Η ισχυρή ανάκαμψη του ΑΕΠ στο δεύτερο τρίμηνο του 2021, αφενός, επιβεβαιώνει την ταχύτερη του αναμενομένου αποκατάσταση των απωλειών στην οικονομική δραστηριότητα λόγω της πανδημίας και αφετέρου, ενισχύει τα αναπτυξιακά εργαλεία που έχει στη διάθεσή του το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, καθώς δημιουργείται σημαντικός δημοσιονομικός χώρος για τον εξορθολογισμό της φορολογικής πολιτικής, εξηγεί σε ανάλυσή της η Alph Bank.
Σύμφωνα με τα τελευταία εποχικά διορθωμένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η αύξηση του ΑΕΠ, στο δεύτερο τρίμηνο του 2021, κατά 16,2% σε ετήσια βάση (+3,4% σε τριμηνιαία βάση) υπερέβη κατά πολύ τις αισιόδοξες εκτιμήσεις των αναλυτών. Η εντυπωσιακή ετήσια αύξηση, στο δεύτερο τρίμηνο, η οποία στηρίχτηκε κυρίως στην ιδιωτική κατανάλωση και η οποία «χρηματοδοτήθηκε» από τη συσσώρευση αποταμιεύσεων πέρυσι, πρωτίστως λόγω της υποχρεωτικής αποχής από την κατανάλωση υπηρεσιών, συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στην αντίστοιχη υψηλή επίδοση του εξαμήνου κατά 6,3%. Ωστόσο, σημαντικό ρόλο σε τούτο διαδραμάτισε και η πολύ μικρότερη του αναμενομένου ύφεση του πρώτου τριμήνου -μόλις-2,3% σε ετήσια βάση-, η οποία εν μέρει οφείλεται στο γεγονός ότι το φετινό lockdown είχε μικρότερη επίπτωση στην κινητικότητα της κοινότητας, βάσει των δεικτών της Google, σε σχέση με τα δύο περυσινά τρίμηνα (δηλαδή το δεύτερο και το τέταρτο, κατά τη διάρκεια των οποίων είχαν επίσης επιβληθεί μέτρα περιορισμού της οικονομικής δραστηριότητας).
Παράλληλα, η εντυπωσιακή ετήσια άνοδος του ΑΕΠ, το δεύτερο τρίμηνο του 2021, συμβαδίζει με τη σημαντική βελτίωση του δείκτη οικονομικού κλίματος, ο οποίος αποτελεί πρόδρομο δείκτη της οικονομικής δραστηριότητας και διαμορφώθηκε το εν λόγω τρίμηνο, κατά μέσο όρο, στις 105,1 μονάδες από 93,2 μονάδες το πρώτο τρίμηνο.
Δεδομένης της προβλεπόμενης δυναμικής ανάκαμψης της οικονομικής δραστηριότητας, και στο τρίτο τρίμηνο, λόγω της πολύ καλής επίδοσης του τουρισμού το καλοκαίρι, οι κρίσιμοι παράγοντες που θα προσδιορίσουν το ρυθμό αύξησης του τελευταίου τριμήνου, σε επίπεδο τέτοιο ώστε ο ρυθμός μεγέθυνσης για το σύνολο του έτους να διαμορφωθεί περί το 6%, είναι, πρώτον, μία ενδεχόμενη επέκταση της τουριστικής περιόδου, τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο του τρέχοντος έτους, και δεύτερον, η πορεία της πανδημίας, η οποία επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τη διευρυνόμενη εμβολιαστική κάλυψη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η άνοδος του ΑΕΠ στη χώρα μας, το δεύτερο τρίμηνο, υπερέβη το μέσο όρο της Ευρωζώνης (+14,3%) και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (+13,8%), ενώ ήταν μεταξύ των υψηλότερων επιδόσεων των ευρωπαϊκών χωρών. H αυξημένη οικονομική δραστηριότητα του δεύτερου τριμήνου στις χώρες της ΕΕ-27 οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στη σύγκριση με τη σχετικά χαμηλή τιμή του ΑΕΠ το ίδιο τρίμηνο του 2020, λόγω της αρνητικής επίδρασης της πανδημίας (αποτελέσματα βάσης - base effects), καθώς, σε γενικές γραμμές, όσο μεγαλύτερη ήταν η πτώση του ΑΕΠ το δεύτερο τρίμηνο πέρυσι, τόσο πιο έντονη ήταν η ανάκαμψη το ίδιο διάστημα φέτος.
