Για «την τύχη» περίπου 6 εκατ. MWh φυσικού αερίου -όσο δηλαδή θα κληθεί να μειώσει την κατανάλωσή της η χώρα μας, αν τεθεί σε ισχύ ο πανευρωπαϊκός «κόφτης» στο καύσιμο- καλείται να αποφασίσει η κυβέρνηση μέχρι την επόμενη Τρίτη, 26 Ιουλίου, όταν η σχετική πρόταση Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου θα τεθεί προς ψήφιση στην έκτακτη Σύνοδο των υπουργών Ενέργειας.
Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με την πρόταση που ανακοινώθηκε χθες από την Κομισιόν, όλα τα κράτη-μέλη θα κληθούν εθελοντικά να μειώσουν την κατανάλωσή τους σε αέριο κατά 15%, από τον Αύγουστο έως και τον Μάρτιο του 2023. Αν στην πορεία υπάρξει σημαντική μείωση των εισαγωγών καυσίμου, δηλαδή «κλείσιμο της κάνουλας» από τη Μόσχα, τότε ο στόχος αυτός θα γίνει δεσμευτικός.
Στην περίπτωση της χώρας μας, η κοινοτική φόρμουλα για τον υπολογισμό του εν λόγω ποσοστού αντιστοιχεί σε περικοπή ποσοτήτων αερίου 6 εκατ. MWh περίπου. Σύμφωνα με πληροφορίες του Euro2day.gr, η χώρα μας προσώρας σταθμίζει τα δεδομένα της πρότασης Κανονισμού, έχοντας πλέον από χθες στα χέρια της την πλήρη εικόνα. «Τελεί υπό αξιολόγηση, ακόμη τίποτα δεν έχει κλειδώσει», επισημαίνουν χαρακτηριστικά υψηλόβαθμα στελέχη του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Η δήλωση αυτή σημαίνει πως η Ελλάδα θα λάβει μέρος στις πανευρωπαϊκές ζυμώσεις, που θα ενταθούν τα επόμενα 24ωρα, χωρίς να έχει εκ των προτέρων αποκρυσταλλώσει αρνητική ή θετική στάση. Εξάλλου, στη μία πλευρά της πλάστιγγας μπαίνει το γεγονός ότι η πρόταση Κανονισμού έρχεται σε μία συγκυρία όπου η χώρα μας έχει μειώσει σημαντικά την κατανάλωση αερίου, λόγω των υψηλών τιμών, ενώ έχει την πρόθεση να την περιορίσει έτι περαιτέρω.
Από την άλλη, το κρίσιμο ερώτημα είναι αν η επίτευξη αυτού του ποσοστού που θέτει ο ευρωπαϊκός Κανονισμός, και μάλιστα ξεκινώντας άμεσα από την 1η Αυγούστου, μπορεί να εγκυμονήσει κινδύνους για την ασφάλεια σε τροφοδοσία με ηλεκτρική ενέργεια, αλλά και την απρόσκοπτη λειτουργία των εγχώριων βιομηχανιών.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το τεχνικό επιτελείο της κυβέρνησης έχει ήδη διενεργήσει αναλυτική έκθεση για το κατά πόσο είναι εφικτός αυτός ο στόχος των 6 εκατ. MWh, επιμερίζοντας αυτό το «ψαλίδι» σε όλους τους κλάδους που καταναλώνουν φυσικό αέριο. Η έκθεση δείχνει πως η περικοπή αυτή μπορεί να υλοποιηθεί, χωρίς να ξεπερασθούν οι «αντοχές» του εγχώριου ενεργειακού συστήματος.
Την ίδια ώρα, όμως, σημαντικές επιφυλάξεις προκαλεί το κατά πόσο η θεωρία θα επιβεβαιωθεί και στην πράξη, αφού σε αντίθετη περίπτωση είναι πιθανό να υπάρξουν δυσανάλογα σοβαρές παρενέργειες. Κι αυτό γιατί το «ψαλίδι» θα συμπεριλάβει αναγκαστικά και τον κλάδο της ηλεκτροπαραγωγής, καθώς το συντριπτικά μεγαλύτερο αέριο που εισάγεται στην Ελλάδα καταναλώνεται για την παραγωγή ρεύματος. Κάτι που σημαίνει πως αν δεν «δουλέψουν» όπως προβλέπεται οι εναλλακτικές λύσεις στην ηλεκτροπαραγωγή, τότε θα προκληθούν προβλήματα στην κάλυψη των αναγκών για ρεύμα.
