Με έντονο ενδιαφέρον από πολίτες, φορείς, αλλά και επιχειρηματικούς ομίλους αναμένονται οι εξελίξεις στον κλάδο της υγείας αμέσως μετά την αποκατάσταση της κανονικότητας στη καθημερινή ζωή της χώρας.
Όλα δείχνουν πως οι συζητήσεις για την «επόμενη μέρα» του κλάδου θα συνεχιστούν από εκεί που είχαν μείνει πριν το ξέσπασμα της πανδημίας, λαμβάνοντας ωστόσο υπόψη τα σημαντικά νέα δεδομένα που έχουν προκύψει στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα.
Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, το μόνο σίγουρο είναι πως οι δαπάνες για τη λειτουργία των κρατικών νοσοκομείων θα αυξηθούν, όχι μόνο γιατί οι τελευταίες εξελίξεις απέδειξαν την ανάγκη ύπαρξης ενός αξιόπιστου δημόσιου συστήματος υγείας, αλλά και γιατί προβλέπονται ήδη σχετικές χρηματοδοτήσεις των κρατών μελών από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Από την άλλη πλευρά, σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους, όλα τα σενάρια είναι ανοιχτά.
Οι ιδιώτες προμηθευτές των κρατικών νοσοκομείων θεωρούν πως ο σημερινός προϋπολογισμός του ΕΟΠΥΥ έχει υποχωρήσει σε ανεπίτρεπτα χαμηλά επίπεδα και προτείνουν όχι μόνο να αυξηθεί, αλλά και να χαλαρώσει τουλάχιστον ο συνδυασμός του rebate και του claw back.
Oi ιδιωτικές κλινικές οι οποίες έχουν πληγεί σε μεγάλο βαθμό από την τρέχουσα πανδημία ζητούν από τη μια πλευρά μέτρα κρατικής στήριξης προκειμένου να μην καταρρεύσουν οι περισσότερες εξ’ αυτών και παράλληλα δεν σταματούν να εκφράζουν (και αυτές) την αντίθεσή τους στο συνδυασμό του claw back και του rebate.
Πάγιο αίτημα επίσης των ιδιωτικών κλινικών είναι η κατάργηση, ή έστω η δραστική μείωση του συντελεστή ΦΠΑ, ο οποίος σήμερα -μεταξύ άλλων- αποτελεί τροχοπέδη για την ανάπτυξη του ιατρικού τουρισμού, δηλαδή για την προσέλκυση στη χώρα μας ασθενών από το εξωτερικό.
Ο ΦΠΑ επίσης στις ιδιωτικές κλινικές αποτελεί και εμπόδιο στις ασφαλιστικές εταιρείες να μειώσουν τα τιμολόγια των σχετικών ασφαλιστικών συμβολαίων που προσφέρουν στους πελάτες τους (επειδή στα ασφαλιστικά προϊόντα υγείας επιβάλλεται άλλος έμμεσος φόρος και όχι ΦΠΑ, οι εταιρείες του κλάδου επιβαρύνονται οι ίδιες το σύνολό του ΦΠΑ με το οποίο χρεώνονται από τις ιδιωτικές κλινικές).
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον, μετά την επάνοδο στην κανονικότητα, αναμένεται να συνεχιστούν οι συζητήσεις που είχαν ξεκινήσει πριν το ξέσπασμα της πανδημίας σχετικά με τις δυνατότητες συμπράξεων (ΣΔΙΤ) μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα στην υγεία. Τέτοιες προσεγγίσεις φαίνεται να προκαλούν τις αντιδράσεις μεγάλου μέρους της αντιπολίτευσης, πλην όμως γενικότερη κυβερνητική θέση είναι πως: α) Ένα ισχυρό δημόσιο σύστημα υγείας μπορεί να μην είναι κατ’ ανάγκη μόνο κρατικό και πως στο όλο εγχείρημα δύναται να συμβάλλει και ο ιδιωτικός τομέας β) Υπάρχουν πεδία ενδεχόμενης συνεργασίας (βλέπε κατά καιρούς δηλώσεις αρκετών κυβερνητικών στελεχών) μεταξύ δημόσιου συστήματος υγείας και ασφαλιστικών εταιρειών. Βέβαια, απομένει να δούμε το αν και με ποιο τρόπο θα μετουσιωθούν σε πράξη οι προαναφερθείσες θεωρητικές κυβερνητικές προσεγγίσεις.
Από την πλευρά τους οι ασφαλιστικές εταιρείες δίνουν έμφαση στη δυναμική που θα μπορούσε να έχει ο αριθμός των συμβολαίων υγείας, καθώς κατά τα τελευταία χρόνια -λόγω και της οικονομικής κρίσης- η σχετική ασφαλιστική παραγωγή αυξήθηκε λόγω κυρίως των υψηλότερων τιμολογίων και πολύ λίγο από την προσέλκυση περισσότερων ασφαλισμένων.
Δεν είναι τυχαίο ότι κύκλοι της ιδιωτικής ασφάλισης προτείνουν διάλογο με το κράτος και τις ιδιωτικές κλινικές προκειμένου να διαμορφωθεί ένα χαμηλότερο ασφάλιστρο και έτσι να μπορέσει να αποκτήσει ιδιωτικά συμβόλαια υγείας πολύ μεγαλύτερος αριθμός συμπολιτών μας.
Πάγιο άλλωστε επιχείρημα των ασφαλιστικών εταιρειών είναι πως στη χώρα μας οι Έλληνες καταβάλλουν κάθε χρόνο «από την τσέπη τους» (out of the pocket) γύρω στα 5,5 δισ. ευρώ για δαπάνες υγείας και οι ασφαλιστικές εταιρείες μόλις 0,5 δισ. ευρώ, με τον πρόεδρο της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος Αλέξανδρο Σαρρηγεωργίου να σημειώνει: «Δεν είναι λογικό ένας λαός που έχει τόσο έντονα πληγεί από την οικονομική κρίση να πληρώνει διπλάσια λεφτά από την τσέπη του για δαπάνες υγείας, σε σχέση με τον Ευρωπαίο. Χρειάζονται κίνητρα, προκειμένου τα ελληνικά νοικοκυριά να μπορέσουν να ασφαλιστούν».