Τη χρηματοδοτική και συμβουλευτική στήριξη των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων προωθεί η Εθνική Τράπεζα, εστιάζοντας στην ολιστική αντιμετώπιση των αναγκών τους σε ένα περιβάλλον το οποίο γίνεται διαρκώς πιο ανταγωνιστικό.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η Εθνική χορηγεί σήμερα 1 στα 3 δάνεια που δίνονται στις μικρομεσαίες σε επίπεδο αγοράς και εξετάζει συνεργασία με εξειδικευμένο σύμβουλο, η οποία στοχεύει στην παροχή πολύπλευρης συμβουλευτικής στήριξης σε ζωτικής σημασίας προαπαιτούμενα για χρηματοδότηση όπως είναι η σύνταξη ενός βιώσιμου business plan. «Η πλειοψηφία των μικρών επιχειρήσεων δεν έχουν ενημέρωση ότι μπορούν να χρηματοδοτηθούν ακόμη και από το Ταμείο Ανάκαμψης», τονίζει η Γενική Διευθύντρια Retail Banking της ΕΤΕ Χριστίνα Θεοφιλίδη, υπό την αρμοδιότητα της οποίας βρίσκονται οι ΜμΕ.
Στο αμιγώς χρηματοδοτικό σκέλος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, η νέα στρατηγική της Εθνικής Τράπεζας στηρίζεται στην υιοθέτηση πιο έξυπνων και ευέλικτων -πάντα όμως στο πλαίσιο των κανόνων εποπτείας- μοντέλων αξιολόγησης των εν λόγω επιχειρήσεων. Το ζήτημα της υιοθέτησης πιο έξυπνων τρόπων αξιολόγησης που θα στηρίζονται στην τωρινή δραστηριότητα των ΜμΕ (τζίρος, στοιχεία από συναλλαγές) και όχι αυστηρά στα υφιστάμενα μοντέλα αναμένεται να απασχολήσει σε συνεργασία με τις τράπεζες και την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, η οποία είναι αρμόδια για τον νόμο της Δεύτερης Ευκαιρίας.
Σημειώνεται ότι ένα επιπλέον κανάλι μέσα από το οποίο περνά η χρηματοδοτική στήριξη των μικρομεσαίων εταιρειών, με τη χρήση εθνικών και ευρωπαϊκών κονδυλίων, αποτελεί η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα (ΕΑΤ).
Επενδυτικά προϊόντα
Η πολλαπλή στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων περνά και μέσα από τα επενδυτικά προϊόντα, με αιχμή το bancassurance, το οποίο ωστόσο αφορά και όλο το φάσμα των πελατών της τράπεζας. Στόχος της Εθνικής είναι να αυξήσει τη διείσδυσή της στον εν λόγω τομέα με έξυπνα επενδυτικά προϊόντα και ευέλικτα ως προς τη χρονική τους διάρκεια, με σκοπό να είναι περισσότερο ελκυστικά για τους πελάτες. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η τράπεζα σχεδιάζει νέο επενδυτικό προϊόν Αμοιβαίων Κεφαλαίων, η χρονική διάρκεια του οποίου θα είναι 18 μήνες με 2 έτη, έτσι ώστε ο πελάτης/επενδυτής να μην αποθαρρύνεται από μεγαλύτερες χρονικές διάρκειες.
Σήμερα η χώρα μας είναι ουραγός στο ποσοστό επενδυτικών προϊόντων (Αμοιβαία Κεφάλαια, Ομόλογα, Μετοχές) σε σχέση με το σύνολο της ρευστής περιουσίας του πολίτη. Μόλις 10% έχει τοποθετηθεί σε χρηματοοικονομικά προϊόντα. Το αντίστοιχο ποσοστό των πολιτών των χωρών της Ευρωζώνης είναι 45% ενώ οι άλλες «χώρες του Νότου», με αντίστοιχα κοινωνικο-οικονομικά χαρακτηριστικά, βρίσκονται σε υψηλότερα επίπεδα, με το ποσοστό στην Πορτογαλία να είναι στο 20%, στην Ισπανία στο 33% και στη γειτονική Ιταλία στο 55%.
Εν τω μεταξύ την επόμενη τριετία οι καταθέσεις των νοικοκυριών εκτιμάται ότι θα προσεγγίσουν τα 160 δισ. ευρώ (από 140 δισ. σήμερα) ενώ τα επενδυτικά προϊόντα τα 28 δισ. (από 16 δισ. σήμερα), ενισχύοντας έτσι τη βαρύτητά τους στο σύνολο των ρευστών διαθεσίμων του μέσου πολίτη στο 20% (από 10% σήμερα).
Ασφάλεια κατοικίας
Μια ξεχωριστή ως προς τη σημασία της κατηγορίας του bancassurance είναι η ασφάλιση των κατοικιών από παντός είδους ζημίες. Υποστηρικτικά στην αύξηση του όγκου της εν λόγω υπηρεσίας για το σύνολο του τραπεζικού κλάδου είναι η νομοθετική θέσπιση του μέτρου μείωσης κατά 10% του ΕΝΦΙΑ -που προωθεί η κυβέρνηση και θα ψηφιστεί μέχρι τα τέλη Ιουλίου- για όσους ιδιοκτήτες ακινήτων ασφαλίσουν την κατοικία τους.
Το κενό που υπάρχει στη συγκεκριμένη αγορά φαίνεται από το γεγονός ότι μόλις το 16% των κατοικιών είναι ασφαλισμένες, εκ των οποίων το 10%-12% υποχρεωτικά λόγω σύνδεσης με δάνειο.