Alpha Bank: Εχεί μείνει πίσω η ανακύκλωση στην Ελλάδα

Η ανακύκλωση, αν και έχει αυξηθεί μετά το 2016, αντιπροσωπεύει μόνο το 11% της επεξεργασίας απορριμμάτων, βρισκόμενη πολύ πίσω από τον μέσο όρο της ΕΕ-27 (38%), τονίζει η τράπεζα.

Alpha Bank: Εχεί μείνει πίσω η ανακύκλωση στην Ελλάδα

Η νέα μελέτη της σειράς Sectors in focus της Διεύθυνσης Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank αναφέρεται στην Κυκλική Οικονομία και τις εφαρμογές της σε διάφορους κλάδους.

Στη μελέτη δίνονται οι ορισμοί της κυκλικής οικονομίας, παρουσιάζονται οι διάφορες πτυχές της, αντιπαρατίθεται προς το υπόδειγμα της αμιγώς γραμμικής οικονομίας. Εστιάζει δε, στους λόγους για τους οποίους κρίνεται απαραίτητη η παραγωγική σύνθεση των δύο μοντέλων στο άμεσο μέλλον με τρόπο βιώσιμο για το περιβάλλον, την ανθρώπινη υγεία και την οικονομία. Παρατίθενται επίσης ποικίλα παραδείγματα διαφόρων κλάδων -ή και προϊόντων- της οικονομίας στους οποίους οι αρχές της κυκλικής οικονομίας βρίσκουν εφαρμογή και αναλύεται εκτενώς το ευρωπαϊκό και ελληνικό θεσμικό πλαίσιο που στηρίζει τη μετάβαση από το ένα υπόδειγμα στο άλλο.

Η ανθρωπογενής παρέμβαση στην υπερθέρμανση του πλανήτη (αποψίλωση δασών, καύση ορυκτών καυσίμων, εκτροφή ζώων, χρήση γης, αζωτούχα λιπάσματα κλπ.), η εκτεταμένη ρύπανση του αέρα και των υδάτινων πόρων, η μαζική συσσώρευση μη βιοδιασπώμενων απορριμμάτων, η αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού και η εξάντληση των φυσικών πόρων αναδεικνύουν ως προτεραιότητα την ουσιαστική αλλαγή στα πρότυπα παραγωγής και κατανάλωσης κατά τον 21ο αιώνα. Η κατάχρηση των φυσικών πόρων απειλεί τη βιωσιμότητα του υπάρχοντος γραμμικού οικονομικού μοντέλου, αφού καταναλώνουμε ετησίως 1,75 φορές τις παραγωγικές δυνατότητες του πλανήτη. Επιπλέον, σχεδόν το ήμισυ των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και πάνω από το 90% της χαμένης βιοποικιλότητας είναι αποτέλεσμα της αλόγιστης εξόρυξης των φυσικών πόρων και της βιομηχανικής επεξεργασίας υλικών, καυσίμων και τροφίμων.

Η Μεσόγειος και η Ελλάδα αναγνωρίζονται διεθνώς ως περιοχές «hot spot», δηλαδή περιοχές πιο ευάλωτες στην κλιματική αλλαγή. Στην περιοχή της Μεσογείου, οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, όπως οι μειωμένες βροχοπτώσεις και η παρατεταμένη ξηρασία, σε συνδυασμό με τις αλλαγές χρήσης της γης, έχουν προκαλέσει αύξηση της συχνότητας, της σφοδρότητας και της έκτασης των δασικών πυρκαγιών. Το καλοκαίρι του 2021, το θερμότερο των τελευταίων 30 ετών στην Ελλάδα, ο αριθμός των δασικών πυρκαγιών αυξήθηκε κατά 43% σε σύγκριση με τον μέσο όρο της περιόδου 2008-2020, ενώ η ξηρασία του εδάφους έπαιξε σημαντικό ρόλο στην καταστροφική τους έκταση.

Στο πλαίσιο του περιορισμού των επιπτώσεων της υπερθέρμανσης του πλανήτη και της κλιματικής αλλαγής, ο στόχος της Συμφωνίας του Παρισιού για τη διατήρηση της ανόδου της μέσης θερμοκρασίας στον 1,5°C μέχρι το 2050 σε σύγκριση με το προβιομηχανικό επίπεδο, είναι αδύνατο να επιτευχθεί αν δεν επιταχυνθούν άμεσα οι προσπάθειες για ουσιαστική μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

Για να επιτευχθούν οι κλιματικοί στόχοι και να περιοριστούν οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις της ρύπανσης και των απορριμμάτων, χρειαζόμαστε αλλαγές που σταδιακά να ενσωματώνουν βασικά χαρακτηριστικά του κυκλικού οικονομικού υποδείγματος στο υπάρχον γραμμικό από τις επιχειρήσεις, τους καταναλωτές και τους θεσμικούς και κρατικούς φορείς. Μια γραμμική οικονομία άλλωστε ακολουθεί παραδοσιακά την αρχή «φτιάχνω-καταναλώνω-απορρίπτω», ενώ η κυκλική στοχεύει στη δημιουργία αξίας από τα υλικά που υπάρχουν ήδη στις αλυσίδες παραγωγής, διαφοροποιώντας τα πρότυπα παραγωγής, κατανάλωσης και διαχείρισης απορριμμάτων.

