Παρότι υπήρξαν μεγάλες αποκλίσεις ως προς τις επιπτώσεις στους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών στο δυσμενές σενάριο, για τις τράπεζες που βρίσκονται στο «κάτω μέρος» και με τους χαμηλότερους κεφαλαιακούς δείκτες, η ΕΚΤ δεν εξήγησε σε ποιο βαθμό οι δείκτες CET1 έπεσαν κάτω από το όριο του 8%, σημειώνει η Standard & Poor’s Global Ratings. Παρ' όλα αυτά, ορισμένες από τις τράπεζες εξέδωσαν ανεξάρτητα δελτία τύπου για να εξηγήσουν τα λεπτομερή αποτελέσματα.
Οι κορυφαίες ελληνικές τράπεζες επέδειξαν εύλογη ανθεκτικότητα, επισημαίνει η S&P, η οποία αναμφίβολα υποβοηθήθηκε από τις προσπάθειες που κατέβαλαν τα τελευταία χρόνια για την αντιμετώπιση των παλαιών μη εξυπηρετούμενων στοιχείων ενεργητικού (NPAs). Η Alpha Bank, η Eurobank, η Τράπεζα Πειραιώς και η Εθνική Τράπεζα ανέφεραν δείκτες βασικών εποπτικών κεφαλαίων Fully Loaded στο τέλος του 2023 της τάξης του 8,3%, 7,6%, 6,5% και 6,4%, αντίστοιχα.
Οι τράπεζες συνέχισαν να πραγματοποιούν πωλήσεις παλαιών μη εξυπηρετούμενων στοιχείων ενεργητικού από τις αρχές του 2021, ενώ η Πειραιώς (σ.σ. και η Alpha Βank) προχώρησε επίσης σε αύξηση κεφαλαίου. Από τα στοιχεία της S&P φαίνεται ότι η Eurobank ήταν σε καλύτερη θέση με μικρότερη αρνητική επίδραση αλλά η Alpha Bank είχε καλύτερους δείκτες κεφαλαίων. Αντίθετα, οι δύο άλλες βρίσκονται στο ίδιο τεταρτημόριο.
Τα τελευταία τεστ αντοχής των τραπεζών της ΕΕ δείχνουν ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ευρωπαϊκών τραπεζών θα πρέπει να παραμείνει άνετα κερδοφόρα κατά την περίοδο 2021-2023, ακόμη και αν χρειαστεί να προβεί σε σημαντικές αναπροσαρμογές των πιστωτικών προβλέψεων. Ενώ η διαρθρωτική κερδοφορία μπορεί να αποδειχθεί ακόμη ευάλωτη υπό ορισμένα σενάρια, οι τράπεζες δείχνουν συνολικά βελτιωμένη ανθεκτικότητα.
Προς το παρόν, η S&P δεν αναμένει ότι τα αποτελέσματα των τεστ αντοχής, συμπεριλαμβανομένης της πιθανής επιστροφής κεφαλαίου, θα οδηγήσουν σε αλλαγή των αξιολογήσεων για οποιαδήποτε από τις τράπεζες που υποβλήθηκαν σε δοκιμές καθώς δεν υπήρξαν μεγάλες εκπλήξεις στα αποτελέσματα. Οι αξιολογήσεις συνήθως ενσωματώνουν ήδη μια μελλοντική προσδοκία μέτριας μείωσης των κεφαλαιακών δεικτών.
Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΒΑ) δημοσίευσε τα αποτελέσματα της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων 2021 και κάλυψε 50 τραπεζικούς ομίλους από 15 χώρες της ΕΕ και τη Νορβηγία, που αντιστοιχούν περίπου στο 70% του τραπεζικού τομέα της περιοχής με βάση το συνολικό ενεργητικό. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), ως επόπτης των μεγαλύτερων τραπεζών της ευρωζώνης, πραγματοποίησε παράλληλη άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε άλλες 51 τράπεζες.
Η S&P επισημαίνει ότι φέτος στα stress test οι παραδοχές ήταν σκληρές, αλλά ρεαλιστικές και τα αποτελέσματα οποιασδήποτε δοκιμής αντοχής πρέπει να εξετάζονται στο πλαίσιο των υποκείμενων παραδοχών και της μεθοδολογίας.
Από κοινού με τις ασκήσεις του 2016 και του 2018, η μεθοδολογία της ΕΒΑ/ΕΚΤ διατήρησε παραδοχές οι οποίες είναι απίθανο να ισχύουν στην πραγματικότητα - για παράδειγμα, στατικός ισολογισμός, καμία διορθωτική δράση διαχείρισης πέραν της παύσης μερισμάτων και κουπονιών AT1 (εάν οι δείκτες κεφαλαίου έπεφταν κάτω από την ισχύουσα συνολική κεφαλαιακή απαίτηση), και καμία επεξεργασία ή θεραπεία των ανοιγμάτων του σταδίου 3. Υποθέτει επίσης ότι δεν θα αποδεσμευτούν οι προβλέψεις του Σταδίου 3, δεν θα μειωθεί η συνολική κάλυψη των πιστώσεων του Σταδίου 1, θα γίνουν εξαιρετικά περιορισμένες παραδοχές σχετικά με τα έσοδα από συναλλαγές και άλλα έσοδα από αμοιβές και πολλά άλλα. Αυτοί οι περιορισμοί χρησιμοποιήθηκαν για να διασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ των τραπεζών, αλλά παρέχουν επίσης ένα κάπως μη ρεαλιστικό αποτέλεσμα.
Η ΕΒΑ και η ΕΚΤ χρησιμοποίησαν τα ίδια βασικά και δυσμενή σενάρια, αφού τα δημοσίευσαν στις αρχές του 2021. Το βασικό σενάριο της ΕΒΑ αντανακλούσε τις προσδοκίες που είχαν τότε οι εθνικές κεντρικές τράπεζες: μια τριετής σωρευτική επέκταση της οικονομικής δραστηριότητας κατά σχεδόν 11% στην ΕΕ, η οποία ακολούθησε την έντονη οικονομική ύφεση το 2020 που συνδεόταν με την πανδημία. Παρόλο που έχουν περάσει έξι μήνες από τότε, θεωρούμε ότι το βασικό σενάριο εξακολουθεί να ευθυγραμμίζεται αρκετά στενά με τις τρέχουσες προσδοκίες των οικονομολόγων της S&P, αν και η ΕBA ήταν πιο πτωτική όσον αφορά τις προοπτικές της ανεργίας.