«Η Ελλάδα είναι από μόνη της μία ευκαιρία», δήλωσε ο κ. Δημήτρης Ανδριόπουλος, Chairman & CEO, Dimand, στην 23η Prodexpo, που πραγματοποιείται Δευτέρα 24 και την Τρίτη 25 Οκτωβρίου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, αναλύοντας τις επενδυτικές δυνατότητες της χώρας, καθώς επίσης τα βραχυπρόθεσμα, αλλά και μακροπρόθεσμα project της εταιρείας.
«Πιστεύουμε στην ελληνική οικονομία και στην Ελλάδα, αλλιώς δε θα επενδύαμε στη χώρα. Έχουμε εδώ την έδρα μας και θα συνεχίσουμε να επενδύουμε εδώ», ανέφερε χαρακτηριστικά. Όσον αφορά τη στάση της εταιρείας απέναντι στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η αγορά ο κ. Ανδριόπουλος είπε: «Έχουμε μάθει και εφαρμόζουμε πολύ καλά την προσαρμοστικότητα. Τους επόμενους 18 μήνες είμαστε πιο προσεκτικοί, αλλά δεν έχουμε μειώσει ποτέ τον ρυθμό των 20 έργων μας. Δε φοβόμαστε να κρατήσουμε τη μηχανή παραγωγής ενεργή», είπε.
Όσον αφορά την προοπτική επένδυσης στο Βοτανικό, επεσήμανε ότι η ανάπλαση εκτιμάται ότι θα έχει ολοκληρωθεί εντός της πενταετίας, ενώ το χαρακτήρισε ως το πιο πολυπαραγοντικό γήπεδο που έχει γίνει ποτέ. «Ένα έργο που θα βοηθήσει σημαντικά την κοινωνία, την ομάδα, την περιοχή».
Όσον αφορά την αγορά γραφείων ο κ Ανδριόπουλος ανέφερε ότι αυτή τη στιγμή η αγορά προσπαθεί να αναπληρώσει το κενό των προηγούμενων ετών της ύφεσης και εκτίμησε ότι για τα επόμενα 2-4 χρόνια θα υπάρχει ένας ικανοποιητικός ρυθμός ζήτησης για γραφεία.
Ειδικότερα, μιλώντας για το εν εξελίξει έργο του Πύργου του Πειραιά, έκανε λόγο για έναν αστικό μύθο που διατηρήθηκε για 47 χρόνια, καθώς από τις μελέτες διαπιστώθηκε απόκλιση μόλις κατά 2,2 εκατοστά σε ένα κτίριο 24 ορόφων. «Για ένα τέτοιο κτίριο που παραλάβαμε το 2020, το γεγονός ότι τον Οκτώβριο 2023 θα το εγκαινιάσουμε, μιλάμε για έναν αξιοζήλευτο χρόνο ευρωπαϊκών επιπέδων» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Όσον αφορά το ΜΙΝΙΟΝ επεσήμανε ότι πρόκειται για ένα κτίριο που το παρακολουθούσαμε από το 2006 και έκανε γνωστό ότι τον άλλο μήνα θα ξεκινήσει η κατασκευή της όψης του, ενώ σύντομα ξεκινάει η έρευνα της αγοράς για τους χρήστες.
Για τις εργασίες στο ξενοδοχείο MOXY στην Ομόνοια, ο κ. Ανδιόπουλος έκανε γνωστό ότι βρέθηκαν πάνω από 70 τόνοι αμίαντου, για την αφαίρεση και την καταστροφή του οποίου, το κόστος ανήλθε σε πάνω από 400 χιλιάδες ευρώ. «Είχαμε μία συνολική αντίληψη για το κέντρο της Αθήνας, γι΄ αυτό και η εταιρεία δραστηριοποιείται σε Πατησίων, Ομόνοια, Αιόλου, Πλατεία Κοτζιά».
Για το project του Ελληνικού ανέφερε ότι απαιτείται υπομονή, καθώς τους επόμενους 24 μήνες πρόκειται να αντιμετωπίσει σημαντικές προκλήσεις, όπως την αύξηση της τιμής του χρήματος λόγω της αύξησης των επιτοκίων και του πληθωρισμού, αλλά και μία ενδεχόμενη ύφεση. Τόνισε επίσης ότι κοντά στην ολοκλήρωση βρίσκεται το έργο «Kaizen Campus» στο Μαρούσι, και επεσήμανε τη νέα επένδυση στην Δυτική είσοδο της Θεσσαλονίκης. «Εκεί θα υλοποιήσουμε το μεγαλύτερο «πράσινο» logistic της Βορείου Ελλάδας, το οποίο σκοπεύουμε να έχει σημαντική προστιθέμενη αξία για τους χρήστες του», όπως είπε.
Όσον αφορά τη χρήση των ESG από την Dimand, επεσήμανε ότι: «Μας ενδιαφέρει η γειτονιά, η κοινωνία, ο νομός. Είναι στάση ζωής στα πράγματα, που κατέληξε να είναι ωφέλιμο για την εταιρεία. Το ESG είναι η διαχρονική υποχρέωση. Διαχρονικά πρέπει να σε νοιάζει τι κάνεις και πώς το κάνεις», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Μιλώντας για το επενδυτικό κλίμα στη χώρα, ο κ. Ανδριόπουλος ανέφερε ότι: «Η Ελλάδα από μόνη της είναι μία μεγάλη ευκαιρία. Επειδή έχει μείνει αρκετά πίσω, έχει μεγάλες δυνατότητες». Όπως τόνισε, «η αύξηση του τουρισμού γεμίζει τη χώρα μας με ευκαιρίες», ωστόσο, συμπλήρωσε ότι «πρέπει από σήμερα να αποφασίσουμε για τις στρατηγικές υποδομές, προκειμένου να αποφύγουμε τη δυσφήμιση».
«Οι ευκαιρίες είναι πολλές, αλλά απαιτείται πολιτική σταθερότητα και επενδύσεις στις υποδομές», ανέφερε και πρόσθεσε ότι: «Οι επερχόμενες εκλογές δε θα είναι ο καταλύτης για να επενδύσει κάποιος στη χώρα ή όχι», καθώς τα διεθνή ζητήματα είναι αυτά που προβληματίζουν περισσότερο την αγορά σε αυτή τη φάση.
Τέλος, ο επικεφαλής της Dimand εξέφρασε την αισιοδοξία του για το μέλλον, αλλά, όπως είπε, «όσο περνάνε τα χρόνια γίνομαι πιο σκληρός ρεαλιστής».