Ως εκ τούτου, σκοπός της κυκλικής οικονομίας είναι η επιβράδυνση της μείωσης των φυσικών πόρων, η ελάττωση του ανθρακικού αποτυπώματος και ο περιορισμός της περιβαλλοντικής ρύπανσης από την εξόρυξη και την επεξεργασία υλικών και πρώτων υλών, αλλά και από τη χρήση, τη μικρή διάρκεια ζωής των προϊόντων και την απόρριψή τους. Όμως, η κυκλική οικονομία βασίζεται και σε ουσιώδεις αλλαγές στα πρότυπα κατανάλωσης και επιχειρηματικής κουλτούρας, καθώς και στη θεμελίωση «οικονομιών διαμοιρασμού» (sharing economy) που διευκολύνονται από τις νέες ψηφιακές τεχνολογίες, με τρόπους που συμμορφώνονται με τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης.

Έτσι, η υιοθέτηση των αρχών της κυκλικής οικονομίας, αλλάζοντας τους κανόνες στον τρόπο παραγωγής, κατανάλωσης και διαχείρισης απορριμμάτων, καθιστά περισσότερο εφικτές τις προοπτικές για μια βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη και την αποφυγή της περαιτέρω επιδείνωσης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής και της υποβάθμισης του περιβάλλοντος. Ο δραστικός περιορισμός των αποβλήτων και ο φιλικότερος ως προς το περιβάλλον και την εξοικονόμηση πόρων τρόπος επεξεργασίας και επαναχρησιμοποίησής τους, ως βασική αρχή της κυκλικής οικονομίας, καθίσταται αναγκαίος σε διάφορους κλάδους και προϊόντα, όπως στις κατασκευές και τα κτίρια, στον αγρο-διατροφικό τομέα, στα ορυχεία και τα μέταλλα, στα ηλεκτρονικά είδη, στην κλωστοϋφαντουργία, στις συσκευασίες και τα πλαστικά, στην ενέργεια και τις μεταφορές.

Η ευρεία χρήση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και η σταδιακή κατάργηση των ορυκτών καυσίμων στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας είναι θεμελιώδους σημασίας για την διασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής του κυκλικού οικονομικού υποδείγματος. Ως προς τη χρήση πλαστικών, τα τελευταία χρόνια πάνω από 8 εκατομμύρια τόνοι πλαστικού ετησίως καταλήγουν ως απορρίμματα στο θαλάσσιο περιβάλλον, αριθμός που αναμένεται να διπλασιαστεί έως το 2030 και να τετραπλασιαστεί έως το 2050. Στο πλαίσιο μιας κυκλικότερης οικονομίας, η βελτιστοποίηση των πόρων, η αποδοτικότητα των υλικών, η επαναχρησιμοποίησή τους, η αύξηση της ανακύκλωσης, αλλά και ο οικολογικός σχεδιασμός αποτελούν στρατηγικές μείωσης της κατανάλωσης όχι μόνο των πλαστικών, αλλά και μιας σειράς από άλλα προϊόντα που χρησιμοποιούν σημαντικές πρώτες ύλες και υλικά δυνητικά επικίνδυνα για το περιβάλλον και την ανθρώπινη υγεία.

Τα μικρά ποσοστά ανακύκλωσης και ανάκτησης απορριμμάτων στην Ελλάδα υποδηλώνουν την περιορισμένη χρήση των αρχών της κυκλικής οικονομίας στην επεξεργασία των απορριμμάτων. Ενδεικτικό της κρισιμότητας της κατάστασης είναι ότι στην Ελλάδα, η διάθεση απορριμμάτων αντιπροσωπεύει το 85% της συνολικής διαχείρισής τους και η ανάκτηση, μέρος της οποίας είναι η ανακύκλωση, η επίχωση και η ανάκτηση ενέργειας, μόνο το 15%. Η ανακύκλωση, αν και έχει αυξηθεί μετά το 2016, αντιπροσωπεύει μόνο το 11% της επεξεργασίας απορριμμάτων, βρισκόμενη πολύ πίσω από τον μέσο όρο της ΕΕ-27 (38%).

Υπάρχουν άλλωστε ακόμη πάνω από 50 παράνομοι χώροι διάθεσης απορριμμάτων (χωματερές) που λειτουργούν στη χώρα, για τους οποίους και επιβάλλεται ετήσιο πρόστιμο από την ΕΕ. Τα απόβλητα που δημιουργούνται από τις οικονομικές δραστηριότητες κινούνται αναλογικά της οικονομικής δραστηριότητας, ενώ ανά τομέα, το μεγαλύτερο μέρος τους παράγεται από τα ορυχεία και τα λατομεία (56%), τη μεταποίηση (12%) και τα νοικοκυριά (10%).

