Θετικές, είναι οι πρώτες αντιδράσεις επιχειρηματιών και εκπροσώπων φορέων παραγωγικών και εμπορικών κλάδων της οικονομίας, στην αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 9,4% που ανακοίνωσε χθες Παρασκευή ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.
«Θα «πέσουν» περισσότερα χρήματα στην αγορά και αυτό είναι θετικό. Αλλά θα υπάρχει δυσκολία στις εταιρείες να ανταποκριθούν σε αυτό το κόστος», λέει ο Γιάννης Μασούτης.
Για τον πρόεδρο της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος και ιδιοκτήτη της αλυσίδας Μασούτης, το πιο σοβαρό πρόβλημα είναι η αύξηση των επιτοκίων. «Δυσκολεύει την επιχειρηματικότητα» λέει και σημειώνει: «ελπίζουμε αυτό να μην έχει μεγάλη διάρκεια να επανέλθουμε σύντομα στην κανονικότητα». Σε ερώτηση για τον αν η αύξηση του κόστους των επιχειρήσεων θα οδηγήσει σε ανατιμήσεις ο κ. Μασούτης είναι κατηγορηματικός. «Όχι οι τιμές δεν θα αυξηθούν από εδώ και πέρα», λέει.
Μισογεμάτο βλέπει το «ποτήρι» και ο Συμεών Διαμαντίδης. Ο πρόεδρος του Συνδέσμου Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος (ΣΕΒΕ) και πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΙΟΠΑΣ ΑΕ, λέει πως «τα λεφτά που θα «πέσουν» στην αγορά από την αύξηση του κατώτατου μισθού θα γυρίσουν στην αγορά.» Ενώ σημειώνει πως αν η αύξηση του κατώτατου μισθού συνδεθεί με τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, που έχει εξαγγείλει ο Πρωθυπουργός, δεν θα υπάρχει κανένα πρόβλημα για τις επιχειρήσεις.
Ερωτηθείς να σχολιάσει την αύξηση των επιτοκίων και πως αυτή επηρεάζει τις επιχειρήσεις ο κ. Διαμαντίδης λέει πως «το κόστος παραγωγής των επιχειρήσεων θα επιβαρυνθεί πολύ και αυτό είναι πρόβλημα. Πιθανόν να υπάρξει μετακύλιση στις τιμές».
Αναφορικά με τις επιπτώσεις στις εξαγωγικές επιχειρήσεις ο ίδιος δεν διακρίνει κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα από τη στιγμή που, όπως λέει, η αύξηση των επιτοκίων επηρεάζει και τους διεθνείς ανταγωνιστές των ελληνικών εταιρειών. «Από το 2009 και μετά οι ελληνικές εξαγωγές παρά τις διαδοχικές κρίσεις έχουν τριπλασιαστεί», λέει.
Οφέλη στην κατανάλωση «βλέπουν» έμποροι και ΜμΕ αλλά ζητούν παρέμβαση της Κυβέρνησης στο μη μισθολογικό κόστος και επιστροφή του μοντέλου διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ).
Ο Γιώργος Καββαθάς, πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ) και πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εστιατορικών και Συναφών Επαγγελμάτων (ΠΟΕΣΕ), σημειώνει στο Euro2day.gr ότι η απόφαση της κυβέρνησης για αύξηση του κατώτατου μισθού στα 780 ευρώ μεικτά κινείται εντός των πλαισίων που είχε προϋπολογίσει η ΓΣΕΒΕΕ (8-10%). Επισημαίνει πάντως ότι αναμένονταν και μέτρα ανακούφισης των επιχειρήσεων όπως η μείωση της προκαταβολής φόρου εισοδήματος και η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος.
"Κάνουμε μνημόσυνο με ξένα κόλλυβα" τόνισε υπενθυμίζοντας την πάγια θέση της ΓΣΕΒΕΕ για επιστροφή της διαδικασίας προσδιορισμού του κατώτατου μισθού στους εθνικούς κοινωνικούς εταίρους ώστε να μην αποτελεί εργαλείο πολιτικής. Το μεγάλο πρόβλημα σύμφωνα με τον κ. Καββαθά είναι το διαθέσιμο εισόδημα καθώς μεγάλο μέρος του μισθού ή της σύνταξης κατευθύνεται στην κάλυψη ανελαστικών αναγκών του νοικοκυριού.
Στα όρια των δυνατοτήτων των επιχειρήσεων
"Η αύξηση ήταν στο πάνω όριο αυτού που αναμέναμε και των δυνατοτήτων μας", σχολιάζει χαρακτηριστικά στο Euro2day.gr ο Θοδωρής Καπράλος, πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Πειραιά (ΕΣΠ) και Β’ Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ).
Εξηγεί ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού αφενός αυξάνει το λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων -γι' αυτό και οι φορείς επιμένουν να υπάρξει μέριμνα από την κυβέρνηση στο μη μισθολογικό κόστος- και αφετέρου ως ο μεγαλύτερος εργοδότης της χώρας με 750.000 εργαζόμενους, ο εμπορικός κόσμος βλέπει θετικά την αύξηση.
