Αύξηση τόσο για την εθνική σύνταξη όσο και για την ανταποδοτική προβλέπει ο νόμος, ενώ στελέχη του υπουργείου Εργασίας ξεκαθαρίζουν ότι οι αυξήσεις θα φανούν εντός του 2023 και θα δοθούν αναδρομικά, για όσους μήνες υπάρξει καθυστέρηση μέχρι να οριστικοποιηθεί το ύψος της αύξησης, με βάση τον ρυθμό ανάπτυξης και το ύψος του πληθωρισμού. Παράλληλα, αφήνουν μικρό περιθώριο για αυξήσεις και στις επικουρικές συντάξεις, με βάση τα οικονομικά του ΕΤΕΑΕΠ.
Να σημειωθεί ότι ο τρόπος υπολογισμού της αύξησης στις κύριες συντάξεις έχει προβλεφθεί με νόμο, ενώ στις επικουρικές οι αυξήσεις θα δοθούν σε περίπτωση που δεν υπάρχουν ελλείμματα στον κλάδο επικουρικής ασφάλισης του ΕΦΚΑ, το ΕΤΕΑΕΠ. Κάτι τέτοιο είναι εφικτό, εφόσον το ΕΤΕΑΕΠ κάνει χρήση περιουσιακών του στοιχείων, καθώς ο νόμος ορίζει ρητά ότι δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί από τον προϋπολογισμό (όπως ο ΕΦΚΑ).
Σήμερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του επικουρικού ταμείου, η μέση επικουρική μεικτή σύνταξη ανέρχεται σε 290,84 ευρώ και το καθαρό ποσό σε 195,12 ευρώ. Βέβαια, στο ΕΤΕΑΕΠ υπάρχει και ένα στοκ εκκρεμών αιτήσεων συνταξιοδότησης που ξεπερνά τις 125.000, εκ των οποίων οι 98.887 ήταν ληξιπρόθεσμες στο τέλος Ιουνίου. Το εκτιμώμενο κόστος τους είναι της τάξης των 177,19 εκατ. ευρώ.
Συνολικά το κόστος για την καταβολή των επικουρικών συντάξεων ανέρχεται σε 227,067 εκατ. ευρώ. Το κόστος αυτό αλλά κυρίως το έλλειμμα ή πλεόνασμα του Ταμείου θα ληφθούν υπόψη προκειμένου να αποφασιστεί το εάν και στη συνέχεια το πιθανό ύψος της επικείμενης αύξησης. Αυτό που επισημαίνουν πάντως σε όλους τους τόνους στο υπουργείο Εργασίας είναι ότι σε καμία περίπτωση η αύξηση που θα εφαρμοστεί στις κύριες συντάξεις, δεν θα εφαρμοστεί και στις επικουρικές.
Καθυστέρηση
Εν τω μεταξύ, με δεδομένο ότι ο νόμος ορίζει ότι η όποια απόφαση για τις αυξήσεις στις κύριες συντάξεις οφείλει να ληφθεί υπόψη το ύψος του πληθωρισμού και της πορείας του ΑΕΠ κατά το 2022, οι τελικές αποφάσεις από το οικονομικό επιτελείο θα «κλειδώσουν» το νωρίτερο τον Ιανουάριο του 2023. Συνεπώς, οι αυξήσεις δεν μπορεί να φανούν στις πληρωμές Ιανουαρίου, που γίνονται στο τέλος Δεκεμβρίου. Θα δοθούν βέβαια, αναδρομικά, από 1η/1/2023. Και θα φανούν στις τσέπες όσων έχουν μικρή ή δεν έχουν καθόλου προσωπική διαφορά, καθώς και σε αυτούς που έλαβαν σύνταξη μετά τις 13 Μαΐου 2016 που ξεκίνησε η εφαρμογή του νόμου Κατρούγκαλου.
Θα εφαρμοστούν, δε, στο σύνολο του ποσού της σύνταξης. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι θα αυξηθεί και η εθνική σύνταξη από τα 384 ευρώ τον μήνα που έχει θεσμοθετηθεί. Έτσι, για παράδειγμα, μια αύξηση της τάξης του 6% θα οδηγήσει σε εθνική σύνταξη 407 ευρώ.
Σε σύνταξη 727 ευρώ μεικτά, με προσωπική διαφορά 63 ευρώ, η αύξηση της τάξης του 6% αντιστοιχεί σε 43,62 ευρώ. Δηλαδή θα αφαιρεθεί από την προσωπική διαφορά το ποσό των 43,62 ευρώ και η προσωπική διαφορά θα διαμορφωθεί, η οποία θα γίνει 19,80 ευρώ. Για μια σύνταξη 1.015 ευρώ και προσωπική διαφορά 48 ευρώ, το σύνολο της αύξησης θα είναι 60,90 ευρώ, που θα εξαλείψει την προσωπική διαφορά και ο συνταξιούχος θα δει αύξηση της τάξης των 12,90 ευρώ.
Σύνταξη 1.100 ευρώ χωρίς προσωπική διαφορά θα αυξηθεί κατά 66 ευρώ.