Ανάλυση Συνιστωσών του ΑΕΠ του δεύτερου τριμήνου
Πιο αναλυτικά, από τις 16,2 μονάδες της ανόδου του ΑΕΠ, το δεύτερο τρίμηνο του 2021, σε σύγκριση με το δεύτερο τρίμηνο του 2020, οι 9 προήλθαν από την ιδιωτική κατανάλωση, η οποία αυξήθηκε κατά 13,2% σε ετήσια βάση. Η άνοδος της κατανάλωσης αφενός οφείλεται σε αποτελέσματα βάσης, καθώς κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2020 είχε καταγράψει ετήσια πτώση της τάξης του 14,6%, αφετέρου υποστηρίχτηκε από τη συσσώρευση καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα κατά τη διάρκεια της πανδημίας (+28 δισ. ευρώ στο διάστημα Μαρτίου 2020-Ιουνίου 2021) αλλά και από τα κυβερνητικά μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων και των εργαζομένων που τέθηκαν σε εφαρμογή, με σκοπό την αντιμετώπιση των αρνητικών επιπτώσεών της. Επιπρόσθετα, αποτυπώθηκε στην πορεία των βραχυχρόνιων δεικτών οικονομικής συγκυρίας, όπως ο όγκος λιανικών πωλήσεων, ο οποίος σημείωσε άνοδο της τάξης του 20,7% σε ετήσια βάση, το δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους και οι πωλήσεις Ι.Χ. επιβατικών αυτοκινήτων (+93,7%, αντίστοιχα).
Σημειώνεται άλλωστε ότι, από το ξέσπασμα της πανδημίας μέχρι σήμερα, παρατηρείται αποδυνάμωση της θετικής σχέσης μεταξύ της αυστηρότητας των περιοριστικών μέτρων (stringency) και του περιορισμού της κινητικότητας της κοινότητας προς τους χώρους λιανικού εμπορίου και ψυχαγωγίας (community immobility) αλλά και μερική αποσύνδεση της κινητικότητας από την ιδιωτική κατανάλωση.
Θετική ήταν και η συμβολή της δημόσιας κατανάλωσης, η οποία ανήλθε σε 1,4 ποσοστιαίες μονάδες, ως απόρροια της παράτασης της ισχύος των δημοσιονομικών μέτρων στήριξης των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, εντός του δεύτερου τριμήνου του 2021.
Παράλληλα, οι επενδύσεις αυξήθηκαν, για πέμπτο συνεχόμενο τρίμηνο (+12,9% σε ετήσια βάση), συμβάλλοντας θετικά στη μεταβολή του ΑΕΠ κατά 1,5 εκατοστιαίες μονάδες, ενώ η θετική συνεισφορά των αποθεμάτων (συμπεριλαμβανομένων των στατιστικών διαφορών) διαμορφώθηκε σε 5,5 εκατοστιαίες μονάδες.
Ως προς την ανάλυση των επενδύσεων ανά κατηγορία, οι επενδύσεις σε μεταφορικό εξοπλισμό υπερτριπλασιάστηκαν το δεύτερο τρίμηνο του 2021, σε ετήσια βάση, έναντι πτώσης κατά 81%, το ίδιο διάστημα του 2020, ενώ οι επενδύσεις σε μηχανολογικό και τεχνολογικό εξοπλισμό αυξήθηκαν αντίστοιχα κατά 13,8%. Επιπλέον, οι επενδύσεις σε κατασκευές εξαιρουμένων των κατοικιών αυξήθηκαν κατά 4,3% σε σύγκριση με το αντίστοιχο περυσινό τρίμηνο, ενώ οι λοιπές επενδύσεις σημείωσαν ετήσια άνοδο ύψους 0,9%. Αντίθετα, οι επενδύσεις σε κατοικίες κατέγραψαν πτώση, για πρώτη φορά από το τρίτο τρίμηνο του 2019, της τάξης του 1,1% σε ετήσια βάση, ενώ, το δεύτερο τρίμηνο του 2020, είχαν σημειώσει αξιοσημείωτη άνοδο κατά 31,7%.
