Μολονότι η οικονομική ανάπτυξη φρέναρε στις περισσότερες χώρες της ευρωζώνης, η Ελλάδα συνεχίζει να ανακάμπτει και να υπεραποδίδει στον ρυθμό κίνησης του ΑΕΠ.
Οπως εξηγεί ανάλυση της Capital Economics, η χώρα θα εξακολουθήσει να παρουσιάζει συγκριτικά καλύτερες επιδόσεις στην πορεία της οικονομίας στη ζώνη του ενιαίου ευρωπαϊκού νομίσματος, επειδή βρίσκεται «σχετικά απομονωμένη» στο περιβάλλον της αύξησης των επιτοκίων.
Σύμφωνα με τον διεθνή οίκο, η ανάπτυξη στο 4ο τρίμηνο κατά 1,4% σε τριμηνιαία βάση οφείλεται στην πολύ μεγάλη άνοδο της κατανάλωσης και των επενδύσεων (1,8% και 8,5% αντίστοιχα), οδηγώντας την ετήσια ανάπτυξη του ΑΕΠ κοντά στο 6% το 2022.
Εκτιμά ότι η ανάπτυξη του ελληνικού ΑΕΠ το 2023 θα προσεγγίσει το 0,8% και την επόμενη χρονιά θα ανέβει στο 1,7%. Για το 2025 εκτιμά ότι θα φτάσει στο 2,3%.
Η απασχόληση έχει ενισχυθεί μετά την πανδημία, όπως δείχνουν οι σχετικές έρευνες και ο τουρισμός είναι ανθεκτικός παρά την υποτονική ανάπτυξη των βασικών εμπορικών εταίρων της Ελλάδας, υπογραμμίζει η Capital Economics. Οι τράπεζες έχουν μειώσει τα NPEs και ο χαμηλός δείκτης δανείων προς το ΑΕΠ αφήνει την Ελλάδα λιγότερο εκτεθειμένη στους ανέμους των ανοδικών επιτοκίων.
Ο δείκτης χρέους θα υποχωρήσει στο 169% φέτος, στο 165% το 2024 και στο 162% το 2025 και τα δημόσια οικονομικά της φαίνονται βιώσιμα. Οι δαπάνες για τόκους είναι χαμηλές ως ποσοστό των κρατικών εσόδων. Επίσης η ΕΚΤ θα συνεχίσει να στηρίζει την Ελλάδα, συμπεριλαμβάνοντας τα κρατικά ομόλογα όταν λειτουργήσει το εργαλείο TPI.
Πιθανά σύννεφα βλέπει η Capital Economics στην περαιτέρω αύξηση του εμπορικού ελλείμματος, κάτι που, όπως επισημαίνει, μπορεί να αντικατοπτρίζει το χαμηλό επίπεδο ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.