Ανάσα ρευστότητας σε ξενοδοχειακές επιχειρήσεις οι οποίες πραγματοποιούν από σήμερα κατασκευαστικές εργασίες έρχεται να δώσει απόφαση του υφυπουργού Οικονομικών Απόστολου Βεσυρόπουλου. Πρακτικά, θα μπορούν να κάνουν κατασκευαστικές εργασίες χωρίς να χρεώνεται ο ΦΠΑ που αναλογεί, εφόσον ο φόρος υπερβαίνει τις 3.000 ευρώ, διευκολύνοντας έτσι επενδυτικές εργασίες σε καιρούς παραπάνω από δύσκολους.
Η απόφαση Βεσυρόπουλου «πατάει» σε παλαιότερη απόφαση του 1987, σύμφωνα με την οποία ο φόρος προστιθέμενης αξίας που αναλογεί στην εισαγωγή ή την αγορά στο εσωτερικό καινούργιου μηχανολογικού και λοιπού εν γένει εξοπλισμού που πραγματοποιείται από βιομηχανικές, βιοτεχνικές, μεταλλευτικές, λατομικές και ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, καθώς και από αγροτικές επιχειρήσεις που έχουν ενταχθεί (υποχρεωτικά ή προαιρετικά) στο κανονικό καθεστώς του ΦΠΑ, καταβάλλεται από τον ίδιο τον επενδυτή (εισαγωγέα-αγοραστή) με την πρώτη προσωρινή δήλωση, που υποβάλλεται μετά την εισαγωγή ή αγορά. Η αγορά της υπηρεσίας ή του προϊόντος γίνεται χωρίς ΦΠΑ και ο αναλογών φόρος προστιθέμενης αξίας προσαυξάνει τόσο τον φόρο εκροών όσο και τον φόρο εισροών της ίδιας φορολογικής περιόδου.
Σύμφωνα με τη νέα απόφαση του υφυπουργού Οικονομικών Απόστολου Βεσυρόπουλου, η διαδικασία καταβολής του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας που προβλέπεται από την Π.2869/2389/ΠΟΛ.137/1987 (Β΄236) κοινή απόφαση Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας εφαρμόζεται κατ' αναλογία και για τις δαπάνες κατασκευής για κτήρια, κτίσματα και κατασκευαστικές εργασίες εν γένει επί κύριων ξενοδοχειακών καταλυμάτων που πραγματοποιούνται από υποκείμενες στον φόρο επιχειρήσεις, εφόσον εξυπηρετούν τις ανάγκες της επιχείρησης, συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με την παροχή των υπηρεσιών της και ο φόρος που αναλογεί στις εργασίες αυτές είναι τουλάχιστον 3.000 ευρώ. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η κατασκευή, η ανέγερση ή ο εκσυγχρονισμός της ξενοδοχειακής μονάδας να γίνεται επί ακινήτου που ανήκει είτε κατά κυριότητα στην υποκείμενη στον φόρο επιχείρηση είτε έχει οποιαδήποτε έννομη σχέση επί αυτού για χρονικό διάστημα τουλάχιστον εννέα ετών.
Για τις συγκεκριμένες κατασκευαστικές εργασίες, ο υποκείμενος στον φόρο επενδυτής υποβάλλει στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ως δικαιολογητικό για την επένδυσή του τη σύμβαση ή τις συμβάσεις κατασκευής του έργου, προμήθειας αγαθών ή παροχής υπηρεσιών που έχει συνάψει με τον αντισυμβαλλόμενό του και τη σχετική με το έργο άδεια δόμησης.
Για κάθε σύμβαση εκδίδεται ξεχωριστή βεβαίωση της παραγράφου 3 της κοινής υπουργικής απόφασης Π.2869/2389/ΠΟΛ.137/1987 (Β΄236), για καθαρή αξία κατασκευαστικών εργασιών ισόποση του αντίστοιχου ανταλλάγματος που αναγράφεται στη συγκεκριμένη σύμβαση, θεωρημένο αντίγραφο της οποίας επισυνάπτεται ως αναπόσπαστο τμήμα της χορηγούμενης βεβαίωσης.
Στην περίπτωση που πραγματοποιηθούν συμπληρωματικές εργασίες, ακολουθείται η ίδια διαδικασία με βάση τη συμπληρωματική σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ του επενδυτή και του αντισυμβαλλόμενού του.