Βατά κρίνονται από την πλειονότητα των επιχειρήσεων τα κριτήρια που θέτουν οι τράπεζες για την επιλεξιμότητα του προγράμματος παροχής κεφαλαίου κίνησης με κρατική εγγύηση, ενώ αντίθετα προβληματισμός υπάρχει για τις ζητούμενες εξασφαλίσεις.
Το πρώτο μέρος του προγράμματος παροχής κεφαλαίου κίνησης με κρατική εγγύηση, προς τις πληγείσες από την πανδημία επιχειρήσεις, ξεκίνησε χθες. Η διαδικτυακή πλατφόρμα για την υποβολή αιτήσεων άνοιξε στις 3 το μεσημέρι, με τις τράπεζες να προτρέπουν τους πελάτες τους για ταχεία υποβολή αιτήσεων, λόγω της εκδήλωσης πολύ υψηλού ενδιαφέροντος.
Στόχος είναι η διάθεση δανείων έως 3,6 δισ. ευρώ, ενώ σε εφεδρεία βρίσκεται η δυνατότητα επέκτασης του προγράμματος έως τα 7 δισ. ευρώ, εφόσον διαπιστωθεί υψηλή ζήτηση, που δεν ικανοποιείται. Τα δάνεια θα αφορούν σε νέες χρηματοδοτήσεις καθώς απαγορεύεται ρητά να χρησιμοποιηθούν για αναχρηματοδότηση υφιστάμενου δανεισμού.
Τα κριτήρια επιλεξιμότητας, τα οποία έχουν θέσει οι 13 συμβεβλημένες τράπεζες με το Ταμείο Εγγυοδοσίας, κρίνονται βατά από την αγορά, επιτρέποντας την πρόσβαση στο πρόγραμμα σε όλες σχεδόν τις «υγιείς» επιχειρήσεις, που έχουν πληγεί από την Covid-19.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του το Euro2day.gr, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να πληρούν τα εξής προαπαιτούμενα:
- Ιδια κεφάλαια μεγαλύτερα του 50% του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου,
- Το σύνολο των υποχρεώσεών τους να μην υπερβαίνει το 75% των περιουσιακών τους στοιχείων στις χρήσεις 2018 και 2019,
- Τα EBITDA κατά τις χρήσεις 2018 και 2019 να καλύπτουν έστω τους τόκους (interest cover >1x),
- Business plan από το οποίο να προκύπτει ανάγκη κεφαλαίου κίνησης.
Όλα τα παραπάνω κριτήρια πρέπει να πληρούνται σε εταιρική και όχι ενοποιημένη βάση, καθώς το πρόγραμμα επιβάλλει την υποβολή αιτήσεων αποκλειστικά από εταιρείες. Υπάρχει περίπτωση να υπάρχουν τροποποιήσεις στα προαπαιτούμενα ανά τράπεζα.
Επίσης, οι τράπεζες έχουν την ευχέρεια χορήγησης μικρότερου ποσού από αυτό που δικαιούται η κάθε εταιρεία (έως το 25% του κύκλου εργασιών της χρήσης 2019 ή έως το διπλάσιο ποσό του μισθολογικού κόστους της ίδιας χρήσης).
Οι δε επιχειρήσεις έχουν τη δυνατότητα υποβολής πολλαπλών αιτήσεων στις τράπεζες που συμμετέχουν στο πρόγραμμα.
Εξασφαλίσεις έως το 40% του δανείου
Το μέγιστο ποσό των εξασφαλίσεων που μπορούν να ζητούν οι τράπεζες ορίζεται στο 40% του ποσού του δανείου, με δεδομένη την κρατική εγγύηση.
Όπως έγραψε το Euro2day.gr, η κρατική εγγύηση θα καλύπτει μεν το 80% των απαιτήσεων σε καθυστέρηση για κάθε δάνειο, τίθενται, όμως, ανώτατα όρια κάλυψης επί του συνόλου του χαρτοφυλακίου της δράσης.
Ειδικότερα, η εγγύηση καλύπτει κατ’ ανώτατο όριο το 32% του χαρτοφυλακίου εγγυημένων δανείων προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και αυτοαπασχολούμενους και ως το 24% του χαρτοφυλακίου εγγυημένων δανείων προς μεγάλες επιχειρήσεις. Αντίστοιχα, οι ζημίες του χαρτοφυλακίου δεν μπορούν να υπερβαίνουν το ανώτατο ποσό της εγγύησης.
Επίσης, η σύμβαση προβλέπει ότι σε περίπτωση κατάπτωσης και καταβολής της εγγύησης, η τράπεζα και το Ταμείο Εγγυοδοσίας της ΕΑΤ συμμετέχουν συμμέτρως (pari passu) σε κάθε ποσό ανάκτησης της απαίτησης από το συγκεκριμένο δάνειο.
Πώς «αβγατίζουν» τις εξασφαλίσεις
Υπό το παραπάνω πλαίσιο, κάποιες τράπεζες έχουν γνωστοποιήσει στους πελάτες τους ότι διατηρούν την ευχέρεια να σταθμίζουν στο 70% της αξίας τους τις παρεχόμενες εξασφαλίσεις, προκειμένου να καλύψουν το ρίσκο.
Με αυτό τον τρόπο, οι τράπεζες αυξάνουν την αξία των εξασφαλίσεων και καλύπτονται έναντι πιθανής πίεσης στις τιμές ακινήτων, λόγω της πανδημίας, αλλά και του ρίσκου οι ζημιές του χαρτοφυλακίου εγγυημένων δανείων να ξεπεράσουν το ανώτατο ύψος εγγύησης.
Επίσης κάποιες τράπεζες διαμηνύουν στους πελάτες τους ότι ενδέχεται να αποτελέσει όρο της δανειακής σύμβασης, η διατήρηση συγκεκριμένης αξίας ελεύθερων βαρών περιουσιακών στοιχείων, επί των οποίων θα εγγραφεί υποθήκη, εφόσον παραβιαστούν χρηματοοικονομικοί όροι (covenants).
Τέλος, δεν επήλθαν αλλαγές στο ύψος των προμηθειών για τις κρατικές εγγυήσεις και το ποσοστό επιδότησής τους από το Δημόσιο.