Ένα δυσοίωνο σκηνικό περιγράφει για τις ελληνικές τράπεζες η τελευταία έκθεση χρηματοπιστωτικής σταθερότητας της Τράπεζας της Ελλάδος, το οποίο την ίδια στιγμή καθορίζει τις βασικές παραμέτρους για την υπό επεξεργασία πρότασή της περί σύστασης bad bank.
Η έκθεση βγήκε την ώρα που επανεκκινούνται οι μεγάλης κλίμακας τιτλοποιήσεις από τις τράπεζες, με χρήση του προγράμματος κρατικών εγγυήσεων (Ηρακλής) για τους τίτλους πρώτης διαβάθμισης. Η Eurobank ολοκλήρωσε, ήδη, την τιτλοποίηση Cairo, ενώ ο αντίστοιχος διαγωνισμός της Alpha (project Galaxy) περνά στη δεύτερη φάση.
Εθνική Πειραιώς ετοιμάζονται, με τη σειρά τους, να εκκινήσουν τα projects Vega, Phoenix (Πειραιώς) και Frontier (Εθνική). Συνολικά, μέσω του προγράμματος «Ηρακλής» αναμένεται να τιτλοποιηθούν δάνεια, μικτής λογιστικής αξίας, περίπου 30 με 31 δισ. ευρώ.
Παρά την παραπάνω πρόοδο, όμως, το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων δεν αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά. Σύμφωνα με υπολογισμούς των υπηρεσιών της Τράπεζας της Ελλάδος, ο λόγος των μη εξυπηρετούμενων δανείων (Non Performing Loans – NPL) προς το σύνολο των δανείων (NPL ratio) εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο 25% περίπου, μετά την ολοκλήρωση των τιτλοποιήσεων με χρήση του προγράμματος «Ηρακλής» από 37,3% σήμερα (σ.σ. στοιχεία τέλος Μαρτίου).
Πρόκειται για ποσοστό πολλαπλάσιο του μέσου όρου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού - SSM (2,7% και 3,2% αντίστοιχα με στοιχεία Δεκεμβρίου 2019), χωρίς μάλιστα να προσμετρώνται τα νέα «κόκκινα» δάνεια, που θα προκύψουν, λόγω των επιπτώσεων της Covid-19. Οι επιπτώσεις της πανδημίας αναμένεται να επιβαρύνουν, εκ νέου, την ποιότητα των στοιχείων του ενεργητικού των τραπεζών, με τη δημιουργία νέων «κόκκινων» δανείων, σε βαθμό που δεν μπορεί να εκτιμηθεί με ακρίβεια.
Ένας από τους παράγοντες, που δυσχεραίνουν την εκτίμηση για το ύψος των νέων NPLs, είναι τα moratoria πληρωμών, η ισχύς των οποίων επεκτάθηκε έως τα τέλη του έτους. Τα δάνεια σε αναστολή πληρωμής δόσεων προσέγγισαν τα 20 δισ. ευρώ.
Επιπρόσθετα, εκτιμάται ότι η επίπτωση στο δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών από τη διενέργεια των εν λόγω συναλλαγών τιτλοποίησης θα ανέλθει, κατά μέσο όρο, σε 300 μονάδες βάσης (3%). Οι παραπάνω ζημιές σχετίζονται με την απαιτούμενη απομείωση της αξίας των μεταβιβαζόμενων, λόγω τιτλοποίησης, δανείων, προκειμένου να επιτευχθεί το ελάχιστο όριο πιστοληπτικής διαβάθμισης (ΒΒ-) για τους τίτλους υψηλής διαβάθμισης (senior notes).
Εξαϋλώνονται τα πραγματικά κεφάλαια!
Το Μάρτιο του 2020, ο συνολικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας (Capital Adequacy Ratio) των εγχώριων τραπεζών διαμορφώθηκε σε 16,2%, γεγονός που υποδηλώνει, σύμφωνα με την ΤτΕ, ότι οι ελληνικές τράπεζες διαθέτουν ένα αξιόλογο «μαξιλάρι» ασφαλείας για να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις, αφενός από την πανδημία και αφετέρου από την ανάγκη ταχείας μείωσης του υφιστάμενου αποθέματος NPLs.
Την ίδια στιγμή, όμως, η ΤτΕ επισημαίνει ότι οι οριστικές και εκκαθαρισμένες αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις (Deferred Tax Credits- DTC), το Μάρτιο του 2020, ανέρχονταν σε 15,5 δισ. ευρώ, αντιπροσωπεύοντας το 54% των συνολικών εποπτικών κεφαλαίων.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις των υπηρεσιών της Τράπεζας της Ελλάδος, στα επόμενα 4 τρίμηνα, χωρίς να ληφθούν υπόψη οποιεσδήποτε επιπτώσεις από την πανδημία, η συμμετοχή του DTC στα εποπτικά κεφάλαια των τραπεζών θα προσεγγίσει το 75%.
