Σοβαρές ενστάσεις επί του σχεδίου νόμου για το νέο πτωχευτικό πλαίσιο (Κώδικας Διευθέτησης Οφειλών και Παροχής Δεύτερης Ευκαιρίας) διατυπώνουν οι τράπεζες, παρότι αναγνωρίζουν τις βελτιώσεις που φέρνει ως προς τον στόχο εισαγωγής απλούστερων και ταχύτερων διαδικασιών για τη ρύθμιση, εξυγίανση και πτώχευση επιχειρήσεων.
Η ένταξη όλων των προ-πτωχευτικών και πτωχευτικών διαδικασιών σε ενιαίο νομοθέτημα, καθώς και η εισαγωγή αντικειμενικών κριτηρίων για έννοιες όπως η παύση πληρωμών, αναμένεται να οδηγήσει σε πιο συστηματική και ομοιόμορφη ερμηνεία των σχετικών αποφάσεων από τα Δικαστήρια, παραδέχονται τα τραπεζικά στελέχη.
Την ίδια στιγμή, όμως, η υιοθέτηση της δυνατότητας πτώχευσης για φυσικά πρόσωπα μη εμπόρους (νοικοκυριά) και οι προβλεπόμενες διαδικασίες εξωδικαστικής ρύθμισης χρεών (προληπτική αναδιάρθρωση) ενδέχεται να δημιουργήσουν, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, πολύ μεγαλύτερα προβλήματα, από όσα επιλύει το νέο πλαίσιο, κάνοντας λόγο για την «πιο ανεπιτυχή ρύθμιση του Κώδικα».
Οι ενστάσεις των τραπεζών στο συγκεκριμένο τμήμα του νέου πτωχευτικού πλαισίου είναι δομικές καθώς κρίνουν ως μη απαραίτητη τη δυνατότητα πτώχευσης για νοικοκυριά. Θα αρκούσε η εισαγωγή μια ειδικής και απλής διαδικασίας εξωδικαστικής ρύθμισης, μόνον για όσους βρίσκονται σε διαπιστωμένη οικονομική αδυναμία και έχουν χρέη προς το Δημόσιο (Εφορία, ταμεία), αναφέρουν οι ίδιες πηγές. Άλλωστε, η κοινοτική οδηγία για τη Δεύτερη Ευκαιρία (Οδηγία 2019/1023) αναφέρεται σε επιχειρηματίες και μόνον παρενθετικά και άνευ υποχρέωσης ενσωμάτωσης σε μη επιχειρηματίες.
Ειδικότερα, το υπό συζήτηση σχέδιο νόμου προβλέπει ότι μπορούν να αιτηθούν πτώχευσης ακόμη και ενήμεροι οφειλέτες. Οι τράπεζες φοβούνται πως η παραπάνω δυνατότητα, σε συνδυασμό με τις διατάξεις αυτόματης απαλλαγής από χρέη εντός έτους (σ.σ. εφόσον συντρέχουν τα σχετικά εισοδηματικά κριτήρια), θα λειτουργήσει ως θρυαλλίδα κύματος πτωχεύσεων.
Σε αυτή την περίπτωση, τα δικαστήρια θα βρεθούν αντιμέτωπα ακόμη και με δεκάδες χιλιάδες περιπτώσεις υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, που εντάσσονται στην πτωχευτική διαδικασία, εξέλιξη που… ξυπνά εφιάλτες.
Ο βασικός λόγος που ο νόμος Κατσέλη κατέστη «εργαλείο» καταστρατήγησης, υπενθυμίζουν οι τράπεζες, ήταν η ανεπάρκεια των δικαστηρίων να ανταποκριθούν, έγκαιρα και με επάρκεια, στον αριθμό των υποθέσεων. Έτσι, σωρεύτηκαν προς εκδίκαση χιλιάδες υποθέσεις, εξέλιξη που οδηγούσε στην υποβολή πρόσθετων αιτήσεων από στρατηγικούς κακοπληρωτές, για να εξασφαλισθεί πολυετής προστασία από μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης. Το ίδιο, αν και σε πιο περιορισμένη κλίμακα, μπορεί να συμβεί με τις πτωχεύσεις, καθώς μέχρι την εκδίκαση της αίτησης ο οφειλέτης διαθέτει προστασία από μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Π. Μυλωνάς, μιλώντας στο forum του Economist, τόνισε ότι ο νέος πτωχευτικός αποτελεί ένα περίπλοκο σχέδιο νόμου, η εφαρμογή του οποίου προϋποθέτει τη δημιουργία πολύπλοκων κρατικών υποδομών και εξαρτάται από την αποτελεσματικότητα των δικαστηρίων. Κατέληξε, δε, λέγοντας ότι ένας νόμος που απαιτεί χρόνο για την εφαρμογή του, είναι πιθανόν να στρεβλώσει τη συμπεριφορά του οφειλέτη.
Κυβερνητικοί παράγοντες παραδέχονται ότι, αν υπάρξει μεγάλος όγκος αιτήσεων πτώχευσης, η ροή των δικαστικών αποφάσεων θα καθυστερήσει. Επομένως, υπάρχει κίνδυνος να μείνουν «παγωμένες» οι διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης για μήνες, να επηρεασθεί δυσμενώς η «ισχνή» κουλτούρα πληρωμών και να δοθεί ευκαιρία στους «στρατηγικούς» κακοπληρωτές να εξακολουθήσουν να λειτουργούν σε βάρος του συστήματος.
