώ).
Επιπροσθέτως, με στόχο τη ρύθμιση της αγοράς των βραχυχρόνιων μισθώσεων και την αντιμετώπιση των δευτερογενών αρνητικών επιπτώσεων στην κτηματαγορά και τα ενοίκια, επιβάλλεται ΦΠΑ 13% και τέλος παρεπιδημούντων στις βραχυχρόνιες μισθώσεις ακινήτων (τύπου airbnb) στα νομικά πρόσωπα και στα φυσικά πρόσωπα με τρία ή περισσότερα εκμισθωμένα διαμερίσματα. Ο φόρος διαμονής επιβάλλεται και στις βραχυχρόνιες μισθώσεις φυσικών προσώπων, ενώ τα φυσικά πρόσωπα που διαθέτουν τρία ή περισσότερα εκμισθωμένα διαμερίσματα υποχρεούνται σε έναρξη επιχειρηματικής δραστηριότητας. Τέλος, αυστηροποιείται ο ορισμός της βραχυχρόνιας μίσθωσης και εντείνονται οι έλεγχοι δήλωσης εισοδημάτων.
Για την αντιμετώπιση του ιδιαίτερα έντονου στεγαστικού προβλήματος, ιδίως των νέων ατόμων και τη στήριξη του οικογενειακού προγραμματισμού, προβλέπεται ο διπλασιασμός του ιδιαίτερα επιτυχημένου προγράμματος «ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ» με επιπλέον 375 εκατ. ευρώ. Σημειώνεται ότι ο συνολικός προϋπολογισμός του προγράμματος ανήλθε στο 1 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 750 εκατ. ευρώ προέρχονται από τον κρατικό προϋπολογισμό και το υπόλοιπο από τις τράπεζες.
Με γνώμονα την κοινωνική δικαιοσύνη και τη διασφάλιση της δίκαιης κατανομής των φορολογικών βαρών μεταξύ των φορολογουμένων με μακροπρόθεσμο στόχο τη σημαντική μείωση αυτών, θεσμοθετούνται παρεμβάσεις για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Οι παρεμβάσεις αυτές περιορίζουν τη χρήση μετρητών, διευρύνουν περαιτέρω τη χρήση των ηλεκτρονικών συναλλαγών και έχουν ως σύμμαχο τις ψηφιακές τεχνολογίες και τις ηλεκτρονικές πλατφόρμες. Ενδεικτικές παρεμβάσεις καταπολέμησης της φοροδιαφυγής αποτελούν η διασύνδεση ταμειακών μηχανών με POS, η επέκταση υποχρέωσης κατοχής POS σε κλάδους που μέχρι σήμερα είχαν εξαιρεθεί, η αύξηση του προστίμου χρήσης μετρητών άνω των 500 ευρώ, η αγοραπωλησία ακινήτων μόνο με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, η καθολική εφαρμογή των ηλεκτρονικών βιβλίων (myData), η ψηφιοποίηση των ελέγχων των φορολογικών αρχών, η πληρωμή των προνοιακών επιδομάτων μέσω χρεωστικών καρτών και η ενεργοποίηση του ψηφιακού δελτίου αποστολής.
Τα βασικά μεγέθη
Με βασικό τροφοδότη τις επενδύσεις (12,1%) και ισχυρή στήριξη από τις εξαγωγές (6,3%), ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2024 αναμένεται να φτάσει το 3% από 2,3% φέτος. Ο πληθωρισμός σε πτωτική τροχιά αναμένεται να υποχωρήσει σε μέσα επίπεδα εναρμονισμένου δείκτη στο 2,4% το επόμενο έτος από 4% φέτος με την ανεργία στο 10,6% του εργατικού δυναμικού από 11,2%. Η δημόσια κατανάλωση, φαίνεται να «κουμπώνεται» με αποκλιμάκωση κατά 1,3% ενώ και η ιδιωτική κατανάλωση προβλέπεται πως θα κατεβάσει ταχύτητα στο ρυθμό αύξησης (από 2,5% φέτος σε 1,6% το 2024).
Το δημόσιο χρέος αναμένεται πως θα υποχωρήσει στο 152,2% του ΑΕΠ το επόμενο έτος, με το πρωτογενές πλεόνασμα στο 2,1% του ΑΕΠ.