Τέλος, οι καθαρές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών συνέβαλαν αρνητικά στη μεταβολή του ΑΕΠ στο δεύτερο τρίμηνο του έτους, κατά 1,2 ποσοστιαίες μονάδες. Η ετήσια άνοδος των εισαγωγών και των εξαγωγών ήταν σχεδόν ισοποσοστιαία (22,5% και 22,6%, αντίστοιχα). Ωστόσο, οι συνολικές εισαγωγές υπερβαίνουν τις αντίστοιχες εξαγωγές σε απόλυτο μέγεθος και ως εκ τούτου η συμβολή των καθαρών εξαγωγών διαμορφώθηκε σε αρνητικό έδαφος. Αξίζει να επισημανθεί ότι οι εξαγωγές υπηρεσιών ανέκαμψαν σημαντικά, κατά 28,8% σε ετήσια βάση, έναντι ετήσιας πτώσης της τάξης του 52,8%, το δεύτερο τρίμηνο του 2020.
Η ανάκαμψη σε όρους Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας
Από την πλευρά της παραγωγής, όλοι οι τομείς της οικονομίας συνέβαλαν στην άνοδο της ΑΠΑ το δεύτερο τρίμηνο του 2021, με τον τομέα των υπηρεσιών να έχει τη μεγαλύτερη θετική επίδραση. Πιο αναλυτικά, η συμβολή του τριτογενούς τομέα, ο οποίος συμμετέχει κατά 78% στη διαμόρφωση της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας (ΑΠΑ), ανήλθε το δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους στις 10,6 μονάδες.
Συγκεκριμένα, το προϊόν του κλάδου «εμπόριο-παροχή καταλύματος και εστίαση-μεταφορές» αυξήθηκε κατά 37,5% σε ετήσια βάση, συνεισφέροντας 7,6 μονάδες στην αύξηση της ΑΠΑ. Τα αποτελέσματα αυτά συνάδουν με την άνοδο των λιανικών πωλήσεων, όπως προαναφέρθηκε, αλλά και με την ανάκαμψη του τουρισμού σταδιακά, από το δεύτερο τρίμηνο του έτους. Επιπλέον, οι υπηρεσίες εξαιρουμένων του εμπορίου και του τουρισμού κατέγραψαν άνοδο κατά 5,3%, ενώ η συμβολή τους στην ΑΠΑ διαμορφώθηκε στις 3,1 εκατοστιαίες μονάδες.
Η θετική συμβολή του δευτερογενούς τομέα στην αύξηση της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας ήταν επίσης σημαντική (2,7 ποσοστιαίες μονάδες) και προήλθε σχεδόν εξ ολοκλήρου από το δευτερογενή τομέα εκτός των κατασκευών, δηλαδή από τη βιομηχανία (2,6 μονάδες), καθώς η συνεισφορά των κατασκευών ήταν οριακά θετική (0,1 π.μ.). Η εξέλιξη αυτή συμβαδίζει με την ανοδική πορεία του δείκτη μεταποιητικής παραγωγής, ο οποίος σημείωσε άνοδο, το δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, κατά 14,5%.
Οι προσδοκίες για τις επιδόσεις του κλάδου στο άμεσο χρονικό διάστημα είναι έντονα θετικές, όπως προκύπτει από τις υψηλές τιμές που κατέγραψε ο δείκτης Υπευθύνων για τις Προμήθειες στη Μεταποίηση (Purchasing Managers’ Index) κατά τους τελευταίους μήνες. Συγκεκριμένα, τον Αύγουστο, ο δείκτης PMI ανήλθε σε 59,3 μονάδες που αποτελεί την υψηλότερη επίδοση του δείκτη από τον Απρίλιο του 2000 (59,4 μονάδες) και τη δεύτερη υψηλότερη στην ιστορία της χρονοσειράς. Τέλος, ο πρωτογενής τομέας της οικονομίας, ο οποίος αποτελεί λιγότερο από το 5% της ΑΠΑ, είχε οριακή θετική συμβολή στην άνοδο της ΑΠΑ το δεύτερο τρίμηνο (0,2 π.μ.), καθώς σημείωσε αύξηση κατά 3,1% σε σύγκριση με το δεύτερο τρίμηνο του 2020.