Η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) ανακοίνωσε τα αποτελέσματα της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού για το Β' τρίμηνο του 2020.
Η αγορά εργασίας κατά το Β' τρίμηνο του 2020 επηρεάστηκε από τα μέτρα που ελήφθησαν για την προστασία της δημόσιας υγείας και την αντιμετώπιση της πανδημίας Covid-19. Τα μέτρα ξεκίνησαν την ενδέκατη (11η) εβδομάδα του Α' τριμήνου, κατά την οποία ανεστάλη η λειτουργία των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και των επιχειρήσεων εστίασης ενώ τις επόμενες εβδομάδες ανεστάλη η λειτουργία επιχειρήσεων και σε άλλους τομείς της οικονομίας, κυρίως στον κλάδο των υπηρεσιών, και περιορίστηκαν οι μετακινήσεις του πληθυσμού.
Τα εν λόγω μέτρα συνεχίστηκαν και κατά το μεγαλύτερο μέρος του Β' τριμήνου και επηρέασαν, σε μεγάλο βαθμό, πέρα από την κανονική λειτουργία της αγοράς και τον τρόπο συλλογής των στοιχείων της παρούσας έρευνας.
Αναλυτικά, κατά το Β' τρίμηνο του 2020:
▪ Ο αριθμός των απασχολουμένων ανήλθε σε 3.844.034 άτομα. Το ποσοστό απασχόλησης μειώθηκε κατά 0,2%, σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 2,8% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους. Αξίζει να σημειωθεί ότι με βάση τις κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας (Eurostat) για την Έρευνα Εργατικού Δυναμικού στα Κράτη- Μέλη, λόγω της πανδημίας της νόσου του κορωνοϊού (Covid-19), τα άτομα που τίθενται σε αναστολή σύμβασης εξακολουθούν να θεωρούνται απασχολούμενοι, εφόσον η διάρκεια της αναστολής είναι μικρότερη από 3 μήνες ή αν λαμβάνουν περισσότερο από το 50% των αποδοχών τους.
▪ Ο αριθμός των ανέργων ανήλθε σε 768.276 άτομα. Το ποσοστό ανεργίας ανήλθε σε 16,7%, έναντι 16,2% του προηγούμενου τριμήνου και 16,9% του αντίστοιχου τριμήνου του προηγούμενου έτους. Ο αριθμός των ανέργων αυξήθηκε κατά 3,1%, σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και μειώθηκε κατά 4,6%, σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
▪ Οι οικονομικά μη ενεργοί κάτω των 75 ετών, δηλαδή τα άτομα που δεν εργάζονται ούτε αναζητούν εργασία, ανήλθαν σε 3.289.155 άτομα. Το ποσοστό των μη ενεργών μειώθηκε κατά 0,7% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και αυξήθηκε κατά 3,4% σε σχέση με αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους. Μέρος αυτής της αύξησης προέρχεται από τη ροή ανέργων προς τους οικονομικά μη ενεργούς καθώς, σύμφωνα με τον ορισμό για τον άνεργο και τον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό, εάν ένα άτομο δεν εργάζεται, δεν αναζητά ενεργά εργασία και δεν είναι διαθέσιμο να αναλάβει άμεσα εργασία, δεν κατατάσσεται στους ανέργους αλλά στον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό.
Η επίδραση της πανδημίας στην αγορά εργασίας εμφανίζεται πιο έντονη το Β' τρίμηνο 2020 και εντοπίζεται κυρίως στα εξής:
• Αύξηση των απουσιών από την εργασία,
• Μείωση των ωρών εργασίας σε σχέση με τα προηγούμενο τρίμηνα,
• Αύξηση της εργασίας από το σπίτι,
• Περιορισμός των ατόμων που δεν εργάζονται, αναζητούσαν εργασία και δήλωσαν ότι δεν είναι άμεσα διαθέσιμα να εργαστούν.
Από τα στοιχεία της έρευνας προκύπτει ότι οι επιπτώσεις της πανδημίας στην αγορά εργασίας επηρέασαν το σύνολο των κλάδων της οικονομίας. Όσον αφορά στις απουσίες από την εργασία και τη μείωση στις ώρες εργασίας, οι κλάδοι που επηρεάστηκαν περισσότερο ήταν αυτοί των υπηρεσιών (εμπόριο, ξενοδοχεία, εστιατόρια, μεταφορές, επικοινωνίες και άλλες υπηρεσίες) ενώ λιγότερο επηρεάστηκε ο κλάδος της γεωργίας, δασοκομίας και αλιείας. Επίσης, η εργασία στο σπίτι αυξάνεται εμφανώς στους κλάδους των χρηματοπιστωτικών, επιχειρηματικών και άλλων υπηρεσιών.
Τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας παρατηρούνται στις γυναίκες, στα άτομα ηλικίας 20-24 ετών, στην Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου και στα άτομα που έχουν ολοκληρώσει έως λίγες τάξεις Δημοτικού. Το μεγαλύτερο ποσοστό εργατικού δυναμικού παρατηρείται στους άνδρες, στα άτομα ηλικίας 30-44 ετών, στην Περιφέρεια Κρήτης, στα άτομα που έχουν ολοκληρώσει μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση και στα άτομα ξένης υπηκοότητας.
