Ανεξέλεγκτες αυξήσεις στις τιμές του φυσικού αερίου προβλέπει για φέτος η Τράπεζα της Ελλάδος.
Όπως αναφέρεται στην ετήσια Έκθεση του Διοικητή της ΤτΕ, οι διαταραχές στην προσφορά του προϊόντος και η ανάγκη για διατήρηση ικανών αποθεμάτων ενόψει του προσεχούς χειμώνα αναμένεται να συντηρήσουν τις ανοδικές πιέσεις στην τιμή του αερίου. Εκφράζεται, ωστόσο, η εκτίμηση ότι η μείωση της εγχώριας κατανάλωσης ηλεκτρισμού από νοικοκυριά και βιομηχανία θα περιορίσει ενδεχομένως αυτές τις αυξήσεις.
Πέρυσι, η τιμή του αερίου όλων των τύπων απογειώθηκε κατά μέσο όρο σε ποσοστό 115% και ειδικότερα στην Ευρώπη κατά 150%. Οι ήπιες καιρικές συνθήκες φέτος τον χειμώνα, σε συνδυασμό με την επιβράδυνση της οικονομίας της Κίνας, θεωρεί η ΤτE ότι οδήγησαν εντέλει στην πτώση της τιμής του, που υπολογίζεται σε -5,2% τον Δεκέμβριο του 2022 έναντι του Δεκεμβρίου του 2021.
Από την άλλη πλευρά, το LNG αυξήθηκε πέρυσι κατά 70,4%, λόγω της αυξημένης ζήτησης που υπαγόρευσε η κατακόρυφη μείωση των ροών από τη Ρωσία.
Σε αυτό το πλαίσιο, τα μέτρα που ελήφθησαν από την ελληνική πολιτεία για τα νοικοκυριά, σε μια προσπάθεια να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες της ενεργειακής κρίσης, αναπλήρωσαν κατά ένα μέρος μόνον, λέει η ΤτE, τις απώλειες στα πραγματικά εισοδήματα από την αύξηση του πληθωρισμού. Συνέβαλαν, ωστόσο, προσθέτει, στον μετριασμό των συνεπειών που είχε η ακρίβεια στη διεύρυνση της εισοδηματικής ανισότητας.
Η ΤτE υποδεικνύει την ανάγκη η επιδοματική πολιτική για την ενεργειακή κρίση να παραμείνει στοχευμένη και προσωρινή και να χρηματοδοτείται από τον διαθέσιμο δημοσιονομικό χώρο. Μελλοντικά, μάλιστα, να συνοδεύεται από δράσεις εξοικονόμησης ενέργειας και κίνητρα για μείωση της κατανάλωσης ενέργειας.
Εξάλλου, στην Έκθεση εξετάζονται και οι επιπτώσεις που είχε η ενεργειακή κρίση στο περιβάλλον και την κλιματική αλλαγή.
Πρώτα πρώτα, η ΤτE κρούει τον κώδωνα του κινδύνου να κλονιστεί η κοινωνική συναίνεση για την ενεργειακή μετάβαση, εάν οι καταναλωτές αντιμετωπίσουν το δίλημμα: υψηλές τιμές ενέργειας via πράσινες επενδύσεις.
Αυτή, επισημαίνει η ΤτE, είναι και η μεγαλύτερη πρόκληση της τρέχουσας ενεργειακής κρίσης. Η περιβαλλοντική συνείδηση και η θέληση να μετριαστεί η κλιματική αλλαγή είχαν ως προϋπόθεση, υπογραμμίζει, την κάλυψη σε μεγάλο βαθμό των αναγκών της διαβίωσης και της ασφάλειας. Εάν αυτές τεθούν εν αμφιβόλω, προειδοποιεί, τότε θα κινδυνεύσει να κλονιστεί η κοινωνική συναίνεση που υπάρχει αυτή τη στιγμή υπέρ της ενεργειακής μετάβασης.
Ήδη τα νοικοκυριά φαίνεται να εγκαταλείπουν τα ακριβά καύσιμα για τη θέρμανσή τους, για να καταφέρουν να αμυνθούν απέναντι στις υψηλές τιμές ενέργειας. Τα σπίτια στην Αθήνα, ειδικότερα, τον φετινό χειμώνα στράφηκαν στα καυσόξυλα για να θερμανθούν, με αποτέλεσμα, όπως προέκυψε από έρευνα του Εθνικού Αστεροσκοπείου, να αυξηθεί φέτος τον χειμώνα η ρύπανση της ατμόσφαιρας κατά 10-20 mg κατά τις βραδινές ώρες, προκαλώντας άμεσους κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία.
Παράλληλα, η καύση ξύλου, ως υποκατάστατο θέρμανσης, δημιουργεί επιπρόσθετα προβλήματα παράνομης και αυθαίρετης υλοτομίας, με μεγάλες πιέσεις και απώλειες στα δάση. Μάλιστα, υπάρχουν πολλές ευρωπαϊκές χώρες που επιλέγουν να ενθαρρύνουν αυτή την τακτική, μετριάζοντας την αυστηρότητα των κανόνων προστασίας των δασών, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να παρέχουν στα νοικοκυριά εναλλακτικές και φθηνότερες μορφές θέρμανσης. Έτσι, όμως, πέτυχαν να απελευθερώσει περισσότερο CO2 η καύση ξύλων από ό,τι θα είχε εκλυθεί, αν η ενέργεια προερχόταν από ορυκτά καύσιμα.