«Σύμφωνα με την οικονομική λογική, τα τιμολόγια του κλάδου οχημάτων θα πρέπει να αρχίσουν να ανεβαίνουν από την προσεχή άνοιξη και μετά, ωστόσο ακόμη και αν γίνει κάτι τέτοιο, οι όποιες ανατιμήσεις εκτιμώ πως θα είναι σταδιακές και περιορισμένες».
Αυτό δηλώνει στο Euro2day.gr γνωστός παράγοντας της ασφαλιστικής αγοράς, συμπληρώνοντας: «Τα τιμολόγια θα έπρεπε να είχαν αρχίσει να αυξάνονται εδώ και τουλάχιστον μια τριετία, πλην όμως κάτι τέτοιο δεν το επέτρεψε ο ανταγωνισμός των ασφαλιστικών εταιρειών. Αντίθετα, είδαμε νέες μειώσεις-εκπτώσεις μέσα στο 2020, με την αιτιολογία ότι τα οχήματα κινήθηκαν λιγότερο, εξαιτίας των περιοριστικών μέτρων. Ωστόσο, μεγάλη μείωση της κυκλοφορίας παρατηρήθηκε μόνο κατά το δίμηνο Μαρτίου-Απριλίου. Οι
πολιτικές των εκπτώσεων επαναλήφθηκαν και το Νοέμβριο, με την εκκίνηση της δεύτερης φάσης των περιοριστικών μέτρων και συνεχίζονται μέσα στο 2021, πλην όμως φαίνεται να βρίσκονται στα τελευταία τους στάδια».
Σύμφωνα με εκτιμήσεις κύκλων της αγοράς, κατά τη δεκαετία που πέρασε, τα ασφάλιστρα μειώθηκαν κατά περίπου 40% έως 50%, επίδοση που φαίνεται να επιβεβαιώνεται και από τα στοιχεία του παρατιθέμενου πίνακα. Σύμφωνα με αυτά, η παραγωγή αστικής ευθύνης χερσαίων οχημάτων από το 1,55 δισ. ευρώ του 2010 υποχώρησε στα 856 εκατ. ευρώ το 2019 και αναμένεται να κλείσει γύρω στα 800 εκατ. ευρώ το 2020, με βάση την πορεία του πρώτου δεκαμήνου της ίδιας χρονιάς (-6,2%, βλέπε έκθεση της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος).
Ως αποτέλεσμα, η υποχώρηση της σχετικής παραγωγής κατά τη δεκαετία 2010-2020 προσέγγισε το 48%, κόντρα στο γεγονός ότι κατά τη συγκεκριμένη περίοδο: α) Αυξήθηκε ο αριθμός των κυκλοφορούντων οχημάτων στους ελληνικούς δρόμους, β) Έγιναν προσπάθειες για τον περιορισμό των ανασφάλιστων οχημάτων, ο αριθμός των οποίων -παρά τις διακυμάνσεις που παρατηρούνται- έχει μειωθεί σημαντικά κατά την τελευταία τετραετία (πιθανολογείται γύρω στις 250-300 χιλ. έναντι του ενός εκατομμυρίου του παρελθόντος).
Οι λόγοι για τους οποίους οι ασφαλιστικές εταιρείες υποχρεώθηκαν να προχωρήσουν σε τόσο μεγάλες μειώσεις τιμών αποδίδονται από παράγοντες της αγοράς:
- Στη μείωση της κυκλοφορίας των οχημάτων στους δρόμους (μικρότερος αριθμός ατυχημάτων) λόγω της οικονομικής κρίσης.
- Στις δραστικές κινήσεις των ασφαλιστικών εταιρειών να περικόψουν το κόστος τους, μέσα από μειώσεις προμηθειών προς τα δίκτυα, από ψηφιοποίηση εργασιών, από καταπολέμηση φαινομένων απάτης κ.λπ.
- Στην όξυνση του ανταγωνισμού που έφεραν οι πωλήσεις μέσω διαδικτύου.
- Στη βούληση εταιρειών που διέθεταν ισχυρούς εποπτικούς δείκτες να αυξήσουν τα μερίδια αγοράς τους σε συγκεκριμένες υποκατηγορίες του κλάδου.
«Εκτιμώ πως όλα τα παραπάνω έχουν φτάσει στα όριά τους. Τα λειτουργικά περιθώρια κέρδους στον κλάδο τείνουν να εξαφανιστούν, ενώ η οικονομική δραστηριότητα (ΑΕΠ) που αναμένεται να αρχίσει να ανακάμπτει από το 2021 θα αυξήσει την οδική κυκλοφορία. Τα όποια περιοριστικά μέτρα θα σταματήσουν μέσα στους επόμενους μήνες και ο Έλληνας -καταπιεσμένος από τα όσα έγιναν- θα αρχίσει μαζικά να κυκλοφορεί, σαν… να μην υπάρχει αύριο. Όσο για τα επενδυτικά κέρδη των ασφαλιστικών εταιρειών, αμφιβάλλω για το πόσο μπορούν να συνεχιστούν στο μέλλον, με δεδομένο ότι τα επενδυτικά τους χαρτοφυλάκια είναι εστιασμένα σε ομόλογα και καταθέσεις και τα επιτόκια είναι ήδη μηδενικά ή και αρνητικά.
Η οικονομική λογική λοιπόν μιλά για άνοδο τιμολογίων, η οποία ωστόσο νομίζω ότι θα είναι σταδιακή, περιορισμένη και παραμετρική, καθώς θα ξεκινήσει από συγκεκριμένες κατηγορίες πελατών και οχημάτων. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι ανατιμήσεις θα έχουν τη μορφή της ανάκλησης των περυσινών εκπτώσεων.
Οι ασφαλιστικές εταιρείες γνωρίζουν πως πολύ δύσκολα μπορούν να περάσουν σημαντικές ανατιμήσεις και στην καλύτερη θέση βρίσκονται όσες εταιρείες δεν υπέκυψαν κατά την τελευταία διετία στις πιέσεις για μειώσεις τιμολογίων», αναφέρεται χαρακτηριστικά.