Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

HSBC: Γιατί η ΕΚΤ δεν θα αφήσει πίσω την Ελλάδα

Η τράπεζα εκτιμά ότι το μήνυμα της Λαγκάρντ και της ΕΚΤ συνολικά στις αγορές για την Ελλάδα ήταν ισχυρό και πλέον έχει διαμορφωθεί ένα πλέγμα προστασίας για τα ελληνικά ομόλογα. Οι εκτιμήσεις Société Générale και BofA.

HSBC: Γιατί η ΕΚΤ δεν θα αφήσει πίσω την Ελλάδα

Η βρετανική τράπεζα HSBC εξηγεί ότι το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) έδειξε ισχυρή δέσμευση να μην αφήσει την Ελλάδα πίσω και αποφάσισε να προσφέρει και άλλες μορφές στήριξης στη χώρα.

Η λέξη-κλειδί στη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου ήταν συνολικά η «ευελιξία», η οποία αναφέρθηκε από την επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ έξι φορές στις εισαγωγικές παρατηρήσεις της.

Όσον αφορά την Ελλάδα, ίσως περισσότερο από την ίδια την απόφαση για τις επανεπενδύσεις των λήξεων και των εσόδων από το πρόγραμμα ΡΕΡΡ, αυτό που ήταν σημαντικό, κατά την άποψη της HSBC, ήταν ότι η κα Λαγκάρντ ανέφερε ότι η εξαίρεση μεμονωμένης χώρας ήταν «σπάνια» και ότι υποστηρίχθηκε από το σύνολο του Διοικητικού Συμβουλίου.

Για εμάς, αυτό αποτελεί ένα ισχυρό μήνυμα ότι η ΕΚΤ δεν προτίθεται να αφήσει την Ελλάδα πίσω της μέχρι να ολοκληρωθεί η πανδημία, γεγονός που θα μπορούσε κάλλιστα να είναι αρκετό για να γεφυρώσει το κενό μέχρι η χώρα να αποκτήσει ξανά καθεστώς επενδυτικής βαθμίδας.

Η πρώτη ευελιξία αφορούσε τις επανεπενδύσεις του έκτακτου προγράμματος αγορών ομολόγων για την πανδημία PEPP, οι οποίες επίσης παρατάθηκαν έως το 2024 (από το 2023 προηγουμένως) και «μπορούν να προσαρμόζονται με ευελιξία σε διάφορες χρονικές περιόδους, κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων και δικαιοδοσίες σε οποιαδήποτε στιγμή».

Αυτή η απόφαση θα πρέπει να δώσει στην ΕΚΤ τη δυνατότητα να μετατρέπει τα γερμανικά ομόλογα που λήγουν σε ιταλικά ή ακόμη και σε ελληνικά ομόλογα (GGBs), για τα οποία υπάρχει ειδική εξαίρεση -και μάλιστα πολύ «σπάνια», σύμφωνα με την κα Λαγκάρντ- αφού έχει προβλεφθεί, παρά το γεγονός ότι τα ελληνικά ομόλογα δεν είναι επενδυτικής βαθμίδας.

Η ΕΚΤ φαίνεται να υιοθέτησε σιωπηρά την άποψη ότι η φάση της πανδημίας έχει ολοκληρωθεί ή άλλους παράγοντες που μπορεί να μη δικαιολογούν την ίδια αντιμετώπιση, όπως ο πολιτικός κίνδυνος.

Μπορεί επίσης να υπάρχουν κάποιες τεχνικές λεπτομέρειες που πρέπει να εξομαλυνθούν, καθώς δυσκολευόμαστε να δούμε την Bundesbank να θελήσει να ανταλλάξει ομόλογα με ιταλικά ομόλογα στον ισολογισμό της (ενδεχομένως, η ΕΚΤ θα μπορούσε να δημιουργήσει μια κεντρική λειτουργία, για να χειρίζεται τουλάχιστον ένα μέρος των επανεπενδύσεων, δημιουργώντας ένα είδος αποθέματος ασφαλείας).

Όσον αφορά την Ελλάδα, ίσως περισσότερο από την ίδια την απόφαση για τις επανεπενδύσεις, αυτό που ήταν σημαντικό, κατά την άποψη της HSBC, ήταν ότι η κα Λαγκάρντ ανέφερε ότι η εξαίρεση μεμονωμένης χώρας ήταν «σπάνια» και ότι υποστηρίχθηκε από το σύνολο του Διοικητικού Συμβουλίου. Για εμάς, αυτό αποτελεί ένα ισχυρό μήνυμα ότι η ΕΚΤ δεν προτίθεται να αφήσει την Ελλάδα πίσω της μέχρι να ολοκληρωθεί η πανδημία, γεγονός που θα μπορούσε κάλλιστα να είναι αρκετό για να γεφυρώσει το κενό μέχρι η χώρα να αποκτήσει ξανά καθεστώς επενδυτικής βαθμίδας.

Η κα Λαγκάρντ τόνισε ότι η ευελιξία αυτή θα μπορούσε ενδεχομένως να επεκταθεί και πέραν του PEPP «σε ό,τι κάνουμε», δηλώνοντας ότι το πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων της ΕΚΤ «μπορεί να σταθεί στα πόδια του πολύ καλά».