"Οι επιχειρηματίες συναισθάνονται την κοινωνική διάσταση της αύξησης μισθών η οποία δίνει ανάσα σε μεγάλη μερίδα πολιτών ενώ μπορεί να φέρει πολλαπλασιαστικά οφέλη στην κατανάλωση", προσθέτει. Το ζητούμενο, σύμφωνα με τον κ. Καπράλο είναι να δοθεί η δυνατότητα στις επιχειρήσεις να αναπτυχθούν ώστε να προσφέρουν καλύτερα αμειβόμενες δουλειές, να μειωθεί η ανεργία και να αντιμετωπιστεί η στρέβλωση της έλλειψης εργαζομένων. "Πρέπει να δούμε πώς μπορούμε να επιδοτήσουμε την εργασία και όχι την ανεργία" τονίζει προσθέτοντας τη σημασία της παρέμβασης στο μη μισθολογικό κόστος και της επιστροφής στο μοντέλο προσδιορισμού του κατώτατου μισθού μέσα από συλλογικές διαπραγματεύσεις των θεσμοθετημένων φορέων εργοδοτών και εργαζομένων με εθνική συλλογική σύμβαση εργασίας.
Οι τρεις καταλύτες και το τροχοπέδη στην ανάπτυξη
Ο εμπορικός κόσμος συμπεριλαμβανομένων των εργοδοτικών οργανώσεων του εμπορίου είναι σύμφωνος με την αύξηση του κατώτατου μισθού, όπως λέει ο Μάκης Σαββίδης, αντιπρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου της Αθήνας (ΕΣΑ) και αντιπρόεδρος του Ελληνικού Συνδέσμου Ηλεκτρονικού Εμπορίου (GR.EC.A).
Η ΕΣΕΕ είχε προτείνει αύξηση 7% και η αύξηση που ανακοίνωσε η κυβέρνηση κινείται κοντά σε αυτό το ποσοστό. Σύμφωνα με τον κ. Σαββίδη τρεις είναι οι λόγοι που το εμπόριο συμφωνεί με την αύξηση του κατώτατου μισθού:
- Είναι κοινωνική ανάγκη λόγω των επιπτώσεων του πληθωρισμού στα εισοδήματα των νοικοκυριών.
- Το εμπόριο αποτελείται από μικρομεσαίες οικογενειακές -κατά βάση- επιχειρήσεις που απασχολούν τον μεγαλύτερο αριθμό εργαζομένων στη χώρα. Οι περισσότεροι από αυτούς απασχολούν μέλη της οικογένειας.
- Ο κλάδος περιμένει να τονωθεί η ζήτηση στην αγορά και άρα θα ωφεληθεί έμμεσα από τις αυξήσεις των μισθών.
Ωστόσο σύμφωνα με τον κ. Σαββίδη το εμπόριο ζητά συμπληρωματικά της αύξηση του κατώτατου μισθού και μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος που θεσπίστηκε επί μνημονίων ως "τέλος του επιχειρείν", ώστε να στηριχθούν οι επιχειρήσεις.
Με αυτό τον τρόπο θα εξισορροπηθεί το επιπλέον μισθολογικό κόστος, όπως σημειώνει θεωρώντας ότι θα πρέπει να αυξηθεί περαιτέρω ο κατώτατος μισθός συνυπολογίζοντας πάντα πώς αυτή η πολιτική θα επηρεάσει την ανεργία. Υπενθυμίζει δε ότι στο παρελθόν, το 2004, πλειοδοτούσαν τα δύο κόμματα εξουσίας (Κ. Καραμανλής και Κ. Σημίτης) για τον κατώτατο μισθό χωρίς να υπολογίζεται πόσο μπορεί να αντέξει η αγορά, κάτι που φρέναρε τη μείωση της ανεργίας.
Παράγοντες της αγοράς σημειώνουν ότι από τα περίπου 2,5 εκατ. εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα οι 580.000, που αμοίβονται με τον κατώτατο μισθό, θα ωφεληθούν αλλά είναι ζητούμενο πόσοι απασχολούνται στο λιανεμπόριο. Μεγάλες αλυσίδες, εταιρείες καταναλωτικών ειδών, λιανεμπορίου και προμηθευτές αναφέρουν στο Euro2day.gr ότι προσφέρουν υψηλότερους μισθούς από τον κατώτατο και πλέον με την νέα αύξηση κλείνει αυτή η διαφορά. Οπότε δεν επωμίζονται κάποιο επιπλέον κόστος, ενώ βλέπουν θετικά την εξέλιξη εκτιμώντας ότι θα ενισχύσει την κατανάλωση.
Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ, Γιώργος Καρανίκας συντάσσεται, όπως αναφέρει μεταξύ άλλων σε δηλωσή του, με κάθε απόφαση που υπηρετεί την κοινωνική συνοχή και τις προοπτικές της οικονομίας της χώρας χωρίς να εξαντλεί βεβαίως τις αντοχές του επιχειρηματικού κόσμου και ειδικά των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Ωστόσο υπογραμμίζει εκ νέου την ανάγκη να επιστρέψει στους κοινωνικούς εταίρους η αποφασιστική αρμοδιότητα για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού και διεκδικεί την άμεση κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος, ως ένα απαραίτητο "αντισταθμιστικό μέτρο", για την επιβάρυνση που θα υποστούν κυρίως οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Στον κατώτατο μισθό τοποθετείται κάτι παραπάνω από το 20% των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα ενώ το λιανεμπόριο δίνει υψηλούς μισθούς, σύμφωνα με τον Σταύρο Καφούνη, πρόεδρο του Εμπορικού Συλλόγου της Αθήνας (ΕΣΑ), που χαρακτηρίζει την αύξηση μέσα στο πλαίσιο της λογικής. Τονίζει πάντως μιλώντας στο Euro2day ότι αναμένεται ελάφρυνση για τις επιχειρήσεις, ήτοι μείωση των ασφαλιστικών εισφορών -κατά 0,6% όπως έχει υποσχεθεί η κυβέρνηση- που κατά την άποψή του είναι το πιο αναπτυξιακό μέτρο για όλους τους κλάδους.