Μη αποδεκτές θεωρεί η νέα ηγεσία του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών τις επικείμενες αυξήσεις στις τιμές διοδίων τον Σεπτέμβριο, όπως προκύπτει από την ανακοίνωση που εξέδωσε χθες, κάνοντας μάλιστα λόγο για «μονομερή ενέργεια» εκ μέρους των παραχωρησιούχων των αυτοκινητοδρόμων.
Υπενθυμίζεται πως η αύξηση κομίστρου διέλευσης είχε «παγώσει» τον περασμένο Δεκέμβριο, καθώς η τότε ηγεσία του ΥΠΟΜΕ διαπραγματευόμενη με τους παραχωρησιούχους είχε προτάξει αφενός τη διαχείριση της πληθωριστικής κρίσης που πίεζε όλο και περισσότερο το εισόδημα και αφετέρου τον εκλογικό κύκλο. Μάλιστα σύμφωνα με πηγές της αγοράς, υπήρξε και άτυπη υπόσχεση για επανεξέταση του θέματος στο β’ εξάμηνο της φετινής χρονιάς.
Τι ισχύει με τις αυξήσεις διοδίων
Με βάση τις κυρωμένες πολυετείς συμβάσεις παραχώρησης επικοινωνούν στο ΥΠΟΜΕ κάθε Οκτώβριο τις τιμές διέλευσης, οι οποίες υπολογίζονται με βάση των Δείκτη Τιμών Καταναλωτή και υπό συγκεκριμένο τύπο. Σημειώνεται ότι η συγκεκριμένη διαδικασία από το 2015 έως το 2022 έφερε πέντε μειώσεις και τρεις αυξήσεις οριακού ωστόσο ύψους. Ο μαθηματικός τύπος ωστόσο για το 2023 –δεδομένων των πληθωριστικών πιέσεων – απέδωσε υπολογίσιμες αυξήσεις (κατά πληροφορίες έως και 10%), τις οποίες η Πολιτεία προσπάθησε με παραίνεση να καθυστερήσει.
Στην παρούσα φάση, οι παραχωρησιούχες κοινοπραξίες επανήλθαν με το συμβατικό τους δικαίωμα να επιβάλλουν αύξηση διοδίων από τον προσεχή Σεπτέμβριο. Κατά πληροφορίες της αγοράς, οι σχετικές επαφές των παραχωρησιούχων με αρμόδιους παράγοντες του ΥΠΟΜΕ πραγματοποιήθηκαν σε αυτό το πλαίσιο και δεν συνιστούν «μονομερή ενέργεια».
Σημειώνεται ότι πέρα από το συμβατικό δικαίωμα, οι παραχωρησιούχοι προτάσσουν επίσης το δικός τους αυξημένο κόστος λειτουργίας και συντήρησης των αυτοκινητοδρόμων (κατά πληροφορίες το ενεργειακό μόνο κόστος ξεπέρασε το 115%), καθώς και τις αντίστοιχες δικές τους χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις.
Ως γνωστόν, οι πολυετείς συμβάσεις παραχώρησης υποστηρίζονται από χρηματοδοτήσεις που διέπονται με τη σειρά τους από συγκεκριμένες δεσμεύσεις και αποπληρώνονται βάσει προβλεπόμενων ταμειακών ροών. Στο πλαίσιο αυτό παράγοντες της αγοράς σημειώνουν πως δεν τίθεται ζήτημα απορρόφησης αυξημένου κόστους, αλλά τήρησης συμφωνημένων δανειακών συμβάσεων με collateral μια κυρωμένη σύμβαση παραχώρησης.
Εναλλακτικές λύσεις
Στην ανακοίνωση του το ΥΠΟΜΕ κάνει λόγο για «εναλλακτικά σενάρια» και την προσπάθεια εξεύρεσης μιας «ρεαλιστικής λύσης, χωρίς την επιβάρυνση του πολίτη για το 2023, ωστόσο υπολογίζοντας τις εκάστοτε συμβάσεις παραχώρησης οι υπολογισμένες αυξήσεις, που προς το παρόν δεν μετακυλίστηκαν στους πολίτες, παραμένουν ως απαίτηση των παραχωρησιούχων, και άρα με κάποιο τρόπο θα πρέπει να αποδοθούν.
Η χθεσινή ανακοίνωση του ΥΠΟΜΕ καταλήγει επίσης πως «το Δημόσιο θα εξαντλήσει κάθε δυνατότητα που έχει για να επιτύχει την αναστολή των μονομερών ενεργειών των εταιρειών», ωστόσο δεν διευκρινίζεται πως θα ανασταλεί η διεκδίκηση των παραχωρησιούχων που υποστηρίζεται από νόμο του ελληνικού Δημοσίου.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της αγοράς, η παραπάνω «κόντρα» προοιωνίζεται έναν νέο κύκλο διαπραγμάτευσης μεταξύ Πολιτείας και παραχωρησιούχων. Σημειώνεται δε ότι τον Σεπτέμβριο του 2023 θα ενεργοποιηθεί εκ νέου η διαδικασία υπολογισμού κομίστρων διέλευσης για το 2024 και πάλι με βάση τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή.