Η αμερικανική τράπεζα Goldman Sachs αναμένει ότι η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας θα καθυστερήσει, αλλά δεν θα εκτροχιαστεί από την εκτίναξη των τιμών της ενέργειας λόγω της εισβολής στην Ουκρανία.
Σε report της για τη χώρα εξηγεί την πορεία που θα έχει το ελληνικό χρέος υπό το τρέχον πρίσμα αποδόσεων, πληθωρισμού και γεωπολιτικής.
Η πληθωριστική πίεση έχει οδηγήσει σε πρόσθετες δημοσιονομικές παρεμβάσεις από την ελληνική κυβέρνηση, προκειμένου να στηριχθεί το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και να διατηρηθεί η δυνατότητα κεφαλαιουχικών δαπανών του ελληνικού ιδιωτικού τομέα.
Όπως και άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ, η Ελλάδα αντιμετωπίζει μια έξαρση του πληθωρισμού λόγω της αύξησης των τιμών της ενέργειας, οι οποίες ευθύνονται για περισσότερο από το ήμισυ της αύξησης του συνολικού πληθωρισμού από τις αρχές του 2022, εξηγεί η Goldman Sachs.
Τι θα γίνει με το ελληνικό χρέος
Προκειμένου να εκτιμηθούν οι κίνδυνοι γύρω από τις ευνοϊκές προοπτικές για το χρέος που η ελληνική κυβέρνηση έχει θέσει, η Goldman Sachs πραγματοποιεί μια άσκηση αξιοπιστίας για την αξιολόγηση των μακροπρόθεσμων κρατικών ομολόγων, τον κίνδυνο απόδοσης και τον κίνδυνο ανάπτυξης.
«Αξιοποιούμε το πλαίσιο βιωσιμότητας του χρέους μας, για να αντιστοιχίσουμε τις ωριμάνσεις του δημόσιου χρέους λαμβάνοντας υπόψη την ανατροφοδότηση της ανάπτυξης από τη δημοσιονομική εξυγίανση. Με αυτό το πλαίσιο, αξιολογούμε τις προοπτικές του χρέους μέχρι τον ορίζοντα του 2030», επισημαίνει η Goldman Sachs.
Η αμερικανική τράπεζα διαπιστώνει ότι η αύξηση της μακροχρόνιας ανάπτυξης κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες μειώνει, κατά μέσο όρο, το 2030 το χρέος προς το ΑΕΠ κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες στην Ελλάδα.
Αντίθετα, μια αύξηση κατά 50 μ.β. των αποδόσεων των ελληνικών κρατικών ομολόγων αυξάνει τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ το 2030 μόνο κατά περίπου 1 ποσοστιαία, λόγω του μεγάλου ποσοστού που καταλαμβάνουν τα προγράμματα δανειακής βοήθειας. Ο περιορισμένος κίνδυνος αποδόσεων και το ανοδικό δυναμικό για την ανάπτυξη καθιστούν ισχυρή την υπόθεση ότι παρά τις τρέχουσες γεωπολιτικές εντάσεις, βρίσκεται σε καλό δρόμο η πλήρης επανείσοδος του ελληνικού δημόσιου χρέους στις διεθνείς αγορές.
Η Ελλάδα αντιμετωπίζει ένα επίμονο επενδυτικό κενό από την κρίση του δημόσιου χρέους και οι ιδιωτικές επενδύσεις είναι ιδιαίτερα αδύναμες. Υπάρχει, όμως, αισιοδοξία για την έναρξη ενός εκτεταμένου επενδυτικού κύκλου, που βασίζεται στην ανάκαμψη της παγκόσμιας ζήτησης για υπηρεσίες και τη στήριξη του ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, η οποία ανέρχεται κοντά στο 17% του ελληνικού ΑΕΠ.
Οι τρέχουσες γεωπολιτικές εντάσεις καθυστερούν τα σχέδια της Ελλάδας να τονώσει την αναπτυξιακή της πορεία, αλλά η κυβέρνηση συνεχίζει την πορεία προς την πλήρη επανένταξη στην αγορά δημόσιου χρέους. Η επίτευξη του καθεστώτος επενδυτικής βαθμίδας για τα ελληνικά κρατικά ομόλογα -στόχος που ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης έχει θέσει για το 2023- απαιτεί από το ελληνικό Δημόσιο να συνεχίσει να ανταλλάσσει ομόλογα με δάνεια από τα διάφορα προγράμματα οικονομικής βοήθειας -EFSF, ESM, GLF και, πιο πρόσφατα, το ΔΝΤ.
Ενώ, υπάρχει ένα σαφές προφίλ εξόφλησης για τα δάνεια που ανήκουν στα διάφορα προγράμματα χρηματοδοτικής βοήθειας, η πρόωρη αποπληρωμή του ΔΝΤ υποδηλώνει ότι το ακριβές χρονοδιάγραμμα θα εξαρτηθεί από το αν η χώρα μπορεί να επιτύχει υψηλότερη ανάπτυξη, ενώ παράλληλα θα πλοηγείται εν μέσω απαιτήσεων για δημοσιονομική στήριξη, λόγω της ενεργειακής κρίσης.
Η ελληνική δυναμική είναι υπαρκτή
Κοιτάζοντας πέρα από την τρέχουσα ενεργειακή κρίση, συνεχίζει η Goldman Sachs, η ελληνική οικονομία είναι προικισμένη με σταθερό συνδυασμό πολιτικής στήριξης και πολιτικής δέσμευσης για την αντιμετώπιση της περιορισμένης συσσώρευσης φυσικού κεφαλαίου και την αναντιστοιχία του ανθρώπινου κεφαλαίου. Σε αντίθεση με την υπόλοιπη ΕΕ, η ελληνική κυβέρνηση έχει δεσμεύσει ολόκληρο το μερίδιο των δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης (σχεδόν 6,5% του ΑΕΠ) για τη μείωση του χρηματοοικονομικού κόστους που αντιμετωπίζουν οι ιδιώτες επενδυτές. Εν τω μεταξύ, η ελληνική κυβέρνηση σημειώνει πρόοδο όσον αφορά την υιοθέτηση εργασιακών μεταρρυθμίσεων για την αντιμετώπιση της αναντιστοιχίας του ανθρώπινου κεφαλαίου.
Η Ελλάδα προετοιμάζεται για μια πιο εκτεταμένη επιστροφή στις αγορές του δημόσιου χρέους, καθώς το ελληνικό Δημόσιο συνεχίζει να συμμετέχει σε ανταλλαγές δανείων για την έξοδο από διάφορα προγράμματα οικονομικής βοήθειας -με πιο πρόσφατο παράδειγμα το ΔΝΤ. Το ακριβές χρονοδιάγραμμα για αυτό θα εξαρτηθεί από την ικανότητα της Ελλάδας να διατηρήσει την αναπτυξιακή της προοπτική.