Νέα σελίδα στην εγχώρια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας επιδιώκουν να ανοίξουν η βαριά βιομηχανία και οι ανεξάρτητοι παραγωγοί ρεύματος.
Σύμφωνα με πληροφορίες του Euro2day.gr, τρεις ενεργοβόρες βιομηχανίες που ηλεκτροδοτούνται από την υψηλή τάση φέρονται να βρίσκονται σε προχωρημένες διαπραγματεύσεις με τρεις ιδιωτικούς καθετοποιημένους ομίλους ενέργειας.
Αντικείμενο των διαβουλεύσεων είναι η σύναψη νέων συμβάσεων προμήθειας ρεύματος καθώς οι συγκεκριμένες βιομηχανίες προτίθενται να αφήσουν τη ΔΕΗ.
Η δημόσια εταιρεία, ως γνωστόν, έχει την απόλυτη κυριαρχία στην υψηλή τάση, με μερίδιο της τάξης του 97% στην προμήθεια ρεύματος, έχοντας πελάτες της και τις 15 επιχειρήσεις που ηλεκτροδοτούνται από το συγκεκριμένο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας. Η πολυετής σχέση ΔEΗ - ενεργοβόρου βιομηχανίας πέρασε από... σαράντα κύματα, αλλά τώρα φαίνεται ότι περνάει σε νέα φάση.
Όπως εξηγούν στο Euro2day.gr πηγές που είναι σε γνώση των εξελίξεων, η απόφαση βιομηχανιών να αναζητήσουν προμηθευτή μακριά από τον ομφάλιο λώρο… της δημόσιας εταιρείας έχει να κάνει με το ενεργειακό κόστος αλλά και κυρίως με τη δυνατότητα που αποκτούν σταδιακά οι ανεξάρτητοι ηλεκτροπαραγωγοί να μπουν στον ανταγωνισμό και σε αυτή την αγορά.
Κατ' αρχάς, σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους της αγοράς, τα συμβόλαια που έχουν οι βιομηχανίες με τη ΔEΗ λήγουν φέτος. Και οι λόγοι για τους οποίους ωθούνται να αναζητήσουν άλλον προμηθευτή έχουν να κάνουν με τα εξής:
1. Οι τιμές προμήθειας στα συμβόλαια με τη δημόσια εταιρεία είναι πολύ υψηλότερες από το σημερινό κόστος της χοδρεμπορικής αγοράς, με όλες τις στρεβλώσεις που τη διακρίνουν (π.χ. δεν λειτουργούν ακόμη οι επιμέρους χρηματιστηριακές αγορές ενέργειας, οι διασυνδέσεις με τα γειτονικά κράτη είναι ισχνές κ.λπ.). Η τιμή της προημερήσιας αγοράς κινείται στα επίπεδα των 34 ευρώ ανά MWh.
2. Η δημόσια εταιρεία φέρεται να μην έχει τα περιθώρια χορήγησης νέων εκπτώσεων και παροχών, υποστηρίζοντας πως σε αρκετές από τις συμφωνίες που έγιναν διαχρονικά «έμπαινε και μέσα».
3. Η ΔEΗ αποζητά επίσης περιθώρια κέρδους -υψηλότερα- ώστε να υλοποιήσει τους στόχους της για τη διείσδυσή της στις ΑΠΕ, στην ηλεκτροκίνηση και άλλους τομείς.
4. Οι ιδιωτικοί όμιλοι με τις δικές τους μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με καύσιμο το φυσικό αέριο εμφανίζουν μεγαλύτερα περιθώρια ευελιξίας. Το κόστος παραγωγής ηλεκτρισμού, λόγω της πτωτικής τιμής του φυσικού αερίου αλλά κι επειδή έχουν προχωρήσει και σε κατάλληλους χειρισμούς με την προμήθεια ποσοτήτων σε ανταγωνιστικές τιμές, έχει διαμορφωθεί σε τέτοια επίπεδα ώστε να μπορούν να καλύψουν με ικανοποιητικές τιμές τις βιομηχανίες.
5. Η προετοιμασία για την κατασκευή νέων μονάδων ηλεκτροπαραγωγής δείχνει την αποφασιστικότητά τους να μπουν δυναμικά στη νέα εποχή, κατά την οποία ο ακριβός λιγνίτης θα εκλείψει από το μείγμα της πρώτης ύλης για ηλεκτρισμό.
6. Η λειτουργία από τον Σεπτέμβριο των νέων αγορών στο πλαίσιο του target model (π.χ. ενδοημερήσια, προθεσμιακή αγορά, αγορά εξισορρόπησης) δίνει τις δυνατότητες στους παραγωγούς να ανακτήσουν μέρος του κόστους.
Χωρίς αυτό, βέβαια, να σημαίνει ότι επιλύονται ζητήματα του ενεργειακού κόστους που επωμίζεται η εγχώρια βιομηχανία και ιδίως ως προς τον ανταγωνισμό της εκτός συνόρων, όπου οι ξένες βαριές επιχειρήσεις έχουν ρεύμα, ακόμη κι επιδοτούμενο από το κράτος, εντούτοις δείχνει ότι υπάρχουν επιλογές.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι τρεις ενεργοβόρες βιομηχανίες που φέρονται να συζητούν με τρεις εκ των μεγαλύτερων ιδιωτικών εταιρειών ενέργειας αντιπροσωπεύουν περίπου το 3 με 4% της υψηλής τάσης.
Σημειωτέον ότι το σύνολο των πελατών της υψηλής τάσης το 2019, όπως δείχνουν τα στοιχεία του ΑΔΜΗΕ, ζήτησαν ρεύμα συνολικής ισχύος 7.000 GWh. Η συνολική ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα για την ίδια χρονιά (χαμηλή, μέση και υψηλή τάση) ανήλθε στις 52.101 GWh. Άρα η υψηλή τάση αντιστοιχεί στο 13% της ζήτησης.
Αν τελικά καρποφορήσουν οι διαπραγματεύσεις, η ΔEΗ θα χάσει μερίδιο της τάξης του 3% με 4%, ενώ αντίθετα οι ιδιώτες θα πετύχουν να ανεβάσουν τα ποσοστά τους στην προμήθεια ρεύματος. Με τον τρόπο αυτό η αγορά ανοίγει και ο ανταγωνισμός σε συνδυασμό με την όλο και μεγαλύτερη διείσδυση των φτηνών πια σε κόστος ΑΠΕ μόνο χαμηλότερες τιμές μπορεί να φέρει.