Με πρόστιμα που κυμαίνονται από 1.500 έως και 2 εκατ. ευρώ κινδυνεύουν οι πάροχοι επιγραμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης (ηλεκτρονικές πλατφόρμες εμπορίου) που καταφέρονται καταχρηστικά ή αθετούν συμφωνίες με τους εμπόρους, σύμφωνα με το σχέδιο νόμου που έθεσε σήμερα σε δημόσια διαβούλευση ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων Άδωνις Γεωργιάδης και η οποία θα παραμείνει ανοικτή έως τις 15 Οκτωβρίου.
Με το νομοσχέδιο που φέρει τον τίτλο «Λήψη συμπληρωματικών μέτρων για την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 2019/1150 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ης Ιουνίου 2019 για την προώθηση της δίκαιης μεταχείρισης και της διαφάνειας για τους επιχειρηματικούς χρήστες επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης (L 186)» τίθενται κανόνες σχετικά με τη δυνατότητα ενεργητικής νομιμοποίησης των ενώσεων και δημοσίων φορέων να ασκούν συλλογικές αγωγές σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) 2019/1150, αλλά ρυθμίσεις σχετικά με την τήρηση του μητρώου των ενώσεων και δημοσίων φορέων στη Διυπηρεσιακή Μονάδα Ελέγχου Αγοράς του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων (ΔΙ.Μ.Ε.Α).
Η τελευταία, ορίζεται ως αρμόδια αρχή για την εποπτεία της συμμόρφωσης των παρόχων επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης ή των επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) 2019/1150, ενώ καθορίζονται οι εξουσίες και κυρώσεις για την αποτελεσματική εφαρμογή των ρυθμίσεων του Κανονισμού και τον έλεγχο των πιθανολογούμενων παραβάσεων.
Ο κανονισμός που έχει τεθεί σε ισχύ από τις 12/7/2020 αποτελεί την πρώτη προσπάθεια οριζόντιας ρύθμισης της οικονομίας των επιγραμμικών (online) πλατφορμών διαμεσολάβησης, επιδιώκοντας την υπέρβαση του νομικού κατακερματισμού των εν λόγω οικοσυστημάτων και συμβάλλοντας στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής της ψηφιακής ενιαίας αγοράς. Οι ρυθμίσεις του κανονισμού αποσκοπούν στην εξασφάλιση δίκαιου, προβλέψιμου και αξιόπιστου νομικού περιβάλλοντος για τους επιχειρηματικούς χρήστες επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης, τους χρήστες εταιρικών ιστοτόπων, τους παρόχους επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης και τους παρόχους επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης.
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, το νεοεισαχθέν νομικό πλαίσιο στοχεύει στο να περιορίσει την εμφάνιση και τις επιπτώσεις μονομερών αθέμιτων εμπορικών πρακτικών, που παρουσιάζονται συχνά σε ορισμένες δράσεις των επιγραμμικών πλατφορμών. Η διαφάνεια αναφορικά με τους καταρτιζόμενους όρους και προϋποθέσεις, τις τυχόν αποφάσεις περιορισμού, αναστολής και διακοπής της παροχής των επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης, τις κύριες παραμέτρους και τη σχετική σημασία αυτών αναφορικά με την κατάταξη, τα παρεπόμενα προϊόντα και τις υπηρεσίες, τυχόν διακριτική μεταχείριση και τους ειδικούς συμβατικούς όρους, αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο του κανονισμού.
Βασικό στόχο των ρυθμίσεων του κανονισμού αποτελεί επίσης η παροχή δυνατότητας αποτελεσματικής προσφυγής σε επιχειρηματικούς χρήστες επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης και χρήστες εταιρικών ιστοτόπων, μέσω ενός πλαισίου διαβαθμισμένης προστασίας που περιλαμβάνει εσωτερικό σύστημα διεκπεραίωσης καταγγελιών, διαμεσολάβηση και εξειδικευμένη διαμεσολάβηση.
Επιπρόσθετα, δίνεται η δυνατότητα ενεργητικής νομιμοποίησης σε οργανώσεις, ενώσεις και δημοσίους φορείς για την άσκηση συλλογικών αγωγών σχετικά με παραβιάσεις του κανονισμού. Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις λαμβάνονται τα απαραίτητα συμπληρωματικά μέτρα για την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 2019/1150 στην ελληνική έννομη τάξη, στα οποία περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, ρυθμίσεις αναφορικά με τη δυνατότητα έγερσης συλλογικής αγωγής των νομιμοποιούμενων φορέων και την επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του κανονισμού.
