Η επιστροφή της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, την οποία έχασε πριν από πάνω από μια δεκαετία κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους του ευρώ, είναι τελειωμένη υπόθεση όσον αφορά τους επενδυτές ομολόγων.
Οπως σημειώνει το Reuters, η χώρα, που χαρακτηρίστηκε ως «σκουπίδια» και από τους τρεις κορυφαίους οίκους αξιολόγησης, από το τέλος του προγράμματος διάσωσης το 2018 εργάστηκε για να κερδίσει ξανά την εύνοια των επενδυτών και την πολυπόθητη βαθμολογία -μια σφραγίδα στη δημοσιονομική αξιοπιστία.
Οι επενδυτές ελπίζουν ότι το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας -ο ξεκάθαρος νικητής στις εκλογές της Κυριακής, αν και δεν είχε απόλυτη πλειοψηφία- θα παραμείνει στην εξουσία μετά από επαναληπτική ψηφοφορία τον Ιούνιο και θα συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις, ανοίγοντας τον δρόμο για την Ελλάδα να ανακτήσει τις αξιολογήσεις.
Αναλυτές στις τράπεζες που διαπραγματεύονται τα ελληνικά κρατικά ομόλογα είπαν ότι μετά την απότομη πτώση του κόστους δανεισμού αυτής της εβδομάδας, τα ομόλογα διαπραγματεύονται ήδη ως τίτλοι επενδυτικής βαθμίδας.
Παρόλο που η Ιταλία έχει αξιολογήσεις επενδυτικής βαθμίδας από τρεις μεγάλους οίκους αξιολόγησης, οι αποδόσεις των ελληνικών 10ετών ομολόγων γύρω στο 3,8% διαπραγματεύονται πλέον περίπου 50 μονάδες βάσης κάτω από αυτές της Ιταλίας, στη μεγαλύτερη πτώση τουλάχιστον από το 1999, σύμφωνα με στοιχεία της Refinitiv.
Οι αποδόσεις των ελληνικών 10ετών ομολόγων κινήθηκαν καθοδικά κατά σχεδόν 15 μονάδες βάσης (bps) μετά το εκλογικό αποτέλεσμα της Κυριακής.
Η πρόσθετη απόδοση ή το spread που πληρώνουν τα ελληνικά ομόλογα έναντι της ασφαλούς Γερμανίας -που αντανακλά το ασφάλιστρο κινδύνου τους- βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2021.
Η Ελλάδα έχει αξιολογήσεις BB+ από τον S&P Global και τον Fitch και βαθμολογία Ba3 από τον Moody's. Από τότε που ολοκληρώθηκε το πρόγραμμα διάσωσης το 2018, η Ελλάδα έχει ανακτήσει πρόσβαση στην αγορά, έχει μειώσει το ρεκόρ του δημόσιου χρέους της και η ανάπτυξη αναμένεται να συνεχίσει να ξεπερνά τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης φέτος και τον επόμενο χρόνο.
Οπως αναφέρει το δημοσίευμα, η επιστροφή στην πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα θα ήταν κάτι παραπάνω από συμβολική για τη χώρα. Θα καθιστούσε το ελληνικό χρέος επιλέξιμο για δείκτες κρατικών ομολόγων, προσελκύοντας σταθερή ζήτηση από μια πολύ μεγαλύτερη δεξαμενή παγκόσμιων επενδυτών.
Μια πρώτη αναβάθμιση θα μπορούσε να γίνει ήδη από τον Οκτώβριο, όταν η S&P Global Ratings πρόκειται να εξετάσει την αξιολόγηση της Ελλάδας. Όταν έδωσε θετικές προοπτικές τον Απρίλιο, είπε ότι θα μπορούσε να αναβαθμίσει την Ελλάδα εντός του επόμενου έτους, εάν μια νέα κυβέρνηση διατηρήσει τη δημοσιονομική πειθαρχία και τον ρυθμό των μεταρρυθμίσεων που ξεκλειδώνουν τα κονδύλια ανάκαμψης της ΕΕ.
Η JP Morgan, η οποία βλέπει «μεγάλη πιθανότητα» η Ελλάδα να επιτύχει αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας έως τις αρχές του 2024, αναμένει ότι το spread έναντι των γερμανικών ομολόγων θα είναι 165 μονάδες βάσης έως τον Μάρτιο του 2024, περίπου 20 μονάδες βάσης υψηλότερη από τώρα.
Ο στρατηγικός αναλυτής της Société Générale, Sean Kou, αναμένει επίσης μικρό αντίκτυπο από μια αναβάθμιση της S&P Global τον Οκτώβριο, υπενθυμίζοντας τι συνέβη με την Πορτογαλία το 2017.
Οι αποδόσεις της Πορτογαλίας μειώθηκαν απότομα μετά την αναβάθμιση σε επενδυτική βαθμίδα από την S&P Global Ratings το 2017, αλλά αυτή η κίνηση είχε προκαλέσει έκπληξη, καθώς ο οίκος πέρασε σε αυτή απευθείας από την αξιολόγηση BB+ και τη σταθερή προοπτική, αντί να ορίσει πρώτα μια θετική προοπτική -που είναι η τρέχουσα στάση του για την Ελλάδα.
«Ένας λόγος για τον οποίο πιστεύουμε ότι έχει ήδη τιμολογηθεί, είναι επειδή τώρα σχεδόν όλοι περιμένουν (αναβάθμιση)», είπε ο Kou.