Πρόκειται για εκτιμήσεις, που συνυπολογίζουν την κεφαλαιακή επιβάρυνση της εφαρμογής των μεταβατικών διατάξεων του IFRS 9, το πραγματοποιηθέν ή εκτιμώμενο κόστος τιτλοποιήσεων, καθώς και τις τάσεις πιστωτικής επέκτασης και οργανικής κερδοφορίας, όπως είχαν διαμορφωθεί έως και το α΄ τρίμηνο του 2020.
Αυτό συνεπάγεται ότι μεγάλο μέρος των εποπτικών κεφαλαίων θα εμφανίζεται ως μη καταβληθέν (με άγνωστο το χρονοδιάγραμμα καταβολής). Έτσι, θα δημιουργηθεί το παράδοξο σχήμα τα δικαιώματα ψήφου να είναι στη διάθεση μετόχων, το κεφάλαιο των οποίων έχει ουσιαστικά εξαϋλωθεί, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις αρχές εταιρικής διακυβέρνησης.
Οι κρίσιμες παράμετροι για τη bad bank
Το νέο σχέδιο που επεξεργάζεται η Τράπεζα της Ελλάδος για τη σύσταση bad bank (σχήμα συνολικής διαχείρισης προβληματικών στoιχείων ενεργητικού -Asset Management Company) καλείται να κινηθεί λαμβάνοντας υπ όψιν τις παραπάνω παραμέτρους.
Την ανάγκη, δηλαδή, για «δίδυμη» μείωση NPLs και DTC, χωρίς να τρωθούν με εφάπαξ διαγραφές τα εποπτικά κεφάλαια των τραπεζών, καθώς, μετά τις ζημιές από τη χρήση του προγράμματος Ηρακλής και την κεφαλαιακή επιβάρυνση από την εφαρμογή των μεταβατικών διατάξεων του IFRS 9, δεν θα υπάρχει αξιόλογο «μαξιλάρι» ασφαλείας.
Βάσει όσων αναφέρει η έκθεση χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, το νέο σχέδιο δεν θα ανατρέπει, αλλά αντίθετα θα αξιοποιεί τις υφιστάμενες υποδομές των τραπεζών, καθώς και τις συμμετοχές τρίτων μερών (Intrum, doValue) στους τομείς διαχείρισης των NPLs. Επιπλέον, ενδεχόμενη εφαρμογή του σχεδίου δεν θα επιφέρει πρόσθετο κόστος για το φορολογούμενο. Τέλος, πρέπει να τονισθεί ότι η πρόταση δεν αποσκοπεί απλώς σε κεφαλαιακή ελάφρυνση, αλλά σε εκτέλεση συναλλαγών σε όρους αγοράς, με τη συμμετοχή ιδιωτών επενδυτών.
Οι προκλήσεις
Το τραπεζικό σύστημα καλείται, σύμφωνα με την ΤτΕ, να προσαρμοστεί άμεσα στο νέο περιβάλλον, προκειμένου να διασφαλισθεί, τόσο η χρηματοπιστωτική σταθερότητα, όσο και η ομαλή χρηματοδότηση της οικονομίας. Στο πλαίσιο αυτό η διαμόρφωση στρατηγικής και πολιτικών για τον τραπεζικό κλάδο πρέπει κατά την κεντρική τράπεζα να ικανοποιεί τους εξής σκοπούς:
- Την οριστική και ταυτόχρονη διευθέτηση των προβλημάτων, που απορρέουν από την ύπαρξη ενός υψηλού αποθέματος μη εξυπηρετούμενων δανείων και της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης, συντελώντας στην εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών.
- Την ενίσχυση της οργανικής κερδοφορίας, προκειμένου οι τράπεζες να μπορούν να παράγουν εσωτερικά κεφάλαιο, σε διατηρήσιμη βάση.
- Την αποφυγή αδικαιολόγητης απίσχνασης (undue dilution) των υφισταμένων μετόχων, ώστε να υπάρχουν ουσιαστικά κίνητρα συμμετοχής των σε ενδεχόμενες μελλοντικές εκδόσεις άντλησης κεφαλαίων.
- Την αποφυγή χρήσης κρατικών ενισχύσεων για το υφιστάμενο απόθεμα NPLs.
- Τη διαμόρφωση συνθηκών πλήρους διαφάνειας για την ορθή απεικόνιση των υφιστάμενων και μελλοντικών ζημιών των δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζών.
- Τον επαναπροσδιορισμό του λειτουργικού μοντέλου των τραπεζών, προκειμένου να παρουσιασθεί μία ελκυστική επενδυτική πρόταση.
Η ανάκαμψη από την κρίση του Covid-19 με την επαναφορά της οικονομίας σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και τη βελτίωση των μακροοικονομικών μεγεθών της χώρας απαιτεί, κατά την ΤτΕ, την ενεργό συνδρομή των τραπεζών. Συνεπώς, η μεμονωμένη αντιμετώπιση των επιμέρους προκλήσεων του τραπεζικού τομέα δεν θα είναι τόσο αποτελεσματική, καθώς δεν θα δώσει τη δυναμική που απαιτείται για την επανεκκίνηση της οικονομίας.