Παρά τη σημαντική διαφορά στο κόστος δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου μεταξύ των δύο εκθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η επιτροπή αποφάσισε να προχωρήσει σε μια πιο αναλυτική και εμπεριστατωμένη μελέτη για τη βιωσιμότητα του χρέους (Debt Sustainability Analysis - DSA) στην επόμενη έκθεση για την Ελληνική Οικονομία και όχι σε αυτή που δημοσιοποίησε εχθές.
Και στην παρούσα έκθεση όμως, αν και δεν εισέρχεται σε βάθος η ανάλυσή της, ενσωματώνει αλλαγές στις μακροοικονομικές της προβλέψεις, στα επιτόκια και τα χρεολύσια, στις νέες εκδόσεις ομολόγων, αλλά και στο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων, βελτιώνοντας ελαφρώς το outlook του δημοσίου χρέους.
H «ρητορική» σε σχέση με το DSA του Νοεμβρίου του 2019, όμως, δεν έχει αλλάξει ριζικά και υπάρχει μικρή θετική αναθεώρηση σε σχέση με το μειωμένο ρίσκο της χώρας, όπως απεικονίζεται αυτό στις αγορές των ομολόγων.
Οσον αφορά στα δύο σενάρια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που περιληπτικά παρουσιάζονται, στο πρώτο οι μικτές χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας ανέρχονται στο 13,5% του ΑΕΠ το 2060 και το χρέος παραμένει άνω του 100% του ΑΕΠ έως και το 2040, αν δεν ληφθούν υπόψη οι αλλαγές στο κόστος χρηματοδότησης του Ελληνικού Δημοσίου.
Στο δεύτερο, το οποίο περιλαμβάνει μεταβολές στα επιτόκια, βελτιώνει τις μικτές χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας στο 12% το 2060 και το χρέος παραμένει άνω του 100% έως το 2039, δηλαδή ένα χρόνο λιγότερο σε σχέση με το πρώτο σενάριο.
Οι αλλαγές σε σχέση με το προηγούμενο βασικό σενάριο για την ανάλυση βιωσιμότητας είναι για την ώρα οριακές, όπως φαίνεται και στο διάγραμμα, για την πορεία του χρέους ως προς το ΑΕΠ, ωστόσο σε όρους μικτών χρηματοδοτικών αναγκών, υπάρχει μια εμφανής βελτίωση από το 14%. Στο αισιόδοξο σενάριο της προηγούμενης έκθεση το ποσοστό ήταν στο 10% και ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ στο 60% το 2055.