Ειδικότερα, με το άρθρο 2 τίθενται κανόνες σχετικά με τη δυνατότητα ενεργητικής νομιμοποίησης των ενώσεων και δημοσίων φορέων να ασκούν συλλογικές αγωγές σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) 2019/1150.
Η δυνατότητα άσκησης συλλογικής αγωγής είναι πολύ σημαντική, με δεδομένο ότι διάφοροι παράγοντες, όπως μεταξύ άλλων περιορισμένα οικονομικά μέσα ή ο φόβος αντιποίνων, περιόριζαν ενδεχομένως την αποτελεσματικότητα των υφιστάμενων δυνατοτήτων δικαστικής προσφυγής, από μεμονωμένους επιχειρηματικούς χρήστες ή χρήστες εταιρικών ιστότοπων.
Όπως ορίζει το συγκεκριμένο άρθρο, η αγωγή ασκείται σε αποκλειστική προθεσμία 18 μηνών από τότε που η ένωση ή ο δημόσιος φορέας έλαβε γνώση της παράνομης συμπεριφοράς και, σε κάθε περίπτωση, εντός 3 ετών από την τελευταία εκδήλωση της παράνομης συμπεριφοράς και δικάζεται κατά την τακτική διαδικασία. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την προσωρινή εκτέλεση της απόφασης, ενώ αποκλειστικώς αρμόδιο για την εκδίκαση της αγωγής είναι το Πολυμελές Πρωτοδικείο της κατοικίας ή της έδρας του εναγομένου.
Όπως προαναφέρθηκε, ορίζεται η Διυπηρεσιακή Μονάδα Ελέγχου (ΔΙ.Μ.Ε.Α.) ως αρμόδια για την εποπτεία της συμμόρφωσης των παρόχων επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης ή των επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) 2019/1150 εν όψει των σημαντικών αρμοδιοτήτων ελέγχου της αγοράς που διαθέτει η εν λόγω Μονάδα.
Το προτεινόμενο σύστημα επιβολής περιλαμβάνει είτε αυτεπάγγελτη δράση είτε δράση κατόπιν καταγγελίας σε περιπτώσεις, οι οποίες κρίνεται ότι έχουν ευρύτερη σημασία για την προστασία της λειτουργίας της αγοράς. Οι πληροφορίες που περιέρχονται στην εν λόγω Μονάδα με οποιονδήποτε τρόπο, μεταξύ των οποίων και οι καταγγελίες-αναφορές, δύνανται να αξιοποιούνται από τη Μονάδα για τον έλεγχο της εφαρμογής των διατάξεων του κανονισμού.
Η ΔΙΜΕΑ αποκτά εξουσία απόκτησης πρόσβασης σε κάθε δεδομένο, έγγραφο, και οποιαδήποτε πηγή, η οποία διευκολύνει τον έλεγχο αυτής. Δύναται επίσης να διενεργεί επιτόπιους ελέγχους, καθώς και να παραγγέλνει ελέγχους από άλλες αρμόδιες αρχές. Τα στοιχεία, δεδομένα και έγγραφα, τα οποία εξετάζονται, είναι δυνατόν να κατασχεθούν, ανεξαρτήτως του μέσου αποθήκευσής τους και να διατηρηθούν στην κατοχή της αρμόδιας αρχής, για λόγους πληρότητας του διενεργούμενου ελέγχου.
Επιπρόσθετα, για τους ίδιους λόγους, δίνεται η εξουσία στην αρχή να αναζητά πληροφόρηση αναφορικά με τα πραγματικά περιστατικά, από κάθε εκπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού των επιγραμμικών υπηρεσιών διαμεσολάβησης ή επιγραμμικών μηχανών αναζήτησης, που ελέγχεται.
Σε περίπτωση που διαπιστωθεί παράβαση των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) 2019/1150, η ΔΙ.Μ.Ε.Α. μπορεί, με απόφασή της, είτε να απευθύνει σύσταση είτε να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο 1.500 έως 2 εκατ. ευρώ.
Η είσπραξη των προστίμων γίνεται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974, ΦΕΚ 90 Α'), ενώ στην παράγραφο προβλέπεται η δυνατότητα δημοσιοποίησης διά του τύπου ή με άλλο πρόσφορο μέσο των κυρώσεων που επιβάλλονται, ώστε να εξυπηρετούνται το δημόσιο συμφέρον και η ενημέρωση των ενδιαφερομένων και να διασφαλίζεται ο αποτρεπτικός χαρακτήρας της κυρωτικής διαδικασίας.