Η ιταλική Unicredit αναμένει ότι το εγχώριο ΑΕΠ θα συρρικνωθεί κατά σχεδόν 20% το 2020 (σ.σ. την περίοδο των μνημονίων χάθηκε το 25% του ΑΕΠ), την υψηλότερη μείωση μεταξύ τω ευρωπαϊκών χωρών που παρακολουθεί ενώ η Ευρωζώνη θα σημειώσει αρνητική επίδοση 13%. ΟΙ ΗΠΑ θα κινηθούν καλύτερα με -10,8% και η παγκόσμια ύφεση θα κινηθεί το 6%.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις, το δημοσιονομικό έλλειμμα φέτος θα διαμορφωθεί στο 11,7% του ΑΕΠ, περίπου όσο και για την Ιταλία, τη Γερμανία και τη Γαλλία, ενώ το 2020 θα προσεγγίσει το 3,5%, ελαφρώς χαμηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Η εκτίμηση της Unicredit για το χρέος είναι τρομακτική αφού από το 174,7% ως ποσοστό του ΑΕΠ τα 2019, το χρέος θα κινηθεί 40 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερα στο 218,6% φέτος, πριν υποχωρήσει στο 187,5% το 2021.
Συνολικά για την Ευρωζώνη υποθέτει ότι ο δείκτης χρέους ως προς το ΑΕΠ από το 85% το 2019 θα βρεθεί η οικονομία στο 111%. Για τις ΗΠΑ τα αντίστοιχα μεγέθη είναι 107,1% πέρυσι και 123% φέτος και 133% το 2021. Αντίθετα για την Ευρώπη το 2021, το χρέος ως προς το ΑΕΠ θα υποχωρήσει σε 102%.
Το βασικό σενάριο προβλέπει μια απότομη πτώση κατά το πρώτο εξάμηνο του 2020 της τάξεως του 35% σε αθροιστική βάση), ακολουθούμενο από μια ανάκαμψη το δεύτερο καθώς τα μέτρα περιορισμού αρχίζουν να μειώνονται. Το ισχυρό θετικό αποτέλεσμα του δεύτερου μισού του έτους θα έχει σημαντικό carryover effect και στο τέλος του έτους 2021 το ΑΕΠ θα έχει ενισχυθεί με μια μέση αύξηση το 15-16%. Ωστόσο, αναμένουμε ότι το ΑΕΠ κατά το 4ο τρίμηνο του 2021 να είναι 5% χαμηλότερα από το επίπεδο του στο τέλος του 2019.
Η μεγάλη σημασία των τομέων που σχετίζονται με τον τουρισμό (οι οποίοι αντιπροσωπεύουν το 35% του ΑΕΠ και το 20% του εργατικού δυναμικού) καθιστά την Ελλάδα πιο ευάλωτη από ό, τι πολλές άλλες χώρες της ευρωζώνης στις αρνητικές επιπτώσεις των περιορισμών στα ταξίδια και τις μετακινήσεις. Ακόμα και αν υποτεθεί ότι η επίδραση της επιδημίας μειωθεί από τα τέλη του Απριλίου, (η χώρα υπολείπεται χρονικά της Ιταλίας κατά μία ή δύο εβδομάδες), θα χρειαστεί χρόνος για να αποκατασταθούν οι αεροπορικές συνδέσεις, να αρθούν τα μέτρα άμβλυνσης των ιών και οι άνθρωποι να αισθάνονται αρκετά ασφαλείς για να λάβουν την απόφαση για να συνεχίσετε το ταξίδι για διακοπές, εκτιμάει η Unicredit.
Αυτή η πραγματικότητα εξηγεί επίσης γιατί η κυβέρνηση έχει ήδη επεκτείνει τη χρηματοδοτική της στήριξη σε επιχειρήσεις και εργαζομένους - καλύπτοντας μέχρι και το 76% όλων των νομικών επιχειρήσεων και το 81% των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα - για δύο μήνες έως τον Ιούνιο, εξηγεί η τράπεζα.
Η κυβέρνηση έχει μέχρι στιγμής κινητοποιήσει εθνικούς πόρους συνολικού ύψους 6,8 δισ. ευρώ (3,5% του ΑΕΠ) για την άμβλυνση των αρνητικών επιπτώσεων της επιδημίας του ιού στην οικονομία. Αυτή η ισχυρή δημοσιονομική αντίδραση ακολουθεί την απόφασης του Eurogroup να χορηγήσει στην Ελλάδα εξαιρετική δημοσιονομική ευελιξία και να καταργήσει προσωρινά το στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% για το 2020.
Τα βασικά μέτρα περιλαμβάνουν:
- Μεταβιβάσεις σε ευάλωτα άτομα, συμπεριλαμβανομένου ενός επιδόματος μετρητών ύψους 800 ευρώ για υπαλλήλους που εργάζονται σε εταιρείες που έχουν πληγεί σοβαρά, επιδόματα ανεργίας και άδειας μετ’ αποδοχών για γονείς που δεν έχουν παιδιά σε σχολείο
- Στήριξη της ρευστότητας στις επιχειρήσεις που πλήττονται σοβαρά με επιδοτούμενα δάνεια, εγγυήσεις δανείων, επιδοτήσεις πληρωμών τόκων και αναβαλλόμενες πληρωμές φόρων και εισφορών κοινωνικής ασφάλισης
- Αύξηση των δαπανών υγείας για νέες προσλήψεις 2.000 ιατρών και νοσοκόμων, προμήθεια ιατρικών προμηθειών και επιδόματα μετρητών για τους εργαζόμενους στον τομέα της υγείας. Η κυβέρνηση εκτιμά ότι μπορεί να διατηρήσει αυτά τα οικονομικά μέτρα για δύο ή τρεις μήνες χωρίς να αξιοποιήσει το μαξιλάρι των30 δισ. ευρώ που προορίζεται για την εξυπηρέτηση του χρέους.
Κατά τη συνάντηση του Μαρτίου, η ΕΚΤ ανακοίνωσε τη συμμετοχή στα ελληνικά κρατικά ομόλογα στο πλαίσιο του πανδημικού προγράμματος αγοράς έκτακτης ανάγκης (PEPP), ανοίγοντας την πόρτα για την αγορά ελληνικού χρέους το οποίο, αντίθετα, δεν είναι επιλέξιμο για το πρόγραμμα της ποσοτικής χαλάρωσης (QE).
Η κρατική πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας βελτιώθηκε σημαντικά από το περασμένο καλοκαίρι, όταν ήρθε στην εξουσία η νέα συντηρητική κυβέρνηση. Ωστόσο, εξακολουθεί να παραμένει, στην καλύτερη περίπτωση, δύο βαθμίδες χαμηλότερα του επενδυτικού βαθμού. Η απόφαση της ΕΚΤ αναμένεται να διατηρήσει το κόστος χρηματοδότησης της Ελλάδας σε χαμηλά επίπεδα μέσω των σημερινών εξαιρετικών περιστάσεων.
* Δείτε το παραπάνω γράφημα σε μεγαλύτερη ανάλυση στη στήλη Συνοδευτικό Υλικό