Χαμηλότερο έλλειμμα κατά περισσότερο από μία μονάδα του ΑΕΠ, τόσο σε όρους γενικής κυβέρνησης όσο και σε επίπεδο πρωτογενούς αποτελέσματος, πέτυχε το 2021 η Ελλάδα, εξέλιξη την οποία αναμένεται να πιστοποιήσει η Eurostat λίγο πριν το Πάσχα.
Η εξέλιξη αυτή σε συνδυασμό με τη χρήση «έξυπνων» μέτρων αξιοποίησης πόρων και επιδοτήσεων χωρίς δημοσιονομική επίπτωση (νέο πλαίσιο κρατικών ενισχύσεων, πόροι από το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης), ανοίγει τον δρόμο για μια πιο επιθετική κυβερνητική πολιτική για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, στον βαθμό που η κοινή ευρωπαϊκή απάντηση, η οποία συνεχίζει να επιδιώκεται, δεν ευοδωθεί στην πράξη.
Εφόσον οι σχεδιασμοί γίνουν πράξη, καθώς κρίσιμες τεχνικές λεπτομέρειες μένει ακόμα να διευκρινιστούν, το σημερινό σχήμα μηνιαίων επιδοτήσεων στους λογαριασμούς ηλεκτρικού και φυσικού αερίου μετρά τους τελευταίους μήνες ζωής του.
Με αλλεπάλληλες δηλώσεις τους τις τελευταίες ημέρες, τόσο ο Πρωθυπουργός όσο και κορυφαία κυβερνητικά στελέχη διαμηνύουν πως η κυβέρνηση δεν θα διστάσει να επιστρατεύσει εθνικούς πόρους για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, στον βαθμό που η Ε.Ε αποτύχει να συμφωνήσει δραστικά και ενιαία μέτρα για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
«Αν η Ευρώπη δεν αποφασίσει να πάρει δραστικά μέτρα που θα στηρίξουν τις κοινωνίες, η ελληνική κυβέρνηση, όπως κάνει ήδη, θα συνεχίσει και θα συνεχίσει με πιο δραστικά μέτρα τη στήριξη της κοινωνίας», δήλωσε (στον ΣΚΑΪ) ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου, την ώρα που από το βήμα της Βουλής ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης σημείωνε πως «η κυβέρνηση θα παρέμβει και θα παρέμβει σημαντικά. Θα περιμένουμε τις εξελίξεις στην Ευρώπη. Και η παρέμβαση θα γίνει με αποτύπωμα δημοσιονομικό».
Λίγο νωρίτερα άλλωστε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών είχε σημειώσει πως η άνοδος της τιμής του φυσικού αερίου στην περιοχή των 100 ευρώ ανά μεγαβατώρα μεταφράζεται σε ετήσιο έξτρα κόστος 4,8 δισ. ευρώ για την ελληνική οικονομία.
Το πρόβλημα και η λύση
Με το σημερινό σχήμα μηνιαίων επιδοτήσεων που έχουν φτάσει ακόμα και να ξεπερνούν τα 600 εκατ. ευρώ τον μήνα, οι επιβαρύνσεις περιορίζονται δραστικά αλλά σε καμία περίπτωση δεν σβήνουν, ενώ υπάρχουν και «τυφλά σημεία» όπως αναγνωρίζουν αρμόδιες πηγές, με αποτέλεσμα πολλά νοικοκυριά και επιχειρήσεις να έρχονται αντιμέτωποι με ασήκωτους λογαριασμούς ρεύματος και φυσικού αερίου, ακόμα και διπλάσιους ή τριπλάσιους σε σχέση με αυτό που μέχρι πριν ένα χρόνο θεωρούνταν «κανονικό».
«Πρέπει να χτυπήσουμε το πρόβλημα στη ρίζα του κακού, στην τιμή του φυσικού αερίου», αναφέρει στέλεχος με γνώση των διεργασιών, περιγράφοντας ένα υπό επεξεργασία σχήμα το οποίο θα καταλήγει να μειώνει την τιμή του φυσικού αερίου με βάση την οποία προσδιορίζεται η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας από τα 100 ευρώ σε λιγότερα από 50 ευρώ.
Πού θα μπει ο πήχης και πώς ακριβώς θα δουλέψει το σχήμα δεν έχει ακόμα αποκρυσταλλωθεί και ιδανικά η Ε.Ε θα έπαιρνε μέτρα προς αυτή την κατεύθυνση σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Τελευταίο ορόσημο για ευρωπαϊκή απάντηση στον ενεργειακό εφιάλτη, η Σύνοδος Κορυφής στο τέλος Μαΐου. Αν φανεί όμως ότι δεν υπάρχει ευρωπαϊκή βούληση, δεν αποκλείεται η κυβέρνηση να κινηθεί ακόμα και νωρίτερα από το τέλος Μαΐου.
Δημοσιονομικό αέρα προς αυτή την κατεύθυνση αναμένεται να δώσουν οι ανακοινώσεις της Eurostat. Σύμφωνα με τον προϋπολογισμό του 2022, το πρωτογενές έλλειμμα (κατά ESA) πέρυσι εκτιμάται στο 7% του ΑΕΠ ενώ το ισοζύγιο γενικής κυβέρνησης (επίσης κατά ESA) στο -9,6% του ΑΕΠ. Το αποτέλεσμα θα είναι σημαντικά καλύτερο, εκτίμησε ο Θεόδωρος Σκυλακάκης και οι πληροφορίες αναφέρουν πως τα τελικά μεγέθη που θα «σφραγίσει» η Eurostat θα είναι κατά περισσότερο από μία μονάδα χαμηλότερα, διευρύνοντας τις δυνατότητες δημοσιονομικών ελιγμών φέτος.