Οι εργαζόμενοι
Κατά το Β' τρίμηνο του 2020 το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων εργάζονται ως μισθωτοί (67,9%), ενώ σημαντικό είναι και το ποσοστό των αυτοαπασχολουμένων χωρίς προσωπικό (21,3%). Σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο εμφανίζεται μείωση για τους μισθωτούς (-0,4%) και αύξηση για τους βοηθούς στην οικογενειακή επιχείρηση (1,6%). Σε σχέση με το προηγούμενο έτος παρουσιάζεται μείωση σε όλες τις κατηγορίες.
Το ποσοστό μερικής απασχόλησης ανέρχεται σε 9,2%, ενώ το ποσοστό των ατόμων που έχουν προσωρινή εργασία σε 6,8%. Η μερική απασχόληση εμφανίζεται μειωμένη (-2,9%) σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους (-1,9%). Η προσωρινή απασχόληση έχει μειωθεί σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο (-5,2%) και σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους (-27,6%).
Τα επαγγέλματα που συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων είναι οι εργαζόμενοι στην παροχή υπηρεσιών και πωλητές (23,2%) και οι επαγγελματίες (20,1%). Σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο η μεγαλύτερη μείωση εμφανίζεται στους ειδικευμένους τεχνίτες (-1,8%) και στους υπαλλήλους γραφείου (-1,5%). Σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους η μεγαλύτερη αύξηση εμφανίζεται στα ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη (7,9%) και η μεγαλύτερη μείωση στους ανειδίκευτους εργάτες, χειρώνακτες και μικροεπαγγελματίες (-9,6%).
Αν εξεταστεί η εξέλιξη της κατανομής του πλήθους των απασχολουμένων σε ευρείες ομάδες επαγγελμάτων, παρατηρείται ότι, κατά την περίοδο A' τρίμηνο 2009 - Β' τρίμηνο 2020, αυξάνεται σημαντικά το ποσοστό των απασχολουμένων σε μη χειρωνακτικά επαγγέλματα χαμηλής ειδίκευσης ενώ μειώνεται το ποσοστό των απασχολουμένων σε χειρωνακτικά επαγγέλματα με εξειδίκευση. Το ποσοστό των απασχολουμένων σε στοιχειώδη επαγγέλματα παραμένει σχετικά σταθερό μετά το 2011 ενώ το ποσοστό στα μη χειρωνακτικά επαγγέλματα υψηλής εξειδίκευσης ακολουθεί ελαφρά άνοδο. Τέλος, το ποσοστό των ειδικευμένων απασχολούμενων στην πρωτογενή παραγωγή εμφανίζει πτωτική τάση από το 2014.
Αν εξεταστεί η εξέλιξη του ποσοστού των απασχολουμένων σε ευρείς τομείς οικονομικής δραστηριότητας κατά την περίοδο A' τρίμηνο 2009 - Β' τρίμηνο 2020, διαπιστώνεται αύξηση του ποσοστού όσων εργάζονται στο εμπόριο, τις μεταφορές και τις επικοινωνίες, τα ξενοδοχεία και την εστίαση και μείωση του ποσοστού όσων εργάζονται στις κατασκευές και τη βιομηχανία, το οποίο, ωστόσο, δείχνει τάση σταθεροποίησης τα τρία (3) τελευταία έτη
Τα χαρακτηριστικά των ανέργων
Οι βασικοί λόγοι που σταμάτησαν οι άνεργοι να εργάζονται είναι είτε γιατί η εργασία τους ήταν περιορισμένης διάρκειας και τελείωσε (34,3%) είτε γιατί απολύθηκαν (21,4%). Το μεγαλύτερο ποσοστό των ανέργων (26,6%) εργαζόταν στους κλάδους των ξενοδοχείων και της εστίασης. Σε ό,τι αφορά στο επάγγελμα της προηγούμενης εργασίας τους, το μεγαλύτερο ποσοστό (32,7%) απασχολούνταν στην παροχή υπηρεσιών ή ως πωλητές. Το ποσοστό των ανέργων που δεν έχουν εργαστεί στο παρελθόν (νέοι άνεργοι) είναι 17,5%.
Η πλειονότητα των ανέργων (66,2%) αναζητά εργασία ένα έτος ή περισσότερο (μακροχρόνια άνεργοι). To 25,3% των ανέργων αναζητά εργασία ως μισθωτός μόνο σε πλήρη απασχόληση ενώ το 66,5% αναζητά εργασία με πλήρη απασχόληση αλλά στην ανάγκη θα δεχόταν και μερική. Το ποσοστό των ανέργων που δηλώνουν ότι δεν είναι εγγεγραμμένοι στον ΟΑΕΔ ανέρχεται σε 18,3%, ενώ το ποσοστό αυτών που δηλώνουν ότι λαμβάνουν επίδομα ή βοήθημα από τον ΟΑΕΔ ανέρχεται σε 19%.