Από την άλλη, όμως, θεωρούν ότι η πρόβλεψη κατάθεσης αίτησης πτώχευσης, ακόμη και από ενήμερους, αποτελεί απαραίτητο «εργαλείο» προληπτικής αναδιάρθρωσης. Είτε ως αποτέλεσμα κρίσεων, όπως αυτή που προκάλεσε η πανδημία, είτε ως αποτέλεσμα απότομης επαγγελματικής μεταβολής, πάντα θα υπάρχουν φυσικά πρόσωπα, τα οποία θα έχουν λόγους να υποβάλουν αίτηση πτώχευσης, πριν τους «πνίξουν» τα χρέη. Συμπληρώνουν, δε, ότι όσο πιο γρήγορα την υποβάλουν τόσο μεγιστοποιείται για τους πιστωτές η ανάκτηση αξίας.
Τέλος, η κυβέρνηση θεωρεί ότι οι στρατηγικοί κακοπληρωτές δεν θα αναλάβουν το ρίσκο να υποβάλουν αίτηση πτώχευσης διακινδυνεύοντας απώλεια περιουσίας, μια και υπάρχουν σοβαρά αντικίνητρα (π.χ. θεωρείται δόλια η μεταβίβαση ακίνητης περιουσίας μετά τη δημιουργία της οφειλής κ.ά.).
Εξωδικαστικός μόνο για όσους βρίσκονται σε οικονομική αδυναμία
Επιπρόσθετα, οι τράπεζες ζητούν να περιοριστεί η δυνατότητα χρήσης της εξωδικαστικής ρύθμισης χρεών (προληπτική αναδιάρθρωση) μόνο για όσους βρίσκονται σε οικονομική αδυναμία και έχουν χρέη προς το Δημόσιο. Οι ιδιωτικοί φορείς κρίνεται ότι μπορούν να ρυθμίσουν με απευθείας διαπραγμάτευση ζητήματα οφειλών, όπως συμβαίνει σήμερα.
Σε διαφορετική περίπτωση και με δεδομένο ότι η διαδικασία του εξωδικαστικού δεν είναι διασυνδεδεμένη με την πτώχευση, ούτε υπάρχουν πρόνοιες διατήρησης των ρυθμίσεων που έχουν συνάψει τράπεζες με οφειλέτες, υπάρχει ο κίνδυνος να διακοπεί η εξυπηρέτηση ενήμερων ή ρυθμισμένων δανείων, με την προσδοκία «κουρέματος» οφειλών.
Σύμφωνα με στελέχη εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια, οι διατάξεις του κώδικα δημιουργούν μια νέα «πορτοκαλί» κατηγορία: δανειολήπτες με ρυθμισμένα δάνεια, κάποια εκ των οποίων έχουν ήδη επαναταξινομηθεί ως ενήμερα, και οφειλές προς Ταμεία και Εφορία. Συνήθως πρόκειται για πρώην αυτοαπασχολούμενους, που έχουν ρυθμίσει τα δάνειά τους για να σώσουν περιουσία, αλλά έχουν εγκαταλείψει την εξυπηρέτηση οφειλών προς το Δημόσιο.
Με την εξωδικαστική ρύθμιση θα μπορούσαν να διευθετήσουν το σύνολο των οφειλών τους, με τις τράπεζες, όμως, να αποτελούν το… καλεσμένο θύμα, καθώς θα τους επιβληθεί μεγαλύτερο «κούρεμα» προκειμένου να εισπράξουν κάτι Εφορία και Ταμεία. Επιπρόσθετα, θα αυξηθεί το NPL ratio λόγω της διακοπής εξυπηρέτησης σε χιλιάδες ρυθμισμένα δάνεια.
Τέλος, οι τράπεζες διατυπώνουν σοβαρές ενστάσεις για τον μηχανισμό εικαζόμενης συναίνεσης των φορέων του Δημοσίου, που προβλέπει ο υπό ψήφιση Κώδικας για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό επιχειρήσεων και φυσικών προσώπων. Με βάση τον μηχανισμό, αν οι υπόλοιποι πιστωτές αποδεχθούν τη σύμβαση αναδιάρθρωσης και από την εφαρμογή της δεν προκύπτει ζημιά μεγαλύτερη για το Δημόσιο από ό,τι αν εκποιούνταν η πτωχευτική περιουσία, το Δημόσιο θεωρείται ότι την αποδέχεται, αν δεν διατυπώσεις αντιρρήσεις εντός 15 εργάσιμων ημερών.
Οι τράπεζες διατυπώνουν σοβαρές αμφιβολίες για τη συνταγματικότητα της διάταξης, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε επιδικίες. Αντιπροτείνουν να εξεταστούν εναλλακτικές λύσεις όπως η εισαγωγή προδιαγεγραμμένων στο νόμο ρυθμίσεων για οφειλές προς το Δημόσιο και τους φορείς του (π.χ. συγκεκριμένες δόσεις, μείωση της βασικής οφειλής κ.ά.).