Το μεγάλο ερώτημα των επόμενων ωρών και ημερών είναι πώς ακριβώς θα αντιδράσουν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις που εξαρτώνται περισσότερο από το ρωσικό φυσικό αέριο, στην απαίτηση του Πούτιν για αλλαγή στον τρόπο πληρωμής, ώστε να εισπράττονται από τον πωλητή, με μια περίπλοκη τεχνική λύση, ρούβλια αντί για συνάλλαγμα.
Κι αυτό καθώς μετά την κατηγορηματική άρνηση της Ευρώπης να πληρώνει απευθείας σε ρούβλια, προ ημερών, προέκυψαν χθες, πριν γνωστοποιηθεί το διάταγμα Πούτιν, καθησυχαστικές διαρροές και δηλώσεις Ευρωπαίων ηγετών, κυρίως του Γερμανού πρωθυπουργού Ολαφ Σολτς και του Iταλού ομολόγου του Μάριο Ντράγκι, για συνέχιση των πληρωμών σε ευρώ, με μετατροπή τους σε ρούβλια από την Gazprombank (κάτι που περιλαμβάνει το διάταγμα). Που σημαίνει ότι είχαν τουλάχιστον μερικώς πρωθύστερη γνώση του διατάγματος Πούτιν, όπως προκύπτει και από σχετικό δημοσίευμα του politico.eu.
Εντούτοις, το τοπίο παραμένει θολό, με χαρακτηριστική τη δήλωση του υπουργού Ενέργειας Κώστα Σκρέκα, λίγο μετά τα μεσάνυχτα στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ, ο οποίος είχε πλήρη γνώση των όσων προηγήθηκαν από ρωσικής πλευράς, ότι η Ευρώπη δεν θα υποκύψει στον εκβιασμό του Ρώσου ηγέτη. Δεδομένου ότι το «μπρα ντε φερ» παραμένει σε θεωρητικό επίπεδο τουλάχιστον για τις επόμενες 10 μέρες (χρόνος προσαρμογής που έχει δώσει ο Πούτιν για να γίνουν οι τεχνικές διαδικασίες), πολλά μπορεί να συμβούν.
Σε κάθε περίπτωση, η κίνηση αυτή του Πούτιν έχει μεγάλη συμβολική σημασία, αφενός, διότι επιχειρεί να καταστήσει το ρούβλι εμμέσως πλην σαφώς «ενεργειακό νόμισμα» στο διεθνές σκηνικό, αλλά και διότι εφόσον η απαίτηση γίνει αποδεκτή, δίνει μια επικοινωνιακή νίκη στον ηγέτη της Ρωσίας, που θα υποστηρίξει εσωτερικά ότι επέβαλε στις «μη φιλικές χώρες» να πληρώνουν το αέριο στο νόμισμα της χώρας στην οποία έχουν επιβάλει κυρώσεις.
Ωστόσο, πίσω από την κίνηση αυτή φαίνεται να βρίσκονται και κάποιοι πρακτικοί παράγοντες. Πολλοί πελάτες του φυσικού αερίου από χώρες που χαρακτηρίζονται πλέον ως «μη φιλικές» από τη Ρωσία (μεταξύ αυτών και η Ελλάδα) έκαναν ως τώρα πληρωμές σε ευρώ, προς ενδιάμεσες τράπεζες, συνήθως της χώρας τους, από τις οποίες γινόταν εν συνεχεία έμβασμα προς τον αποδέκτη, συχνά μέσω και άλλων ενδιάμεσων τραπεζικών ιδρυμάτων.
Τώρα, λένε ορισμένοι παράγοντες της αγοράς, αν γίνουν δεκτά όσα ζητά ο Πούτιν, οι «ενδιάμεσοι» θα φύγουν από τη μέση, καθώς κάθε πελάτης από «μη φιλική» χώρα πρέπει να ανοίξει ειδικούς λογαριασμούς απευθείας στη ρωσική Gazprombank. Kι αυτό σημαίνει μεγαλύτερη «σιγουριά» για τη Ρωσία ότι θα λαμβάνει τις πληρωμές, σε περίπτωση αιφνιδιαστικών νέων κυρώσεων που θα μπορούσαν να μπλοκάρουν τις μεταφορές στη… διαδρομή.
