Αβεβαιότητες τόσο σε δημοσιονομικό επίπεδο όσο και σε όρους ρυθμού ανάπτυξης την ελληνικής οικονομίας γεννούν οι καταστροφικές επιπτώσεις από τις πυρκαγιές και τις πλημμύρες των τελευταίων ετών, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή.
Με τα έως τώρα δεδομένα, οι στόχοι του προϋπολογισμού για ρυθμό ανάπτυξης 2,3% και πρωτογενές αποτέλεσμα 0,7% του ΑΕΠ φαίνεται να επιτυγχάνονται, υπό την προϋπόθεση μιας σειράς λεπτών χειρισμών.
Όπως επισημαίνεται στην τριμηνιαία έκθεση του Γραφείου, οι οικονομικές εξελίξεις χαρακτηρίζονται από αβεβαιότητα, λαμβάνοντας υπόψη τις καταστροφικές επιπτώσεις των καλοκαιρινών πυρκαγιών και των ακραίων βροχοπτώσεων στη Θεσσαλία, που ανέδειξαν αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού να αντεπεξέλθει σε σοβαρές προκλήσεις.
Στην τελική αποτίμηση των επιπτώσεων για την οικονομία, πέρα από τις αποζημιώσεις και τα μέτρα στήριξης για τις πληγείσες περιοχές που περιλαμβάνονται στον συμπληρωματικό προϋπολογισμό, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το ευρύτερο κόστος σε όρους καταστροφής παραγωγικών συντελεστών, το οποίο σε συνδυασμό με το ενδεχόμενο εγκατάλειψης ορισμένων περιοχών θα προκαλέσει μακροχρόνιες απώλειες παραγωγικής δυναμικότητας.
Από δημοσιονομική άποψη, οι δύο κρίσιμες προϋποθέσεις ώστε να μην υπονομευτεί η δημοσιονομική σταθερότητα είναι, αφενός, η μέγιστη δυνατή κάλυψη της ανοικοδόμησης από ευρωπαϊκούς πόρους και αφετέρου, η χρονική κατανομή των αποζημιώσεων, ώστε να μη συγκεντρωθούν εξ ολοκλήρου σε ένα μόνο έτος.
Διαφορετικά, θα πρέπει να αναζητηθούν πρόσθετες πηγές εσόδων, τακτικές ή έκτακτες, ώστε να καλυφθεί το σχετικό κόστος χωρίς απόκλιση από τον δημοσιονομικό στόχο και επιβάρυνση του δημόσιου χρέους.
*Δείτε την έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού στη Βουλή για το β' τρίμηνο στη δεξιά στήλη "Συνοδευτικό Υλικό".