Η δήλωση ανέφερε ότι «στο πλαίσιο της εντολής μας, υπό συνθήκες πίεσης, η ευελιξία θα παραμείνει ένα στοιχείο της νομισματικής πολιτικής, όποτε οι απειλές για τη νομισματική πολιτική μετάδοσης θέτουν σε κίνδυνο την επίτευξη της σταθερότητας των τιμών».

Η εφαρμογή αυτής της ευελιξίας στην πράξη, ωστόσο, έχει ορισμένα στοιχεία αβεβαιότητας, όπως προαναφέρθηκε, λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη ότι η πολιτική για τις επανεπενδύσεις του APP δεν έχει αλλάξει και ότι ορισμένα από τα γενικότερα όρια (όριο έκδοσης 50%, κλείδα κατανομής κεφαλαίου) όσον αφορά τη δυνατότητα της ΕΚΤ να παρεμβαίνει στις αγορές κρατικών ομολόγων, παραμένουν σε ισχύ.

Έτσι, παρόλο που αυτό θα μπορούσε να είναι ένα δυνητικά ισχυρό εργαλείο για χρήση στο μέλλον, εξακολουθεί να μας αφήνει με μερικά ερωτήματα.

Société Générale: Θετικός ο αντίκτυπος

Η απόφαση της ΕΚΤ ότι «οι επανεπενδύσεις του έκτακτου προγράμματος αγοράς ομολόγων για την πανδημία PEPP μπορούν να στοχεύουν στον κατακερματισμό της αγοράς που σχετίζεται με την πανδημία και αυτό θα μπορούσε να συνεπάγεται την αγορά περισσότερων ελληνικών ομολόγων ή ακόμη και την επανεκκίνηση του PEPP», εκτιμά η γαλλική τράπεζα.

Οι βασικές αποφάσεις που ελήφθησαν, περιλάμβαναν:

  1. Πρόθεση να μειωθούν οι αγορές PEPP το 1ο τρίμηνο του 2022 σε σύγκριση με το 4ο τρίμηνο του 2021 και να διακοπούν οι καθαρές αγορές περιουσιακών στοιχείων μετά τον Μάρτιο.
  2. Παράταση των επανεπενδύσεων του PEPP κατά τουλάχιστον ένα έτος, έως το τέλος του 2024.
  3. Υπογραμμίστηκε η ευελιξία και τονίστηκε ότι οι επανεπενδύσεις του PEPP μπορούν να στοχεύουν τον κατακερματισμό της αγοράς που σχετίζεται με την πανδημία. Αυτό θα μπορούσε να συνεπάγεται την αγορά περισσότερων ελληνικών ομολόγων, ακόμη και την επανεκκίνηση του PEPP.
  4. Το APP (κλασικό πρόγραμμα αγοράς ομολόγων) θα αυξηθεί στα 40 δισ. ευρώ το 2ο τρίμηνο, στα 30 δισ. ευρώ το 3ο τρίμηνο και στη συνέχεια θα τρέχει με 20 δισ. ευρώ ανά μήνα και για όσο διάστημα χρειαστεί (η SG περίμενε 50 δισ. ευρώ, 30 δισ. ευρώ και 15 δισ. ευρώ αντίστοιχα).
  5. Η ΕΚΤ ξεκαθάρισε επίσης ότι οι ειδικοί όροι για το TLTRO 3 θα λήξουν τον Ιούνιο του επόμενου έτους, χωρίς να προσφέρει κάποια εικόνα για το αν θα προσφερθεί περαιτέρω ρευστότητα.

BofA: Θετική η απόφαση

H BofA Global Research, αν και εκτιμά ότι η χθεσινή απόφαση της ΕΚΤ είναι θετική και σημαντική, εντούτοις δεν είναι game changer. Η απόφαση που θα αλλάξει τους όρους «παιχνιδιού» για τα ελληνικά ομόλογα θα είναι η παράταση του waiver, η οποία λήγει τον Ιούνιο του 2022.

Η Bank of America Global Research εξηγεί ότι η απόφαση για τα ελληνικά ομόλογα είναι σημαντική, καθώς υποστηρίζονται ιδιαίτερα από την ευελιξία επανεπένδυσης βάσει του έκτακτου προγράμματος αγορών για την πανδημία - PEPP, με ειδική αναφορά σε αυτά τόσο στη δήλωση νομισματικής πολιτικής όσο και στη συνέντευξη Τύπου της κας Λαγκάρντ.

Καθώς όμως δεν θα είναι επιλέξιμα στο πλαίσιο του κανονικού προγράμματος αγορών ομολόγων - APP, η ΕΚΤ θα μπορούσε να σχεδιάσει καθαρές αγορές μέσω των επανεπενδύσεων του PEPP, έως ότου η Ελλάδα αναβαθμιστεί σε επενδυτική βαθμίδα και μπορεί στη συνέχεια να καταστεί επιλέξιμη για το APP. Ωστόσο, δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη καμία απόφαση σχετικά με μια πιθανή παράταση της παρέκκλισης που καθιστά τα εγχώρια ομόλογα (GGBs) επιλέξιμα ως collateral (εξασφάλιση) στην ΕΚΤ. Αυτή η παράταση λήγει τον Ιούνιο του 2022 και η BofA εξακολουθεί να υποστηρίζει ότι η παράταση είναι πιο σημαντική από τις αγορές της ΕΚΤ για την απόδοση των ελληνικών ομολόγων το δεύτερο εξάμηνο του επόμενου έτους.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v