Η παραγωγή απορριμμάτων αναμένεται να αυξηθεί στην Ελλάδα μέχρι το 2030 σε διάφορους τομείς.

Επιπρόσθετα, η Ελλάδα καταγράφει και τον μεγαλύτερο δείκτη σπατάλης τροφίμων (142 κιλά/κάτοικο) ανάμεσα σε 21 ευρωπαϊκές χώρες, με τα απορρίμματα τροφίμων να συνδέονται με το 5,3% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

Οι πρακτικές της κυκλικής οικονομίας που εφαρμόζονται από το κράτος, τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές μπορούν να συμβάλλουν καθοριστικά στον περιορισμό των δυσμενών περιβαλλοντικών αλλαγών, ενισχύοντας ταυτόχρονα την ταυτότητα της εταιρικής ευθύνης και τα κριτήρια ESG (περιβάλλον, κοινωνία και εταιρική διακυβέρνηση) των επιχειρήσεων. Από την πλευρά των επιχειρήσεων, τα περιβαλλοντικά ESG κριτήρια ευθυγραμμίζονται με διάφορους στόχους της κυκλικής οικονομίας, ενώ οι επιχειρήσεις που τα ενσωματώνουν στην επιχειρηματική τους στρατηγική αποδεικνύονται συχνά πιο ελκυστικές για τους επενδυτές, με καλύτερες οικονομικές επιδόσεις.

Ως προς τις ρυθμιστικές αρχές, η ΕΕ καθοδηγεί τη μετάβαση σε μια κυκλική οικονομία μέσα από το Νέο Σχέδιο Δράσης για την Κυκλική Οικονομία και άλλους κανονισμούς, όπως εκείνους για τη διαχείριση των απορριμμάτων. Η Ελλάδα εισήγαγε πρόσφατα το Νέο Σχέδιο Δράσης για την Κυκλική Οικονομία 2021-2025, υιοθετώντας και άλλους σχετικούς κανονισμούς, όπως το Πρόγραμμα Life – Circular Economy, αλλά και πολιτικές για τον περιορισμό των αποβλήτων μέσα από το Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων.

Σύμφωνα με το Σχέδιο Δράσης για την Κυκλική Οικονομία, η χρηματοδότηση της μετάβασης στην κυκλική οικονομία στην Ελλάδα θα προέλθει από συγχρηματοδοτούμενα ευρωπαϊκά προγράμματα όπως το ΕΣΠΑ 2021-2027 και το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης Ελλάδα 2.0, μέσα από τον άξονα για την πράσινη μετάβαση και την επίτευξη των κλιματικών στόχων.

Η κυκλική οικονομία συνδέεται με ποικίλα περιβαλλοντικά, οικονομικά και κοινωνικά οφέλη που προκύπτουν από την ευρύτερη εφαρμογή της, όπως η αύξηση της παραγωγής και της απασχόλησης, οι νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες που ενισχύουν τον ανταγωνισμό και την καινοτομία, η σημαντική εξοικονόμηση υλικών και πόρων, η βελτιωμένη παραγωγικότητα γης και η μακροπρόθεσμη ανθεκτικότητα της οικονομίας. Η κυκλική οικονομία έπαιξε επίσης σημαντικό ρόλο στην οικονομική ανάκαμψη μετά την πανδημία COVID-19, η οποία τόνισε τους κινδύνους που συνδέονται με τη γραμμική οικονομία, όπως η εξάρτηση από τις διευρυμένες διεθνείς, αντί για τις τοπικές αλυσίδες εφοδιασμού και η έντονη σύνδεση μεταξύ παραγωγής και εξόρυξης φυσικών πόρων.

Ωστόσο, η κυκλικότητα έχει οικονομικούς και πρακτικούς περιορισμούς. Αν και οι πρακτικές και οι εφαρμογές της κυκλικής οικονομίας κερδίζουν έδαφος έναντι του γραμμικού οικονομικού μοντέλου, υπάρχουν ακόμη εμπόδια και προκλήσεις. Για παράδειγμα, η ανακύκλωση μπορεί να έχει φυσικούς περιορισμούς και σε ορισμένες περιπτώσεις να καθίσταται δύσκολη, δαπανηρή και ενεργειακά πιο απαιτητική λόγω της φύσης ορισμένων υλικών. Έτσι, οι εφαρμογές της κυκλικής οικονομίας χρειάζονται ανάλογους μετασχηματισμούς στη γραμμική αλυσίδα παραγωγής, εφοδιασμού και κατανάλωσης προκειμένου να επιτευχθεί η παραγωγική σύνθεση των δύο αναγκαίων οικονομικών υποδειγμάτων.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v