Στο προσχέδιο καταγράφεται μια σειρά κινδύνων που αφορούν στην επιβράδυνση της ευρωπαϊκής και της παγκόσμιας οικονομίας, τις δυσμενείς γεωπολιτικές εξελίξεις, τη διατήρηση του πληθωρισμού σε υψηλότερα από τα αναμενόμενα επίπεδα, την ενεργειακή κρίση, τη συνεχιζόμενη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής αλλά και τα ακραία κλιματικά φαινόμενα. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στην κρισιμότητα της απορρόφησης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης.
Από την άλλη πλευρά, ανοδικά στο ρυθμό ανάπτυξης θα μπορούσαν να επιδράσουν η ενδεχόμενη ταχύτερη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, η ευνοϊκότερη του αναμενομένου εξέλιξη της τουριστικής κίνησης, η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας στην επενδυτική βαθμίδα και από τους υπόλοιπους οίκους αξιολόγησης, η έγκαιρη και αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης καθώς και η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Τα έσοδα
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της εκτέλεσης του προϋπολογισμού, το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε πλεόνασμα ύψους 2.560 εκατ. ευρώ ή 1,1% του ΑΕΠ, πλησίον των προβλέψεων του Προγράμματος Σταθερότητας.
Σημειώνεται ότι σε σχέση με τις προβλέψεις του προϋπολογισμού 2023 παρατηρείται αύξηση τόσο των καθαρών εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού (κατά 3 δισ. ευρώ) όσο και των δαπανών (κατά 2,8 δισ. ευρώ). Το συνολικό ισοζύγιο Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται πλησίον των προβλέψεων της εισηγητικής έκθεσης του προϋπολογισμού, λόγω της αύξησης των ενοποιημένων τόκων Γενικής Κυβέρνησης και διαμορφώνεται σε συνολικό έλλειμμα 2,1% του ΑΕΠ έναντι 2,0% που ήταν η πρόβλεψη του προϋπολογισμού 2023.
Η αύξηση των εσόδων οφείλεται: α) στους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, λόγω της επαναφοράς της στην κανονικότητα μετά τις επιπτώσεις της πανδημίας Covid-19 και των κυβερνητικών μέτρων στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, β) στη σημαντική αύξηση των τουριστικών εισπράξεων, οι οποίες κατά το επτάμηνο του τρέχοντος έτους ξεπέρασαν τα επίπεδα της αντίστοιχης περιόδου του 2019, γ) στην αύξηση των μισθών και συντάξεων, γεγονός που επηρεάζει κυρίως τα έσοδα από τους άμεσους φόρους (φόροι εισοδήματος), δ) στην εκτεταμένη χρήση πιστωτικών καρτών και στην αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών εν γένει και ε) στις πληθωριστικές πιέσεις, ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας ενεργειακής κρίσης, που επιδρούν και στη χώρα μας, αν και σε μικρότερο βαθμό σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Οι συνολικές δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού για το έτος 2023 εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν στα 72.710 εκατ. ευρώ, αυξημένες κατά 2.765 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον στόχο του προϋπολογισμού. Η αύξηση αυτή, οφείλεται κατά κύριο λόγο στην αύξηση των δαπανών για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης και της συνεπακόλουθης ανόδου των τιμών των αγαθών και των υπηρεσιών καθώς και στις αυξημένες δαπάνες για την υγεία και τις εκλογικές διαδικασίες (διενέργεια δεύτερων βουλευτικών εκλογών). Επίσης, οφείλεται και στις επείγουσες και έκτακτες ανάγκες, οι οποίες προέκυψαν λόγω των καταστροφικών πυρκαγιών, που εκδηλώθηκαν σε αρκετές περιοχές της χώρας και ιδίως στις περιοχές Έβρου και Ρόδου καθώς και λόγω των ακραίων καιρικών φαινομένων που έπληξαν ιδίως την Περιφέρεια Θεσσαλίας τον μήνα Σεπτέμβριο 2023. Η διάθεση των απαραίτητων επιπλέον κονδυλίων υλοποιήθηκε με την ψήφιση δύο συμπληρωματικών προϋπολογισμών, ύψους 700 εκατ. ευρώ και 600 εκατ. ευρώ.
* Δείτε το προσχέδιο στη στήλη Συνοδευτικό Υλικό.