Μία τέτοια εναλλακτική λύση είναι η χρήση ντίζελ στις 5 μονάδες αερίου που έχουν αυτή τη δυνατότητα, για την οποία ωστόσο δεν υπάρχει εγγύηση ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί επί μήνες, ώστε να καλύψει την περικοπή αερίου μέχρι τον επόμενο Μάρτιο. Δεύτερη εφεδρική λύση είναι η αύξηση της λιγνιτικής παραγωγής, που έχει έτσι κι αλλιώς δρομολογηθεί.
Ωστόσο, υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες αν η αύξηση μπορεί να γίνει έγκαιρα, ώστε να αναπληρώσει το φυσικό αέριο για σημαντικό μέρος του 8μήνου που προβλέπει η πρόταση του Κανονισμού, ξεκινώντας από την 1η Αυγούστου. Μάλιστα, καθώς ένα μέρος του λιγνιτικού χαρτοφυλακίου μετρά ήδη αρκετές 10ετίες «ζωής», τίποτα δεν μπορεί να προεξοφλήσει πως κάποιες μονάδες δεν θα εμφανίσουν σοβαρές βλάβες στην πορεία, μένοντας εκτός μάχης για σεβαστό χρονικό διάστημα.
Όπως είναι φυσικό, αν ανακύψει κάποιο από τα παραπάνω προβλήματα, τότε η έλλειψη επάρκειας σε ρεύμα θα πλήξει και τους «προστατευόμενους» καταναλωτές (δηλαδή τα νοικοκυριά και τις ευαίσθητες υποδομές όπως τα νοσοκομεία), οι οποίοι βρίσκονται τελευταίοι στη λίστα των καταναλωτικών κατηγοριών που πρέπει να «αγγίξει» μια περικοπή σε ρεύμα.
Επίσης, τυχόν προβλήματα ηλεκτροδότησης θα επηρεάσουν και τη λειτουργία των εγχώριων βιομηχανιών. Επομένως, έπειτα από το πλήγμα που δέχθηκε η εγχώρια βιομηχανική παραγωγή με την εκτίναξη των ενεργειακών τιμών και η οποία έπληξε την ανταγωνιστικότητά τους, θα έρθει να προστεθεί και η αδυναμία έγκαιρης παράδοσης των παραγγελιών προς τους πελάτες της.
Ανεξάρτητα από την επιλογή που θα κάνει η Ελλάδα, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις παραπάνω παραμέτρους, το μόνο βέβαιο είναι ότι η 26η Ιουλίου αναδεικνύεται στο επόμενο κρίσιμο ορόσημο για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αναλυτές επισημαίνουν πως δεν πρέπει να θεωρείται εκ των προτέρων δεδομένο πως η πρόταση θα εξασφαλίσει την απαιτούμενη ευρεία πλειοψηφία για να εγκριθεί, εκτιμώντας ότι μέσα στα επόμενα 24ωρα θα διαμορφωθούν οι πρώτες «συμμαχίες».
Μάλιστα, σε αυτό το πλαίσιο, δεν αποκλείουν να δημιουργηθεί ένα «στρατόπεδο» χωρών του Νότου, οι οποίες θα αδράξουν την ευκαιρία να βάλουν ξανά στο τραπέζι προτάσεις για σημαντικές παρεμβάσεις στις ενεργειακές αγορές, αξιοποιώντας το γεγονός ότι στη δεδομένη συγκυρία, οι Βόρειες χώρες έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για διακοπή των εισαγωγών ρωσικού αερίου και επομένως έχουν μεγαλύτερη ανάγκη την ευρωπαϊκή ενεργειακή αλληλεγγύη. Μία τέτοια πρόταση είναι η πανευρωπαϊκή επιβολή πλαφόν στην τιμή χονδρικής του φυσικού αερίου.