Η Ελλάδα εκτιμάται πως θα μπορούσε να διεκδικήσει πρόσθετα κεφάλαια υπό μορφή δανείων για επενδύσεις στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης από 3 έως και 6 δισ. ευρώ, με την ενσωμάτωση των αδιάθετων κεφαλαίων ύψους 225 δισ. ευρώ στο REPower EU, στη βάση της εισήγησης του Ecofin για αναθεώρηση του Κανονισμού του Ταμείου Ανάκαμψης.
Με την προσθήκη κεφαλαίων ύψους 20 δισ. ευρώ υπό μορφή επιδοτήσεων, ανοίγει ο δρόμος για έξτρα χρηματοδότηση της τάξεως των 800 εκατ. ευρώ προς την Ελλάδα. Μετά την εισήγηση του Ecofin, εκτιμάται πως θα απαιτηθεί χρόνος έως το τέλος του έτους για διαπραγματεύσεις και την αλλαγή του Κανονισμού και ανάλογα με τις αποφάσεις που θα λάβει η ελληνική κυβέρνηση, θα μπορούσαν να εισρεύσουν στην Ελλάδα πρόσθετοι πόροι που θα προσεγγίζουν ακόμα και τα 7 δισ. ευρώ σε ορίζοντα τετραετίας.
Αποφάσεις δεν έχουν ληφθεί ακόμα και θα σταθμιστούν όλα τα δεδομένα, με το φθηνό κόστος να αποτελεί δέλεαρ από τη μία, αλλά και την ικανότητα του τραπεζικού συστήματος και της εγχώριας οικονομίας να απορροφήσουν στην επόμενη τετραετία όχι 13 δισ. ευρώ δανείων ανάκαμψης αλλά -ακόμα και- κοντά στα 19 δισ. ευρώ.
Τα κεφάλαια αυτά δεν αποκλείεται να διευρυνθούν συνολικά για τα κράτη-μέλη ή να εμπλουτιστούν με άλλα εργαλεία. Η Γαλλία, δια του υπουργού Οικονομικών Μπρούνο Λεμέρ, έχει βάλει στο τραπέζι των συζητήσεων την ενεργοποίηση ενός νέου προγράμματος με τα χαρακτηριστικά του προγράμματος Sure για την προάσπιση της αγοράς εργασίας στη διάρκεια της πανδημίας. Σε αυτό το μοντέλο, τα κεφάλαια είναι και πάλι δανεικά, με χαμηλό όμως κόστος και την εγγύηση των κρατών-μελών της Ε.Ε., σε μία περίοδο όπου τα επιτόκια ανεβαίνουν και οι εκδόσεις ομολόγων γίνονται ολοένα και πιο δύσκολες.
Το ενδεχόμενο έκδοσης κοινού χρέους για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης πάντως θεωρείται σχεδόν μηδενικό καθώς εκτός από τη Γερμανία, η οποία σθεναρά ανθίσταται, ούτε η Γαλλία το υποστηρίζει.