Ποιοι διεκδικούν χρήμα που λιμνάζει χωρίς τόκο στις καταθέσεις

Τα πολύ χαμηλά επιτόκια καταθέσεων που προσφέρουν τα τραπεζικά ιδρύματα ανοίγουν την... όρεξη εταιριών του ευρύτερου επενδυτικού χώρου για κομμάτι της πίτας. Πού μπορούν να φτάσουν τα επιτόκια των προθεσμιακών.

Ποιοι διεκδικούν χρήμα που λιμνάζει χωρίς τόκο στις καταθέσεις

Σε μια εποχή έντονης οικονομικής αβεβαιότητας και ενόψει ενός πολύ δύσκολου φετινού χειμώνα, το σύνολο σχεδόν των οικονομικών κλάδων και δραστηριοτήτων αποβλέπει σε οφέλη στοχεύοντας να καρπωθεί μερίδιο από τις αυξημένες καταθέσεις των νοικοκυριών. Καταλυτικό παράγοντα στη συγκεκριμένη προσπάθεια, πιθανολογείται ότι θα παίξουν τα προσφερόμενα τραπεζικά επιτόκια, τα οποία παρά την ανοδική τους πορεία, εκτιμάται ότι θα διατηρηθούν σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα.

Οι καταθέσεις των νοικοκυριών έχουν αυξηθεί από το τέλος του 2019 έως και το φετινό Σεπτέμβριο κατά περισσότερο από 22 δισ. ευρώ και είναι προφανές ότι σειρά εταιρειών που προσφέρουν καταναλωτικά προϊόντα και υπηρεσίες θα επιδιώξουν να καρπωθούν ένα αξιοσημείωτο τμήμα αυτών των χρημάτων κατά τους επόμενους μήνες μέσα από προσφορές, εκπτώσεις και λοιπές μεθόδους του marketing.

Άλλωστε, μέσα στο δίμηνο Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου που παραδοσιακά χαρακτηρίζεται από θετική εποχικότητα, αναμένεται να ενταθεί ο ανταγωνισμός μέσω προσφορών στην αγορά (με τις πιστωτικές κάρτες να αποτελούν ένα εκ των εργαλείων) προκειμένου είτε ο κόσμος να επισκεφτεί τις βιτρίνες των καταστημάτων, είτε να γεμίσει τα τουριστικά καταλύματα κατά την περίοδο των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς.

Πέραν όμως αυτού, είναι και οι άλλες εταιρείες του ευρύτερου επενδυτικού χώρου που διεκδικούν κομμάτι των αυξημένων καταθέσεων, με όπλο τα πολύ χαμηλά προσφερόμενα επιτόκια από τις τράπεζες.

Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, αν δούμε κάποια στιγμή το Euribor να φτάνει μέσα στο 2023 στο 3% (από 2% που είναι σήμερα), τότε τα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων δύσκολα θα ξεπεράσουν το 0,70% (από το 0,30% στο οποίο κυμαίνονται αυτή την περίοδο). Τα επιτόκια αυτά είναι πολύ χαμηλά, συγκρινόμενα όχι μόνο με τον τρέχοντα πληθωρισμό, αλλά και με τις αποδόσεις τόσο των κρατικών, όσο και των εταιρικών ελληνικών ομολόγων που φλερτάρουν με το 4% ή και το 5%.

Τρεις είναι οι λόγοι για τους οποίους οι τράπεζες δεν δείχνουν διατεθειμένες να δελεάσουν τους καταθέτες. Ο πρώτος είναι η πολύ ισχυρή ρευστότητα που διαθέτουν με το δείκτη των χορηγήσεων προς τις καταθέσεις να βρίσκεται φέτος στο 66,8% (σύνολο καταθέσεων 220 δισ., σύνολο δανείων 147 δισ. ευρώ). Ο δεύτερος λόγος είναι η προσπάθεια των τραπεζών να ψαλιδίσουν τα spreads σε πολλά από τα δάνειά τους, προκειμένου η άνοδος στα επιτόκια χορηγήσεων να μην είναι τόσο μεγάλη για ιδιώτες και επιχειρήσεις. Τέλος, οι τράπεζες έχουν και αυτές κάθε λόγο να δουν ένα κομμάτι των καταθέσεών τους να αλλάξει μορφή επένδυσης, καθώς τοποθετούμενο σε συνεργαζόμενες εταιρείες ασφαλιστικών προϊόντων και αμοιβαίων κεφαλαίων μπορούν να αποκομίσουν σημαντικού ύψους προμήθειες.

Επίσης, ο διευθύνων σύμβουλος της ΕΧΑΕ Γιάννος Κοντόπουλος αναφέρθηκε πρόσφατα στον πολύ χαμηλό δείκτη χορηγήσεων προς καταθέσεις των ελληνικών τραπεζών, όσο και στο ιδιαίτερα μικρό ποσοστό των ελληνικών αποταμιεύσεων που είναι τοποθετημένο σε μετοχές και εταιρικά ομόλογα, ευελπιστώντας πως αυτά τα δύο στοιχεία αποτελούν δυνητικές πηγές μελλοντικής ανάπτυξης για το Χρηματιστήριο της Αθήνας.

Παράλληλα, νέα επενδυτικά-αποταμιευτικά προϊόντα είδαμε να λανσάρονται πρόσφατα από ασφαλιστικές εταιρείες σε μια προσπάθειά τους να κερδίσουν μέρος των «λιμναζουσών» καταθέσεων. Ενδεικτικές είναι οι περιπτώσεις του προγράμματος εγγυημένης απόδοσης από τη Eurolife, ή των δύο unit-linked συνδεδεμένων με επενδύσεις προϊόντων (από ένα εφ’ άπαξ καταβολής και από ένα περιοδικών καταβολών) που εκδόθηκαν τόσο από την Ευρωπαϊκή Πίστη, όσο και από την Ergo Hellas.

Βέβαια, η προώθηση τέτοιων προϊόντων δεν αποτελεί φέτος εύκολη υπόθεση, λόγω του έντονου κλίματος αβεβαιότητας που χαρακτηρίζει τις διεθνείς επενδυτικές αγορές και έτσι οι ρυθμοί αύξησης της σχετικής εγχώριας παραγωγής στο συγκεκριμένο κλάδο, υπολείπεται σημαντικά αυτών της προηγούμενης διετίας.

Στο… χορό της αφαίμαξης καταθέσεων πρωτοστατούν όμως και οι ίδιες οι τράπεζες, λανσάροντας μακροπρόθεσμα προϊόντα, συνήθως με αιχμή συνεργαζόμενες-θυγατρικές εταιρείες αμοιβαίων κεφαλαίων. Για παράδειγμα, οι τράπεζες προωθούν τέτοια προϊόντα τετραετούς ή πενταετούς διάρκειας, όπου πχ η μέγιστη δυνατή απώλεια του πελάτη δεν μπορεί να υπερβεί το 10% ή του 20%, ενώ ο πελάτης καρπώνεται το 50% των ενδεχόμενων κερδών.

Άλλο σχετικό παράδειγμα, είναι η τοποθέτηση χρημάτων σε μερίδια αμοιβαίου κεφαλαίου πενταετούς διάρκειας που τοποθετείται σε ομολογιακές εκδόσεις και προσφέρει ετήσιες εκτιμώμενες (με βάση τα κουπόνια των ομολόγων) μερισματικές αποδόσεις, οι οποίες κυμαίνονται μεταξύ του 2,25% και του 2,5%.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v