Σημαίνει επίσης ότι η συγκεκριμένη ρωσική τράπεζα καθίσταται πλέον «άτρωτη» από τυχόν νέες δυτικές κυρώσεις (σ.σ. έχει ήδη εξαιρεθεί από τα μέχρι τώρα κύματα), για όσο η Ευρώπη επιθυμεί να έχει φυσικό αέριο, ως αποκλειστικός πλέον αποδέκτης των πληρωμών της.
Πέραν αυτού, υποστηρίζουν αναλυτές, θα δημιουργείται υποχρεωτικά ζήτηση για ρούβλια (καθώς η Gazprombank θα μετατρέπει τις πληρωμές από ξένο συνάλλαγμα σε ρούβλια, στη ρωσική αγορά συναλλάγματος στη Μόσχα, πριν γίνει η μεταβίβαση στον πωλητή, μέσω ενδιάμεσου ειδικού λογαριασμού), επιδρώντας θετικά στη συναλλαγματική του ισοτιμία. Ταυτόχρονα, μέσω της εμπλοκής της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας στη μετατροπή του συναλλάγματος, θα «αναγνωρίζεται» ο ρόλος της, ενώ τελεί σε καθεστώς κυρώσεων.
Επιπλέον, παύει να είναι στη διακριτική ευχέρεια του πωλητή, δηλαδή της Gazprom, το αν θα διατηρήσει το συνάλλαγμα που λαμβάνει ή θα το μετατρέψει σε ρούβλια, καθώς η διαδικασία είναι πλέον υποχρεωτική.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η Gazprom διαθέτει ήδη πολύ σημαντικό διαθέσιμο απόθεμα σε ξένο νόμισμα, το οποίο μέχρι στιγμής δεν έχει υποχρεωθεί να μετατρέψει σε ρούβλια. Προφανώς ο Πούτιν θα μπορούσε να επιβάλει απευθείας στην εταιρεία να μετατρέπει το συνάλλαγμα σε ρούβλια, είτε πρόκειται για παλαιές είτε για νέες πληρωμές, όμως κάτι τέτοιο θα είχε εντελώς διαφορετική επικοινωνιακή χροιά.
Ωστόσο, η τεχνική λύση με την οποία ζητά ο Πούτιν την πληρωμή πλέον σε ρούβλια δημιουργεί και μια «καυτή πατάτα», κυρίως στις κυβερνήσεις της Ευρώπης, για το πώς θα αντιδράσουν στο όλο θέμα. Και αυτό διότι με τη μέθοδο που επέλεξε ο πρόεδρος της Ρωσίας, ανοίγει αφενός ένα νομικό ζήτημα, δυσδιάκριτο όμως για τους μη εξειδικευμένους νομικούς, ως προς το αν αποτελεί ή όχι παραβίαση των συμβάσεων που έχουν υπογραφεί, καθώς οι πελάτες θα εξακολουθήσουν μεν να καταβάλλουν πληρωμές στο νόμισμα στο οποίο τις κατέβαλλαν (αλλά απευθείας σε ρωσική τράπεζα), ενώ ο πωλητής θα εισπράττει σε ρούβλια, μετά από υποχρεωτική μετατροπή του συναλλάγματος σε ενδιάμεσους λογαριασμούς, ιδιοκτησίας του πελάτη.
