Η αξιολόγηση της πιστοληπτικής αξιοπιστίας των ομολογιακών εκδόσεων από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης (κατά βάση Moody’s, S&P και Fitch) και κυρίως η τοποθέτησή τους σε βαθμίδα επενδυτικής ή όχι κατηγορίας, αποτελεί έναν από τους βασικούς παράγοντες που επηρεάζουν το κόστος αλλά και την ευκολία κάλυψης των χρηματοδοτικών αναγκών τόσο σε εταιρικό όσο και σε κρατικό επίπεδο, επισημαίνει σε ανάλυσή της η Τράπεζα Πειραιώς.
Ωστόσο, ιδιαίτερα όσον αφορά τα κρατικά ομόλογα, η πιστοληπτική αξιολόγηση δεν προκύπτει μηχανιστικά μέσω της αλγοριθμικής επεξεργασίας ενός καθορισμένου συνόλου μεταβλητών. Αντίθετα προσδιορίζεται από ένα πλέγμα ποσοτικών και ποιοτικών κριτηρίων, τα οποία φιλτράρονται και σταθμίζονται μέσα από επιτροπές έμπειρων και εξειδικευμένων στελεχών των οίκων αξιολόγησης.
Γίνεται λοιπόν κατανοητό ότι μια τέτοια διαδικασία συγκερασμού όλων αυτών των παραγόντων θα είναι εκ κατασκευής βραδυκίνητη, συντηρητική και με σημαντική υστέρηση στο χρονισμό των ενεργειών της. Κατά συνέπεια οι αποφάσεις των οίκων αξιολόγησης, τις περισσότερες φορές, έρχονται να «σφραγίσουν» με την εγκυρότητα τους και να δώσουν ψήφο εμπιστοσύνης σε εξελίξεις και γεγονότα τα οποία οι αγορές έχουν ήδη προεξοφλήσει.
Αυτή λοιπόν την «προεξοφλητική» ικανότητα των αγορών επιχειρούμε να αξιοποιήσουμε στην παρούσα ανάλυση, προκειμένου να σχηματίσουμε μια πρόδρομη εικόνα για τον τρόπο αξιολόγησης των ελληνικών κρατικών ομολόγων από τις αγορές και με έμμεσο τρόπο να «προβλέψουμε» μελλοντικές αποφάσεις των οίκων αξιολόγησης αναφορικά με το αξιόχρεο της Ελληνικής Δημοκρατίας. Μια αγορά η οποία έχει σκοπό να τιμολογεί το επίπεδο πιστοληπτικής αξιολόγησης κρατικών (αλλά και εταιρικών ομολόγων) και να αντανακλά τις μεταβολές αυτές είναι η αγορά των Credit Default Swap (CDS).
Χρησιμοποιώντας στοιχεία για τις τιμές των CDS κρατικών ομολόγων για το διάστημα 1ο τρίμηνο 2004 έως 3ο τρίμηνο 2021 για τα ομόλογα 60 κρατών εκτιμούμε ένα στατιστικό υπόδειγμα το οποίο μας επιτρέπει να «μεταφράζουμε» τις τιμές των CDS , όπως αυτές καταγράφονται στο Bloomberg, σε «τεκμαρτές» βαθμίδες πιστοληπτικής αξιολόγησης. Τα βασικά συμπεράσματα συνοψίζονται στα παρακάτω δύο διαγράμματα:
Στο πρώτο διάγραμμα, εξηγεί η Πειραιώς, παραθέτουμε τη διαχρονική εξέλιξη της αξιολόγησης του αξιόχρεου της Ελληνικής Δημοκρατίας σύμφωνα με τους διεθνείς οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης (Moody’s, S&P και Fitch) έναντι της πιστοληπτικής βαθμίδας όπως αυτή «τεκμαίρεται» από το στατιστικό μας υπόδειγμα και τις τιμές των CDS των ελληνικών κρατικών ομολόγων. Στο διάγραμμα αυτό γίνεται εμφανής η πιο άμεση δυνατότητα της αγοράς των CDS να ενσωματώνουν και να αντανακλούν τις τρέχουσες εξελίξεις τόσο στη καθοδική (2008-2011) όσο και στην ανοδική (2017-σήμερα) φάση του κύκλου. Ταυτόχρονα καταγράφεται και ο σημαντικός βαθμός συντηρητισμού που διέπει τους οίκους αξιολόγησης καθώς οι αγορές CDS τιμολογούν τα ελληνικά ασφάλιστρα κινδύνου σε επίπεδα επενδυτικής βαθμίδας, ενώ η αξιολόγηση των οίκων υστερεί σημαντικά από το πολύ ουσιαστικό αυτό ορόσημο.
Στο δεύτερο διάγραμμα παραθέτουμε μια σύγκριση μεταξύ των τεκμαρτών βαθμίδων πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας, Ισπανίας, Πορτογαλίας και Ιταλίας. Από το διάγραμμα αυτό προκύπτει η σημαντική αναβάθμιση της πορείας της Πορτογαλίας η οποία ενώ το 2011 παρουσίαζε συμπεριφορά όμοια με της Ελλάδας, αργά αλλά σταδιακά διαφοροποιείται σημαντικά και σήμερα αξιολογείται όμοια με την Ισπανία. Αντίθετη πορεία εκτιμάται ότι ακολουθεί η Ιταλία, η οποία υστερεί πλέον έναντι Ισπανίας και Πορτογαλίας ακολουθώντας πλέον πορεία ανάλογη με αυτή της Ελλάδας.