Με άλλα λόγια, η απάντηση ως προς την παράβαση συμβολαίων δεν φαίνεται να είναι τόσο απλή πλέον, τουλάχιστον για όσους δεν γνωρίζουν όλα τα «ψιλά γράμματα» των συμβάσεων, όπως θα ήταν αν η Ρωσία απαιτούσε κατευθείαν πληρωμή σε ξένο νόμισμα. Σύμφωνα πάντως με ορισμένους νομικούς κύκλους, ακόμη και η απαίτηση ανοίγματος δύο λογαριασμών σε συγκεκριμένη ρωσική τράπεζα μπορεί να θεωρηθεί αθέτηση συμβολαίου.
Πέρα από το νομικό, όμως, υπάρχει όπως προαναφέραμε και το πολιτικό/επικοινωνιακό θέμα καθώς οι χώρες τη Ευρώπης που ενδεχομένως θα αποδεχτούν τους νέους όρους, κινδυνεύουν να εμφανιστούν ότι «έσκυψαν το κεφάλι» στις απαιτήσεις του Πούτιν, παρότι οι διαφορές στην πράξη είναι ελάχιστες. Κι έτσι, ενδέχεται να προκύψει ένας ενδοευρωπαϊκός διχασμός ως προς τον τρόπο αντίδρασης, πρόσφορος, εάν συμβεί, για πολιτική εκμετάλλευση από τη Ρωσία.
Υπάρχουν ισχυρές χώρες με πολύ υψηλό βαθμό εξάρτησης από το φυσικό αέριο της Ρωσίας, όπως η Γερμανία και η Ιταλία, αλλά και μικρότερες όπως η Ελλάδα (όλες με ποσοστά πέριξ ή και άνω του 50% του συνόλου), ενώ χώρες όπως η Ισπανία, η Ολλανδία και η Γαλλία εξαρτώνται σε πολύ μικρότερο βαθμό.
Δεν είναι τυχαίο ότι προ ημερών, αφού η Ρωσία προειδοποίησε ότι θα απαιτήσει πληρωμές σε ρούβλια και οι χώρες του G-7 απάντησαν αρνητικά, μεγάλα εργατικά συνδικάτα της Γερμανίας αλλά και εκπρόσωποι της βιομηχανίας έσπευσαν να εκτιμήσουν δημόσια ότι τυχόν απότομη διακοπή της ροής φυσικού αερίου στη χώρα θα οδηγήσει σε κατάρρευση των αλυσίδων παραγωγής, όχι μόνο στη Γερμανία αλλά και ευρύτερα στην Ευρώπη.
Από την άλλη, η Μεγάλη Βρετανία, η οποία έχει ελάχιστη εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, της τάξεως του 4%, προ εβδομάδος αποφάσισε να επιβάλει «πάγωμα» στοιχείων ενεργητικού στην Gazprombank, που σημαίνει ότι αν δεν αναιρέσει την απόφασή της (κάτι που δεν αναμένεται να συμβεί), δεν θα λαμβάνει ποσότητες αερίου από τη Ρωσία.
Ένα ακόμη θέμα αφορά το τι θα συμβεί με ιδιωτικούς ευρωπαϊκούς ομίλους που προμηθεύονται φυσικό αέριο από τη Ρωσία, εφόσον οι χώρες τους αποφασίσουν αρνητικά. Εάν δεχτούν να πληρώσουν με τους νέους όρους, επειδή δεν μπορούν να κάνουν διαφορετικά, θα υποστούν πιέσεις ανάλογες με εκείνες που υφίστανται δυτικές εταιρείες, επειδή δεν δέχτηκαν να εγκαταλείψουν τη ρωσική αγορά;
Ερώτημα πάντως παραμένει προς το παρόν τι γνώριζαν από πριν, για το πώς θα κινηθεί ο Πούτιν, ο Γερμανός καγκελάριος Σολτς και ο πρωθυπουργός της Ιταλίας Ντράγκι, όταν χθες το πρωί άρχισαν οι -ημιτελείς όπως αποδείχθηκε- διαρροές ότι θα γίνονται δεκτές και οι πληρωμές αερίου σε ευρώ, ως μια «εξαίρεση υπέρ της Ευρώπης», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε χθες το politico.eu.